Το αποτέλεσµα ενός συγκλονιστικού οδοιπορικού σε χωριά της Κρήτης και της Μάνης, όπου διαδραµατίστηκαν µεγάλα φονικά και βεντέτες παλιότερων δεκαετιών, είναι το 7ο κατά σειρά βιβλίο του δηµοσιογράφου Πάνου Σόµπολου, µε τίτλο «Βεντέτες - Εγκλήµατα βεντέτας στην Ελλάδα» που µόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη και παρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής.
Ο µετρ του αστυνοµικού ρεπορτάζ καταγράφει µε χαρακτηριστική µαεστρία υποθέσεις που απασχόλησαν την ελληνική κοινή γνώµη από το 1920 έως και το τέλος του 20ού αιώνα στο όνοµα του ειδεχθούς εθίµου εκδίκησης και αυτοδικίας, που προέρχεται από τον άγραφο νόµο του αίµατος.

Το βιβλίο παρουσιάζει περισσότερες από 30 βεντέτες βγαλµένες από σοκαριστικές ιστορίες µίσους και εκδίκησης. «Για δύο χρόνια µάζευα τα στοιχεία. Η πρώτη ενότητα έχει εγκλήµατα βεντέτας που διαπράχθηκαν στην Κρήτη, η δεύτερη βεντέτες της Μάνης και η τρίτη ενότητα εγκλήµατα από την υπόλοιπη Ελλάδα. Στο τέλος του βιβλίου έχω και µια υπόθεση εκδίκησης που διαδραµατίστηκε στη Γερµανία. Μια Γερµανίδα µάνα σκότωσε µέσα στο δικαστήριο τον βιαστή και στραγγαλιστή της 7χρονης κόρης της. Αναφέρω και µια υπόθεση από το 1906, όπου είχαµε νεκρούς, τραυµατίες και υλικές ζηµιές στο λιµάνι του Πειραιά από άγρια συµπλοκή Μανιατών µε Κρητικούς», αναφέρει ο ίδιος στην «Κυριακάτικη Απογευµατινή».

Glomex Player(40599x1hkkig7d8l, v-d0rh6tt8t62p)


Πάνος Σόµπολος, ένας δηµοσιογράφος µε πολλές περγαµηνές

Ο Πάνος Σόµπολος, ένας δηµοσιογράφος µε πολλές περγαµηνές για τη δουλειά του στο αστυνοµικό ρεπορτάζ, το οποίο υπηρετεί για πολλές δεκαετίες, συνοµίλησε µε άτοµα οικογενειών που πριν από πολλά χρόνια ενεπλάκησαν σε βεντέτες.

«Πήγα στα µέρη αυτά για να δω κάποια ακατοίκητα πια χωριά εξαιτίας κάποιας βεντέτας και να µιλήσω µε οικογένειες που βίωσαν τα εγκλήµατα. Οι συνοµιλητές µου απέφευγαν να λένε ονόµατα και ανέφεραν µόνο περιστατικά. Ευτυχώς µε όσους µίλησα ήταν ικανοποιηµένοι γιατί σταµάτησε πια αυτή η αιµατοχυσία. Σε αυτά τα µέρη υπήρχαν και πολλές µεταναστεύσεις. Πολλοί άνθρωποι για να σωθούν έφευγαν από τα χωριό τους έπειτα από κάποια βεντέτα και πήγαιναν να ζήσουν αλλού. Μια φορά, κάποιος γύρισε από την Αµερική στην Κρήτη, 35 χρόνια µετά το έγκληµά του, επειδή πίστεψε ότι είχε ξεχαστεί και γιατί ήθελε να δει το χωριό του. Αλλά το ίδιο βράδυ που γύρισε, η οικογένεια του σκοτωµένου πήγε και τον σκότωσε», αποκαλύπτει.

