
Aλβάρο Περέιρα στα Παραπολιτικά: "Η ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ θα παραµείνει ισχυρή και το 2026"
Συνέντευξη στον Κώστα Παπαχλιμίντζο
Τις εκτιμήσεις για την οικονομία της χώρας, που παραμένει ευάλωτη στο νέο διεθνές περιβάλλον, κατέθεσε στα "Παραπολιτικά" ο επικεφαλής οικονομολόγος στον ΟΟΣΑ, Aλβάρο Περέιρα, αναλύοντας και τις διεθνείς επιπτώσεις από τους δασμούς του Τραμπ
Καθηγητής Oικονοµικών και πρώην υπουργός Οικονοµικών στην Πορτογαλία, ο Aλβάρο Περέιρα είναι σήµερα ο επικεφαλής οικονοµολόγος στον ΟΟΣΑ και από τους πιο έµπειρους στα δηµόσια οικονοµικά διεθνώς. Μιλώντας στα «Π», προειδοποιεί για τις συνέπειες των δασµών του Ντόναλντ Τραµπ και αναλύει τις προκλήσεις και τις προοπτικές της ελληνικής οικονοµίας.
Βιώνουµε την αυγή ενός παγκόσµιου εµπορικού πολέµου; Πώς θα επηρεάσει η επιβολή νέων δασµών την παγκόσµια οικονοµία και ειδικά την Ευρωπαϊκή Ενωση;
Η αβεβαιότητα γύρω από τις εµπορικές πολιτικές είναι αυτή τη στιγµή πολύ υψηλή. Η αύξηση των δασµών από την κυβέρνηση των ΗΠΑ θα αυξήσει την τιµή που πληρώνουν οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις για αγαθά και υπηρεσίες, αποδυναµώνοντας τη συνολική ζήτηση. Η επιβολή αντιποίνων από άλλες χώρες θα ενίσχυε περαιτέρω τις επιπτώσεις στο ΑΕΠ και τον πληθωρισµό. Στην πιο πρόσφατη Ενδιάµεση Οικονοµική Προοπτική µας, στα µέσα Μαρτίου, εκτιµήσαµε τις επιπτώσεις ενός υποθετικού σεναρίου αύξησης των διµερών δασµών µεταξύ των ΗΠΑ και των εµπορικών τους εταίρων. ∆είξαµε ότι µια µόνιµη αύξηση κατά 10 ποσοστιαίες µονάδες στους διµερείς δασµούς που επιβάλλουν οι Ηνωµένες Πολιτείες σε όλες τις εισαγωγές µη βασικών αγαθών, καθώς και αντίστοιχα αντίποινα από τους εµπορικούς εταίρους, θα µείωνε την παγκόσµια παραγωγή κατά περίπου 0,3% έως το τρίτο έτος και θα αύξανε τον παγκόσµιο πληθωρισµό κατά 0,4 ποσοστιαίες µονάδες ετησίως, κατά µέσο όρο, τα πρώτα τρία χρόνια. Ο όγκος του παγκόσµιου εµπορίου θα µειωνόταν κατά 2%. Είναι σηµαντικό να σηµειωθεί ότι η παγκόσµια εµπορική πολιτική υφίσταται σηµαντικές αλλαγές εδώ και καιρό - οι νέοι δασµοί δεν ξεκίνησαν αυτή τη µετατόπιση. Τα περιοριστικά µέτρα στις εισαγωγές αυξάνονται εδώ και καιρό: Το 2024 εκτιµάται ότι αυτά τα µέτρα επηρέασαν το 11,8% των παγκόσµιων εισαγωγών, σε σύγκριση µε µόλις 0,6% το 2009. Κατά συνέπεια, το γεωπολιτικό