Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στέλνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τα κράτη-μέλη και τις επιχειρήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης σχετικά με τη χρήση αλγορίθμων και συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης στον χώρο εργασίας, έκανε σαφές ότι θα πρέπει να διέπετε από αυστηρούς κανόνες, με επίκεντρο τον άνθρωπο, τα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά του.

Καθώς η ψηφιοποίηση της εργασίας επιταχύνεται, όλο και περισσότερες αποφάσεις που αφορούν τους εργαζόμενους λαμβάνονται ή υποστηρίζονται από αυτοματοποιημένα συστήματα, γεγονός που δημιουργεί νέες ευκαιρίες για οργάνωση και αποδοτικότητα, αλλά ταυτόχρονα γεννά σοβαρούς κινδύνους για τη διαφάνεια και την ιδιωτικότητα στον χώρο εργασίας.

Σε πρόσφατη έκθεση νομοθετικής πρωτοβουλίας, η οποία εγκρίθηκε με ευρεία πλειοψηφία, το Κοινοβούλιο κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προχωρήσει στη θέσπιση ειδικής ευρωπαϊκής νομοθεσίας για την αλγοριθμική διαχείριση στην εργασία. Στόχος των ευρωβουλευτών είναι να διασφαλιστεί ότι τα αυτοματοποιημένα συστήματα παρακολούθησης και λήψης αποφάσεων χρησιμοποιούνται με διαφάνεια, δικαιοσύνη και ασφάλεια, χωρίς να υπονομεύονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των εργαζομένων, καθώς και η προστασία των προσωπικών τους δεδομένων.

Αν και αναγνωρίζεται ότι η θετική συμβολή της τεχνητής νοημοσύνης στην οργάνωση της εργασίας, επισημαίνεται ότι δεν μπορεί να λειτουργεί ανεξέλεγκτα.
Βασική αρχή των προτάσεων είναι ότι ο άνθρωπος θα πρέπει να παραμένει στο επίκεντρο. Οι ευρωβουλευτές τονίζουν ότι καμία κρίσιμη απόφαση στον χώρο εργασίας δεν θα πρέπει να λαμβάνεται αποκλειστικά από έναν αλγόριθμο. Αποφάσεις που αφορούν την πρόσληψη, την απόλυση, την ανανέωση ή μη μιας σύμβασης, τις αλλαγές στις αποδοχές, την αξιολόγηση της απόδοσης ή την επιβολή πειθαρχικών μέτρων οφείλουν να λαμβάνονται από άνθρωπο και να υπόκεινται σε ουσιαστικό ανθρώπινο έλεγχο. Ακόμη και όταν η τεχνητή νοημοσύνη χρησιμοποιείται για να υποστηρίξει αυτές τις διαδικασίες, η τελική ευθύνη δεν μπορεί να ανατεθεί σε ένα λογισμικό.
Ιδιαίτερη σημασία δίνεται στο δικαίωμα των εργαζομένων να γνωρίζουν και να κατανοούν τον τρόπο με τον οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις που τους αφορούν. Το Κοινοβούλιο ζητά να κατοχυρωθεί το δικαίωμα ενημέρωσης σχετικά με το αν και πώς χρησιμοποιούνται τα αλγοριθμικά συστήματα, ποια δεδομένα συλλέγονται και επεξεργάζονται και με ποιον τρόπο αυτά επηρεάζουν τις συνθήκες εργασίας. Παράλληλα, οι εργαζόμενοι θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ζητούν εξηγήσεις για αποφάσεις που λαμβάνονται ή υποστηρίζονται από τέτοια συστήματα και, εφόσον θεωρούν ότι αδικήθηκαν, να ζητούν επανεξέταση από άνθρωπο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, προβλέπεται ακόμη και η δυνατότητα τροποποίησης ή διακοπής της χρήσης ενός τέτοιου συστήματος.

Η ανάγκη αυτών των ρυθμίσεων γίνεται πιο κατανοητή αν λάβουμε υπόψη ,το πώς εφαρμόζεται η αλγοριθμική διαχείριση σε διάφορες χώρες. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι αλγόριθμοι χρησιμοποιούνται ευρέως για την επιλογή προσωπικού, την παρακολούθηση παραγωγικότητας και την αξιολόγηση απόδοσης, συχνά με περιορισμένο ρυθμιστικό έλεγχο. Σε μεγάλες αποθήκες και εταιρείες logistics, οι ρυθμοί εργασίας καθορίζονται από λογισμικό, δημιουργώντας έντονη πίεση στους εργαζόμενους. Στη Γερμανία, αντίθετα, η χρήση τέτοιων συστημάτων συνοδεύεται από ισχυρό εργατικό δίκαιο και τη συμμετοχή των συμβουλίων εργαζομένων, τα οποία έχουν λόγο στην εισαγωγή ψηφιακών εργαλείων παρακολούθησης. Στη Γαλλία, οι εργαζόμενοι έχουν δικαίωμα ενημέρωσης και ανθρώπινης παρέμβασης όταν μια απόφαση βασίζεται σε αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ενώ έχει κατοχυρωθεί και το δικαίωμα αποσύνδεσης από την εργασία εκτός ωραρίου. Η Ισπανία προχώρησε ακόμη πιο πέρα, υποχρεώνοντας τις ψηφιακές πλατφόρμες να αποκαλύπτουν τα βασικά κριτήρια λειτουργίας των αλγορίθμων τους στους εργαζόμενους.

Στην Ελλάδα, η χρήση αλγορίθμων στην εργασία βρίσκεται σε φάση σταδιακής ανάπτυξης. Εντοπίζεται κυρίως στις ψηφιακές πλατφόρμες διανομής, στα τηλεφωνικά κέντρα, στον τομέα των logistics και σε μεγάλους οργανισμούς, όπως τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες. Εκεί, τα αλγοριθμικά συστήματα χρησιμοποιούνται για την κατανομή εργασιών, τη μέτρηση της απόδοσης και τη διαχείριση του χρόνου εργασίας. Δεν υπάρχει ακόμη ειδικό εθνικό νομικό πλαίσιο για την αλγοριθμική διαχείριση, με αποτέλεσμα η προστασία των εργαζομένων να βασίζεται κυρίως στον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων και στις γενικές διατάξεις του εργατικού δικαίου. Παρά τις κατευθυντήριες γραμμές της Αρχής Προστασίας Δεδομένων, πολλοί εργαζόμενοι δεν γνωρίζουν πώς ακριβώς χρησιμοποιούνται τα δεδομένα τους.
Ένα ακόμη κρίσιμο ζήτημα που αναδεικνύεται είναι η προστασία της ιδιωτικής ζωής. Οι ευρωβουλευτές ζητούν να απαγορευτεί ρητά η επεξεργασία δεδομένων που σχετίζονται με τη συναισθηματική ή ψυχολογική κατάσταση των εργαζομένων, οι ιδιωτικές επικοινωνίες, η δυνατότητα εντοπισμού εκτός ωραρίου και τα δεδομένα που αφορούν συνδικαλιστική δράση. Παράλληλα, εκφράζουν ανησυχία για πρακτικές που εντείνουν την πίεση και υπονομεύουν την ψυχική και σωματική υγεία μέσω της συνεχούς αξιολόγησης.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλείται πλέον να απαντήσει εντός τριών μηνών στο αίτημα του Κοινοβουλίου. Σε κάθε περίπτωση, η πρωτοβουλία αυτή σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα προς μια πιο ανθρώπινη ψηφιακή μετάβαση, όπου η τεχνολογία λειτουργεί ως εργαλείο υποστήριξης της εργασίας και όχι ως μηχανισμός ανεξέλεγκτου ελέγχου, με σεβασμό στα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια των εργαζομένων.