Ο γνωστός δηµοσιογράφος κατά την έρευνά του ήταν πολύ προσεκτικός τόσο µε τα µέλη των οικογενειών µιας βεντέτας όσο και µε τη µνήµη των ανθρώπων που χάθηκαν. «Σεβόµενος τη µνήµη των θυµάτων, αλλά και τις οικογένειες των απογόνων τους, δεν έχω βάλει επώνυµα, µόνο τα αρχικά των ονοµάτων. ∆εν χρωστάει σε τίποτα ο γιος ή ο εγγονός κάποιου που διέπραξε ένα έγκληµα ή πήρε µέρος σε κάποια βεντέτα. Στο βιβλίο δηµοσίευσα µόνο τα µικρά τους ονόµατα και τα αρχικά από τα επώνυµά τους. Το έκανα επειδή σέβοµαι τους συγγενείς και από τις δύο πλευρές µιας βεντέτας, που δεν φταίνε σε τίποτα επειδή εγκληµάτησε κάποτε ο πατέρας, ο παππούς ή κάποιος θείος τους. Πάντα προτάσσω στις αρχές που µε διέπουν τον σεβασµό στον συνάνθρωπό µου», τονίζει.

Στο βιβλίο του εντυπωσιακές είναι και οι αναφορές του στον σασµό. «Με εντυπωσίασαν οι άνθρωποι που ασχολούνται µε τον σασµό. Βρήκα σαστάδες, όπως τους λένε στην Κρήτη. Ο πιο γνωστός σαστάς σήµερα είναι ο νυν δήµαρχος Μυλοποτάµου, ο οποίος µου είπε ότι έχει κάνει πάρα πολλούς σασµούς στην περιοχή του. Και έχει γλιτώσει πολλά φονικά. Επίσης µίλησα και µε τον λυράρη Βασίλη Σκουλά, που τον χαρακτηρίζει η κρητική λεβεντιά. Αυτός ο άνθρωπος παλεύει µε κάθε τρόπο πολλά χρόνια να σταµατήσουν οι µπαλοθιές. Μου αποκάλυψε ότι πάρα πολλές φορές έχει φύγει από γλέντια που τον είχαν καλέσει για να τραγουδήσει, επειδή δεν τηρούσαν τη συµφωνία ότι δεν θα πέσουν τουφεκιές. Και έχει χάσει πολλά λεφτά γι’ αυτόν τον λόγο. ∆εν το δέχεται µε τίποτα. Και η Κρητική ηθοποιός Μαρία Τζοµπανάκη έχει κάνει µεγάλο αγώνα για να σταµατήσει αυτό το απαράδεκτο έθιµο».


Οι ασήµαντες αφορµές πίσω από τις βεντέτες

∆υστυχώς, οι κυριότερες αιτίες που οδηγούσαν σε φονικά βεντέτας ήταν για ασήµαντη αφορµή. Μεταξύ των περιπτώσεων που περιλαµβάνονται στο βιβλίο ξεχωρίζουν αυτή του φονικού για τα κόµµατα και µια άλλη όπου κάποιοι έδωσαν έναν τράγο και δεν τους τον επέστρεψαν ποτέ. «Οι βεντέτες γίνονταν κυρίως για τα χωράφια ή για τα ζώα που έµπαιναν και έκαναν ζηµιά στο κτήµα του διπλανού. Είχαµε και υποθέσεις όπου ένας νεαρός δεν παντρευόταν το κορίτσι µε το οποίο έκανε σχέση και όπως λέγανε το είχε διακορεύσει. Τότε γινόταν φονικό» λέει.

Ο Πάνος Σόµπολος µε το βιβλίο του αυτό θέλει να βροντοφωνάξει να σταµατήσουν διά παντός τα εγκλήµατα βεντέτας. «Εγραψα αυτό το βιβλίο για να καταδείξω τη βαρβαρότητα αυτού του εθίµου. Οµως τα φονικά από τις βεντέτες θα τερµατιστούν µόνο αν απαγορευτεί η οπλοκατοχή. ∆εν είναι καλό πράγµα να έχει κάποιος µαχαίρια στο ζωνάρι. Γιατί όποιος έχει όπλο πάνω του, έχει το ένα πόδι στη φυλακή και το άλλο απέξω. Το φωνάζω πάντα, µακριά από αυτά τα πράγµατα, µακριά από τα όπλα».

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής