Στον χώρο της μουσικής μετρά τέσσερις δεκαετίες και αμέτρητες συνεργασίες με κορυφαίους Ελληνες συνθέτες.

Πάντα χαμηλών τόνων, όσο ψηλά και αν ανέβηκε, ο Μανώλης Μητσιάς ποτέ δεν ξέχασε το «Α και το Ω του», όπως λέει για τον Νίκο Γκάτσο.

Η μουσικοθεατρική παράσταση «Ο Γκάτσος που αγάπησα», με βασική συνεργάτιδά του την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, έγινε sold out τον περασμένο χειμώνα. Φέτος, επιστρέφει στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, στις 6 Οκτωβρίου.

«Ο Γκάτσος άνοιξε την πόρτα για να μπω στον παράδεισο του καλού ελληνικού τραγουδιού. Γνωριστήκαμε το 1968 και έκτοτε ξεκίνησε μια δυνατή φιλία, που κράτησε μια ζωή», εξομολογείται στο «S» ο Μανώλης Μητσιάς. «Ηταν πολύ μεγάλος ποιητής, πρωτεργάτης του υπερρεαλισμού στην ελληνική ποίηση. Τα τραγούδια του σε μουσικές μεγάλων συνθετών (Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, Κηλαηδόνης) λατρεύτηκαν.

Τα τραγούδησε σε δύσκολους καιρούς. Σε στιγμές μοναξιάς εμείς τα αναπολούμε, τα λέμε και έτσι κυλάνε οι στιγμές». Πάνω από όλα, ο Μ. Μητσιάς λάτρεψε την προσωπικότητα του Ν. Γκάτσου, αφού θα έλεγε κανείς πως αυτοί οι δύο καλλιτέχνες μοιάζουν.

Οπως αποκαλύπτει, «ο Γκάτσος δεν προκάλεσε ποτέ. Ηταν σοβαρός, μετρημένος στις κινήσεις και στις λέξεις του». Και αυτή είναι η φιλοσοφία και του ίδιου του Μανώλη Μητσιά, ο οποίος λέει χαρακτηριστικά: «Δεν χρειάζεται να λέμε πολλά. Ο χαρακτήρας του Γκάτσου αποτυπώθηκε σε έναν στίχο του: “Μονάχος βρες την άκρη της κλωστής”. Μια τόση δα πρόταση περιγράφει ολόκληρη τη φιλοσοφία του Γκάτσου που θαυμάζω».

Ο Μ. Μητσιάς πέρασε δύσκολα όταν ξεκίνησε και γι’ αυτό έμαθε να αγκαλιάζει τους νέους καλλιτέχνες, να τους ακούει και να τους στηρίζει.

«Οι εταιρείες μάς πέρναγαν από ακροάσεις ξανά και ξανά. Μπαίναμε στα studios, ηχογραφούσαμε και εκείνοι άκουγαν όλες τις λεπτομέρειες στις φωνές μας», θυμάται.

«Η μουσική σήμερα ούτε με γοητεύει ούτε με απογοητεύει. Υπάρχουν ταλαντούχα παιδιά που γράφουν πολύ ωραία μουσική, όπως ο Κραουνάκης, οι αδελφοί Κατσιμίχα και ο Μάλαμας. Βέβαια, σήμερα είναι απλώς τραγούδια. Τότε ήταν έργα», αναπολεί. Και στην επικαιρότητα διαπιστώνει την αλλαγή: βλέπει τηλεόραση, κυρίως ειδήσεις, και ενημερώνεται για τις εξελίξεις. Συχνά όμως απογοητεύεται.

«Ζούμε δύσκολες μέρες. Το επίπεδο των πολιτικών -γιατί κατά κάποιον τρόπο αυτοί μάς κατευθύνουνείναι πραγματικά πολύ χαμηλό σε σχέση με το παρελθόν».

Εκείνος, αν και είναι πολιτικοποιημένος, δεν θα ασχολιόταν ποτέ πιο ενεργά. «Μου το έχουν προτείνει, αλλά η απάντηση είναι ξεκάθαρα όχι. Διότι πρέπει να λες συνέχεια ψέματα και εμένα δεν είναι του χαρακτήρα μου. Ετσι ήταν πάντα οι πολιτικοί στην εξουσία: ένα με το ψέμα. Σήμερα ίσως είναι λίγο χειρότερα τα πράγματα, γενικώς».

*Δημοσιεύτηκε στο ένθετο «Πολιτισμός» της εφημερίδας ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ, 30/9/2017