περιβάλλον στο οποίο λειτουργούµε είναι πιο σύνθετο απ’ ό,τι στο παρελθόν, αλλά η αποτελεσµατική διεθνής συνεργασία παραµένει απαραίτητη για την αντιµετώπιση των κοινών παγκόσµιων προκλήσεων. Η διεθνής σκηνή είναι πιο πολωµένη και τα ζητήµατα και οι προσεγγίσεις είναι πιο αµφιλεγόµενα. Ωστόσο, εξακολουθεί να υπάρχει έντονη διάθεση να επιτευχθούν συγκεκριµένοι στόχοι - απλώς χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια για να υλοποιηθούν. Αυτό περιλαµβάνει τη διασφάλιση ανοιχτών, καλά λειτουργούντων αγορών, για την ενίσχυση της ανάπτυξης και την επίτευξη των στόχων για µηδενικές καθαρές εκποµπές ταχύτερα και µε χαµηλότερο κόστος. Η αποπαγκοσµιοποίηση, η αποσύνδεση ή ο οικονοµικός κατακερµατισµός θα επιδείνωναν τις συνθήκες για όλους µας. Ο ΟΟΣΑ συνεχίζει να προάγει τη θετική και χωρίς αποκλεισµούς διεθνή συνεργασία, παρέχοντας αναλύσεις βασισµένες σε δεδοµένα, ενισχύοντας την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και την ανάπτυξη κοινών προτύπων και λειτουργώντας ως πλατφόρµα και κοινότητα για τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής.
Ποια είναι η άποψή σας για το σχέδιο ReArm Europe;
Η Ε.Ε. θέλει να αυξήσει τις στρατιωτικές της δαπάνες. Θα χρειαστεί να θυσιάσει µέρος των κοινωνικών δαπανών της για να το επιτύχει; Τέτοιες δαπάνες θα συµβάλουν στην ισχυρότερη βραχυπρόθεσµη οικονοµική ανάπτυξη, όµως τα αποτελέσµατα θα διαφέρουν ανάµεσα στα κράτη-µέλη της Ε.Ε., ανάλογα µε τον διαθέσιµο δηµοσιονοµικό χώρο, το µέγεθος των αµυντικών τοµέων και τις υπάρχουσες εφεδρικές παραγωγικές δυνατότητες. Συνολικά, είναι πιθανό να οδηγήσει σε πιο χαλαρή δηµοσιονοµική στάση και σε αύξηση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ στη ζώνη του ευρώ. Ωστόσο, µεσοπρόθεσµα, οι µόνιµες αυξήσεις στις αµυντικές δαπάνες θα πρέπει να συνοδευτούν από προσεκτικά σχεδιασµένες δηµοσιονοµικές προσαρµογές. Η αυξηµένη δηµόσια δανειοδότηση µπορεί να διευκολύνει τη µετάβαση σε υψηλότερες αµυντικές δαπάνες. Παρ’ όλα αυτά, οι µόνιµες αυξήσεις δεν θα πρέπει να χρηµατοδοτούνται αποκλειστικά µε δανεισµό και θα πρέπει να εντοπιστούν τρόποι ανακατανοµής των δαπανών ή αύξησης των εσόδων. Ο προσεκτικός σχεδιασµός των δηµοσιονοµικών προσαρµογών είναι απαραίτητος για τη διατήρηση της κοινωνικής στήριξης και την εξασφάλιση πόρων για τις µακροπρόθεσµες προκλήσεις.
Ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Moody’s αναβάθµισε πρόσφατα την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Ποια είναι η άποψή σας για τις προοπτικές της ελληνικής οικονοµίας;
Χάρη σε σηµαντικές µεταρρυθµίσεις που εφαρµόστηκαν τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα έχει σηµειώσει ουσιαστική πρόοδο στην αντιµετώπιση χρόνιων ανισορροπιών. Το δηµόσιο χρέος µειώθηκε ραγδαία στο 158,2% το τρίτο τρίµηνο του 2024, από το υψηλότερο σηµείο του στο 209,4% το 2020. Η ανεργία έφτασε σε ιστορικά χαµηλά επίπεδα, στο 8,6%, τον Φεβρουάριο του 2025. Οι επενδύσεις και το ποσοστό εξαγωγών υψηλής τεχνολογίας αυξήθηκαν. Η υγεία του τραπεζικού τοµέα έχει επίσης βελτιωθεί σηµαντικά, αν και το υψηλό ποσοστό µη εξυπηρετούµενων δανείων εξακολουθεί να απαιτεί στενή παρακολούθηση. Αυτά τα επιτεύγµατα αντικατοπτρίζονται στην αναβάθµιση και έχουν ληφθεί υπόψη και στις θετικές προβλέψεις για την Ελλάδα στην τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ τον ∆εκέµβριο του 2024. Εκτιµήσαµε ότι η ανάπτυξη του ΑΕΠ θα παραµείνει ισχυρή, στο 2,2% για το 2025 και στο 2,5% για το 2026. Ωστόσο, οι διεθνείς εξελίξεις από τον ∆εκέµβριο του 2024 έχουν επηρεάσει τις προοπτικές. Επιπλέον, η επιβολή νέων διµερών δασµών και η αυξηµένη αβεβαιότητα ενδέχεται να περιορίσουν περαιτέρω την ανάπτυξη στη ζώνη του ευρώ και τις εξαγωγικές προοπτικές της Ελλάδας. Ως µικρή, ανοικτή οικονοµία, η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στο νέο διεθνές περιβάλλον.
Ποιες είναι οι βασικές προκλήσεις που αντιµετωπίζει η ελληνική οικονοµία και µε ποιους τρόπους µπορεί η κυβέρνηση να τις αντιµετωπίσει;
Η ενίσχυση της αύξησης της παραγωγικότητας και η µείωση του ακόµη υψηλού επιπέδου χρέους θα είναι καίριας σηµασίας για τη βιώσιµη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στην Ελλάδα. Το 2023, η ελληνική οικονοµία ήταν περίπου 40% λιγότερο παραγωγική από τον µέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ και η παραγωγικότητα δεν κατάφερε να συγκλίνει την τελευταία δεκαετία. Το δηµόσιο χρέος παραµένει το δεύτερο υψηλότερο στον ΟΟΣΑ. Στο τέλος της δεκαετίας του 2030, σηµαντικό µέρος του χρέους θα πρέπει να αναχρηµατοδοτηθεί, γεγονός που θα µπορούσε να αυξήσει αισθητά το κόστος εξυπηρέτησής του λόγω των συνθηκών στις αγορές και της ανόδου των αποδόσεων των οµολόγων.
Γιατί ο ΟΟΣΑ επέλεξε την Κρήτη για την ίδρυση του θεµατικού του κέντρου;
Πώς λειτουργεί µέχρι στιγµής αυτή η πρωτοβουλία; Ο ΟΟΣΑ και η ελληνική κυβέρνηση ίδρυσαν το Κέντρο για τη ∆υναµική του Πληθυσµού στην Κρήτη για την αντιµετώπιση κρίσιµων ζητηµάτων που σχετίζονται µε τις δηµογραφικές αλλαγές και τις επιπτώσεις τους στις οικονοµίες και τις κοινωνίες. Οπως και πολλές άλλες χώρες του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα έχει βιώσει σηµαντικές δηµογραφικές αλλαγές τα τελευταία χρόνια, µε ραγδαία πτώση των ποσοστών γεννήσεων και απότοµη αύξηση του λόγου ηλικιωµένων προς τον ενεργό πληθυσµό. Παρόλο που αυτές οι προκλήσεις είναι κοινές σχεδόν σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες µε τη µεγαλύτερη ταχύτητα γήρανσης του πληθυσµού, γεγονός που την καθιστά ιδανική για την παροχή χρήσιµων εµπειριών και τη διευκόλυνση συγκρίσεων πολιτικής µε χώρες που αντιµετωπίζουν παρόµοιες δηµογραφικές εξελίξεις.
*Δημοσιευτηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»