Στις 3 Απριλίου, πριν από δύο εβδομάδες δηλαδή, ο Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε κατά την «Ημέρα Απελευθέρωσης» την επιβολή δασμού 20% στις εισαγωγές (και) από την Ευρωπαϊκή Ενωση στις ΗΠΑ. Λίγες ημέρες αργότερα, στις 9 Απριλίου, ανακοίνωσε ότι παγώνει για 90 ημέρες τους δασμούς στις εισαγωγές όλων των υπόλοιπων χωρών, πλην της Κίνας, εφαρμόζοντας ένα ποσοστό 10%. Στο ενδιάμεσο, η Ευρωπαϊκή Ενωση είχε ανακοινώσει αντίμετρα κατά των αμερικανικών δασμών στον χάλυβα και στο αλουμίνιο, που είχαν μπει πρωτύτερα, με στοχευμένους δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα. Ολα αυτά σηματοδοτούν, αν μη τι άλλο, την έναρξη ενός εμπορικού πολέμου, που δεν μπορεί να αφήσει τη χώρα μας ανεπηρέαστη, παρόλο που οι ελληνικές εξαγωγές προς τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι αθροιστικής αξίας 2,4 δισ. ευρώ ετησίως, σε σχετικά χαμηλό επίπεδο δηλαδή.

Διαβάστε ακόμη: Αντιδράσεις από την δήλωση στενής συνεργάτιδας του Τραμπ: "Οι χριστιανοί πρέπει να επισκέπτονται το Ισραήλ για να μπουν στον Παράδεισο"


Η συζήτηση αυτή έχει ανάψει για τα καλά σε πολιτικούς, οικονομικούς και τραπεζικούς κύκλους στην Ευρώπη και τα «Π» παρευρέθησαν σε μια κλειστή συνάντηση με ανώτατα τραπεζικά στελέχη, που συνομίλησαν υπό τον όρο της ανωνυμίας. Οι κορυφαίοι αυτοί τραπεζικοί αξιωματούχοι επεσήμαναν ότι, κατ’ αρχάς, η Ελλάδα θα βιώσει το άμεσο αποτέλεσμα των δασμών, δηλαδή στα αγροτικά προϊόντα που εξάγουμε στις ΗΠΑ, ξεχωρίζοντας το λάδι, το τυρί και τα μεταποιημένα ροδάκινα, αλλά κάνοντας αναφορά και στο τσιμέντο και σε άλλα δομικά υλικά. Εξήγησαν τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών, επισημαίνοντας ότι οι Αμεσες Ξένες Επενδύσεις από τις ΗΠΑ κυμαίνονται περίπου στο 6%, οι τουριστικές αφίξεις στο 3,8% και οι τουριστικές εισπράξεις στο 7%

Επιπτώσεις



Καθώς, όμως, όπως τόνισαν, η νέα δασμολογική πολιτική, εφόσον τελικά εφαρμοστεί όπως αρχικά εξαγγέλθηκε, θα πλήξει κυρίως τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες -όπως η Γαλλία και η Γερμανία-, που εξάγουν βιομηχανικά και άλλα προϊόντα σε μεγάλο ποσοστό προς τις ΗΠΑ, αυτό θα επηρεάσει αρνητικά και την ανάπτυξη στην ευρωζώνη, ενώ θα οδηγήσει και σε μειωμένη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μια τέτοια εξέλιξη, συνεπώς, θα έχει επιπτώσεις και στην ελληνική οικονομία δευτερογενώς, με ώνοντας δηλαδή τις εξαγωγές ελληνικών προϊόντων προς τις ευρωπαϊκές χώρες και τον όγκο των υπηρεσιών προς τους Ευρωπαίους καταναλωτές. Υπενθυμίζουν, δε, ότι η ιδιωτική κατανάλωση ανέρχεται στη χώρα μας στο 70% του ΑΕΠ, κάτι που δείχνει ότι, αν μπούμε τελικά στο προαναφερθέν σπιράλ, το τέλος της διαδρομής θα επιφυλάσσει πιθανότατα αρνητικές εκπλήξεις για την ελληνική οικονομία.

Ετσι, στο χειρότερο σενάριο, η επίπτωση στους φετινούς ρυθμούς ανάπτυξης μπορεί να φτάσει ακόμα και τη μισή μονάδα, ενώ η ευρωζώνη θα έχει μία μονάδα χαμηλότερη ανάπτυξη από το προβλεπόμενο. Αντί, δηλαδή, για ανάπτυξη της τάξης του 2,2% για το 2025 στην Ελλάδα, όπως είναι η τελευταία εκτίμηση του ΙΟΒΕ, αυτή μπορεί να υποχωρήσει και να κλείσει στο 1,7%.

Επέλαση

Υπάρχει, ωστόσο, και ακόμα μία παράμετρος, την οποία ανέδειξαν τα ανώτατα τραπεζικά στελέχη στη συζήτηση αυτή. Αφορά τις έμμεσες επιπτώσεις που θα έχει συνολικά στην Ευρώπη η επιβολή δασμών ύψους 145% στα κινεζικά προϊόντα στις ΗΠΑ, με την Ουάσινγκτον να απειλεί, μάλιστα, το Πεκίνο να ανεβάσει τους δασμούς ακόμα και στο 245%, σύμφωνα με δήλωση του Λευκού Οίκου. Εφόσον, λοιπόν, ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας «αγριέψει», όπως όλα δείχνουν, τότε οι κινεζικές εταιρείες και το κράτος μπορεί να οδηγηθούν στην επιλογή να κατευθύνουν τις εξαγωγές τους στην Ευρώπη. Αυτό, με τη σειρά του, μπορεί να οδηγήσει την Ευρωπαϊκή Ενωση να «πλημμυρίσει», όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν, με πιο φθηνά -και, συνεπώς, πιο ανταγωνιστικά- προϊόντα από την Κίνα, επιφέροντας ένα σημαντικό πλήγμα στις ευρωπαϊκές βιομηχανίες και βιοτεχνίες. Υπάρχει, ωστόσο και μια χαραμάδα αισιοδοξίας για τη χώρα μας, όπως παρατηρούν οι κορυφαίοι τραπεζικοί παράγοντες με τους οποίους συνομιλήσαμε. Αυτή προέρχεται από το γεγονός ότι η δασμολογική πολιτική των ΗΠΑ και ο συνεπακόλουθος εμπορικός πόλεμος μπορεί να προκαλέσουν μια μεγάλη ανακατανομή των Αμεσων Ξένων Επενδύσεων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Μια τέτοια εξέλιξη μπορεί να βγάλει την Ελλάδα κερδισμένη, αφού ως χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, της ευρωζώνης και του ΝΑΤΟ, με σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης, μειωμένη ανεργία και υγιές τραπεζικό σύστημα, μπορεί να αποτελέσει ένα ασφαλές «καταφύγιο» για επενδυτές και επιχειρηματίες. Υπενθυμίζουμε ότι τη Μεγάλη Τρίτη, κατά την πρώτη επίσημη συνάντηση που είχε με τον νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κώστα Τασούλα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επεσήμανε πως «αυτή η παγκόσμια οικονομική αναταραχή καθιστά ακόμα πιο σημαντική τη σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας και τη δημοσιονομική ισορροπία την οποία έχουμε πετύχει. Αυτή η δημοσιονομική ισορροπία είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζονται όλες οι οικονομικές μας πολιτικές. Και, βέβαια, σε οποιαδήποτε περίοδο αναταραχής το να υπάρχει οικονομική και πολιτική σταθερότητα καθίσταται ακόμα πιο σημαντικό ζητούμενο των καιρών»

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά