Τις παραµονές µιας διπλωµατικής συνάντησης κορυφής, όπως για παράδειγµα αυτή που έχει ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης µε τον Τούρκο πρόεδρο Ερντογάν τη ∆ευτέρα, συνηθίζονται οι προβλέψεις ως προς το «καλάθι» των προσδοκιών που υπάρχουν. Λέγεται για παράδειγµα ότι κρατάµε «µικρό καλάθι» ή και «µεγάλο καλάθι» προσδοκιών ενίοτε. Στην περίπτωση του ελληνοτουρκικού διαλόγου διαχρονικά το «καλάθι» ήταν πάντα «µικρό». Όταν µάλιστα κάποιοι θέλησαν να το δουν µεγάλο και γεµάτο καλούδια από την ελληνική πλευρά, δεν πέρασε πολύς καιρός για να οµολογήσουν το «mea culpa».

Στην προκειµένη περίπτωση της συνάντησης της ∆ευτέρας ο Έλληνας πρωθυπουργός δείχνει ότι δεν κρατάει καθόλου καλάθι. Μάλιστα ο κ. Μητσοτάκης µεταβαίνοντας στην Άγκυρα δεν χρειάζεται ούτε καν αποσκευές, αφού, σύµφωνα µε τις τελευταίες ανακοινώσεις του προγράµµατός του, θα επιστρέψει στο γραφείο του το απόγευµα της ίδιας ηµέρας. Ο τρόπος άλλωστε που προετοιµάζουν ή προδιαθέτουν για τη συνάντηση οι Τούρκοι κάθε άλλο παρά προσδοκίες δηµιουργεί. Οι διαδοχικές δηλώσεις από την πλευρά της Άγκυρας είτε για το Αιγαίο είτε για τους µουσουλµάνους της Θράκης, γαρνιρισµένες µε ολίγη «Γαλάζια Πατρίδα», απογοητεύουν ακόµη και τους πλέον ένθερµους θιασώτες της ελληνοτουρκικής φιλίας είτε στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών είτε εκτός σε άλλα κυβερνητικά πόστα, είτε σε διάφορες πρωτεύουσες της ∆ύσης. Ακόµη χειρότεροι από τις δηλώσεις είναι οι χειρισµοί της Άγκυρας, είτε µιλήσουµε για διάφορες προκλητικού χαρακτήρα NAVTEX είτε πολύ περισσότερο για τη µετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαµί - σηµαντικού βυζαντινού χριστιανικού µνηµείου υπό την προστασία της UNESCO.

Θα µπορούσε να πει κάποιος ότι οι Τούρκοι πάσχουν από πολιτιστικό βαρβαρισµό και δεν είναι σε θέση να εγγυηθούν την προστασία του βυζαντινού πολιτισµού, που έχουν θέσει από αιώνες στην κατοχή τους, προσοµοιάζοντας µε τους µουτζαχεντίν του Ισλαµικού Κράτους στη Μεσοποταµία ή τους Ταλιµπάν στο Αφγανιστάν, αλλά πρόλαβαν κάποιοι ήδη να µιλήσουν για επιχείρηση του Ερντογάν να συσπειρώσει τις ψήφους των ισλαµιστών της Τουρκίας, στους οποίους έχει διαρροές το ΑΚΡ, το κόµµα του, έστω και αν οι επόµενες εκλογές είναι το 2028. Από την πλευρά του ο Ερντογάν, µιλώντας στο υπουργικό του συµβούλιο τις τελευταίες ηµέρες, θέλησε να ισορροπήσει το κλίµα υποστηρίζοντας: «∆εν έχουµε κανένα πρόβληµα που δεν µπορούµε να λύσουµε µε τις χώρες της περιοχής µας. Πιστεύουµε ότι δεν υπάρχει πόρτα που δεν µπορεί να ανοίξουν ο διάλογος και η διαπραγµάτευση. Αρκεί να υπάρξει προσέγγιση µε καλή πρόθεση και να δοθεί ευκαιρία στη διπλωµατία. Η συνέχεια θα έρθει µε λίγη προσπάθεια και λίγη θυσία».

Είναι σαφές ότι ο πρόεδρος της ισλαµικής Τουρκίας Ερντογάν δεν χρησιµοποιεί τον διάλογο µε γειτονικές χώρες και ειδικά µε την Ελλάδα προσχηµατικά αλλά παρελκυστικά. Η τουρκική διπλωµατία θέτει συνεχώς θέµατα στο τραπέζι, όχι απαραίτητα καινοφανή αλλά νοµικά έωλα. Αυτή η διαδικασία οδηγεί την Ελλάδα συνεχώς σε «αµυντική» θέση, αφού από την πλευρά της η Αθήνα µιλά για µία και µόνο διµερή διαφορά. Πέραν αυτών, η στρατηγική Ερντογάν διαφαίνεται και από τη διατύπωση ότι ο «δικέφαλος αετός» υπήρξε το σύµβολο των Σελτζούκων Τούρκων και όχι των Βυζαντινών.

Ο τρόπος διαλόγου µε την Τουρκία θα πρέπει να είναι σαφής και οριστικός. Η ελληνική πλευρά µπορεί να θέτει δηµόσια και απροσχηµάτιστα τις σαφείς θέσεις της και να εκφράζει τη βούλησή της για την εξέλιξη του διαλόγου µιλώντας ταυτόχρονα για την καταπάτηση των ατοµικών, εθνοτικών και θρησκευτικών δικαιωµάτων στην Τουρκία. Σηµειωτέον ότι ο βυζαντινός πολιτισµός δεν είναι αµιγώς ελληνικός και η προστασία των µνηµείων και των συµβόλων δεν µπορεί να εναπόκειται µόνο στην Ελλάδα από την πλευρά της ∆ύσης, αλλά και στα χριστιανικά κράτη των Σλάβων από την πλευρά της Ανατολής.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή