Η απόσταση που χωρίζει τον Δήμο Αγίας Παρασκευής Αττικής από τον δημοτικό καταυλισμό προσφύγων στον Καρά Τεπέ στη Λέσβο είναι μεγάλη. Ωστόσο, υπάρχει κάτι που ενώνει αυτά τα δύο σημεία της ελληνικής επικράτειας· το υπέροχο μπρούτζινο γλυπτό «Αλληλεγγύη» που κοσμεί, από την Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2017, την είσοδο του καταυλισμού. Το έργο που εκφράζει τη συγκινητική προσπάθεια των κατοίκων της Μυτιλήνης για τη διάσωση και φροντίδα των προσφύγων.

Και πώς αυτό συνδέεται με την Αγία Παρασκευή; Μα ο καλλιτέχνης που συνέλαβε την ιδέα και σμίλεψε το συγκεκριμένο μνημείο Αλληλεγγύης, ο Γιώργος Ρουμελιώτης, ζει κι εργάζεται -με τον «αθόρυβο» τρόπο που έχει επιλέξει- στην πόλη της Αγίας Παρασκευής.

Το «Ε» επιδίωξε να τον συναντήσει και να μιλήσει μαζί του για την «Αλληλεγγύη», ως Τέχνη αλλά και ως κοινωνική αναγκαιότητα, για τους λόγους που τον απομάκρυναν από τα γήπεδα ποδοσφαίρου για να τον οδηγήσουν στα εικαστικά πεδία, για τους νέους καλλιτέχνες και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.

Οι απαντήσεις του σύντομες, εύστοχες και προσεγμένες, όπως τα χτυπήματα του ματρακά στη σμίλη του, που «αποκαλύπτει», σιγά και μεθοδικά, το επόμενο δημιούργημά του…


Πώς επιλεγήκατε για τη δημιουργία ενός τόσο εμβληματικού έργου, όπως το γλυπτό «Αλληλεγγύη»;

Ήταν μια συγκυρία. Βρισκόμουν την επίμαχη εποχή στη Μυτιλήνη, συνομιλούσα με τον δήμαρχο Σπύρο Γαληνό και κατάλαβα τη βαθιά επιθυμία του ν’ αποτυπωθεί σε κάτι διαχρονικό η μεγαλειώδης προσπάθεια των κατοίκων της Λέσβου για τη διάσωση των προσφύγων. Κάπως έτσι «γεννήθηκε» η ιδέα του γλυπτού.

Τι αντιπροσωπεύει για εσάς η αλληλεγγύη και με ποια συχνότητα τη συναντάτε στην καθημερινότητα γύρω σας;

Η αλληλεγγύη είναι μια έννοια με πολύ βαθιά νοήματα. Είναι ένα αίσθημα που κατ’ εμένα πρέπει να υπάρχει μέσα στην ψυχή του ανθρώπου από την απαρχή του. Δεν είναι κάτι το οποίο αποκτάς ή εκπαιδεύεσαι σε αυτό.

Δείτε τι έγινε τότε. Κανείς δεν είπε στους ψαράδες, μεσάνυχτα, να βγουν, με βροχή και μποφόρ, να πάρουν τις βάρκες τους και να πάνε να σώσουν ανθρώπους από τη θάλασσα.

Τη συναντάμε την αλληλεγγύη γύρω μας, αλλά ίσως όχι στη συχνότητα που θα θέλαμε ή θα είχαμε ανάγκη.

Είχατε παρακολουθήσει με όλους εμάς την ατέλειωτη σειρά των φουσκωτών σκαφών που αράδιαζαν στη Μυτιλήνη και τα άλλα νησιά μας κατατρεγμένες ψυχές προσφύγων. Τι αισθανθήκατε όταν κληθήκατε να δημιουργήσετε ένα γλυπτό – μνημείο για το προσφυγικό – μεταναστευτικό;

Η ευθύνη να συλλάβεις μια ιδέα για ένα τόσο λεπτό θέμα, που άπτεται της ζωής άλλων συνανθρώπων σου, είναι μεγάλη. Δεν είναι το έργο που αναλαμβάνει ένας καλλιτέχνης απλώς για να ικανοποιήσει το αίσθημα δημιουργίας του. Πρέπει να δώσεις σε αυτό την αγωνία της εποχής, το μαρτύριο αυτών των ανθρώπων και όχι απλώς να φτιάξεις ένα γλυπτό που θα τοποθετηθεί σε κάποιο σημείο.

 Ποιον συμβολισμό θελήσατε να δώσετε με τη σύσφιξη των δύο χεριών;

Αυτή η κίνηση είναι αμφίδρομη. Το κατακόρυφο χέρι αντιπροσωπεύει την αγωνιώδη προσπάθεια ενός ανθρώπου που αναζητεί τη σωτηρία του. Το άλλο χέρι έρχεται κατακόρυφα από πάνω, να προσφέρει τη σωτηρία, κάτι που απαιτεί τεράστια ψυχικά αποθέματα.

Για εμένα η ένωση των δύο αυτών χεριών κρύβει μεγάλη ψυχική δύναμη.

Πόσο καιρό σας πήρε να ολοκληρώσετε το έργο σας;

Από τη στιγμή που «γεννήθηκε» η ιδέα έως τη στιγμή που το γλυπτό τοποθετήθηκε στην είσοδο του καταυλισμού πέρασαν δύο χρόνια.

Η καλλιτεχνική σύλληψη και δημιουργία του έργου κράτησε αρκετούς μήνες και όχι εύκολους.

Γιατί δεν ήταν εύκολοι αυτοί οι μήνες;

Γιατί δεν ήταν μια απλή δημιουργία. Έπρεπε να συμπάσχεις με αυτό το έργο, αφού από τη μια πλευρά επιχειρούσε ν’ αποτυπώσει την αγωνία, τη θλίψη, την απελπισία των ανθρώπων που προσπαθούν να σωθούν και από την άλλη τον ηρωισμό αυτών που σπεύδουν να τους προσφέρουν την οποιαδήποτε βοήθεια.

Τι σκέψεις κάνατε την ώρα που σμιλεύατε το έργο αυτό;

Οι σκέψεις σε πλημμυρίζουν. Πέρα από την καλλιτεχνική δημιουργία, απέναντι στην οποία πρέπει ν’ ανταποκριθείς, το μυαλό σου δεν μπορεί παρά να γυρνά σε εκείνες τις δύσκολες μέρες, στις ψυχές που χάνονταν, αλλά και στα χαμόγελα ανακούφισης εκείνων που διασώζονταν.

Η «Αλληλεγγύη» είναι από τα έργα που βγάζουν πολλή θλίψη, την οποία το μόνο που την εξισορροπεί κάπως είναι ο θαυμασμός για τον ηρωισμό των κατοίκων της Λέσβου, αλλά και των άλλων ελληνικών νησιών, που πραγματικά πρόσφεραν μέγιστο κοινωνικό έργο.

Βλέποντας το δημιούργημά σας να κοσμεί την είσοδο του δημοτικού καταυλισμού προσφύγων στον Καρά Τεπέ στη Λέσβο τι αισθάνεστε;

Δεν σας κρύβω κ. Σταθόπουλε ότι αισθάνομαι μια ικανοποίηση, πιστεύοντας ότι η ιδέα που συνέλαβα και το έργο που ξεπήδησε από αυτήν ίσως τελικώς να απέδωσαν κάπως την ιδέα της Αλληλεγγύης. 

Αν σας ζητούσα να μου αναφέρετε μερικά άλλα εμβληματικά έργα σας, τα οποία να φέρουν αντίστοιχα συναισθηματικά φορτία με αυτό της «Αλληλεγγύης», ποια θα μου αναφέρατε;

Ένα αντίστοιχα συναισθηματικά φορτισμένο έργο είναι το γλυπτό της «Θύρας 7», που αναφέρεται στο τραγικό εκείνο απόγευμα της 8ης Φεβρουαρίου 1981, στο στάδιο Καραϊσκάκη. Η συγκυρία το έφερε να είμαι μέσα στο γήπεδο εκείνη τη μέρα και είδα με τα μάτια μου τα όσα έγιναν, τα οποία και προσπάθησα ν’ αποτυπώσω αργότερα σε ένα γλυπτό, που βρίσκεται σήμερα στο μουσείο του Ολυμπιακού.

Μου το φέρατε τελικώς στα αθλητικά, αλλά είχα έτοιμο και το ερώτημα. Είναι αλήθεια ότι κάνατε μια περίεργη στροφή στη ζωή σας. Από τερματοφύλακας του Ολυμπιακού στραφήκατε στις Καλές Τέχνες. Εντελώς διαφορετικοί χώροι. Τι σας έσπρωξε σε αυτήν την επιλογή;

Κύριε Σταθόπουλε γεννήθηκα και μεγάλωσα μέσα σε καλλιτεχνικό εργαστήρι. Τα πρώτα βιώματά μου, από τον πατέρα μου, είχαν να κάνουν με υλικά γλυπτικής, ματρακάδες, σμίλες κ.ά.

Η αγάπη για τον αθλητισμό ήρθε μετά και δεν θα με εγκαταλείψει ποτέ, αλλά η ανάγκη της δημιουργίας ήταν αυτή που επικράτησε και με έσπρωξε σε εκείνη την επιλογή.

Στη φάση εκείνη νίκησε η Τέχνη, για να χρησιμοποιήσω αθλητικούς όρους…

Σας λείπει το ποδόσφαιρο; Ή για να το θέσω διαφορετικά, προτιμάτε τον εαυτό σας με την μπάλα ή με τη σμίλη και το σφυρί στα χέρια;

Η σμίλη με τον ματρακά έχουν άλλη αίσθηση. Όταν χτυπάς ένα υλικό από μάρμαρο, δουλεύεις τον πηλό ή ζωγραφίζεις, περνάς σε μια άλλη διάσταση, που εμένα τουλάχιστον με γεμίζει περισσότερο.

Ένα αντίγραφο του γλυπτού της Λέσβου, όπως αυτό που κρατά ο εικαστικός Γιώργος Ρουμελιώτης, βρίσκεται στο γραφείο του πρώην Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Μπαν Γκι-Μουν, το οποίο και παρέλαβε από τα χέρια του δημάρχου Λέσβου, Σπύρου Γαληνού.

Οι καλλιτέχνες, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν βιώνουν και την ευκολότερη ζωή από οικονομικής άποψης. Πόσο σκληρότερες γίνονται οι συνθήκες γι’ αυτούς σε περιόδους μεγάλων κρίσεων, όπως αυτή που περνά η σημερινή Ελλάδα;

Υπάρχει μια γενικότερη δυσκολία σε ό,τι αφορά τα εικαστικά, όχι μόνο στη χώρα μας. Αλλά σίγουρα στην Ελλάδα, λόγω των γνωστών σε όλους μας συνθηκών, τα πράγματα είναι όντως δυσκολότερα. Και είναι λογικό. Πώς θα μπορούσαν ν’ ανθούν τα εικαστικά σε μια χώρα που υπάρχουν άνθρωποι δίπλα μας που πεινούν.

Υπήρξαν κάποτε καλύτερες εποχές για την Τέχνη, αλλά -ξέρετε κάτι- καλό είναι να παλεύουμε όλες τις εποχές και με πίστη σε αυτό που κάνουμε, διαφορετικά δεν θα προχωρήσει η ζωή.

Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν και σήμερα νέοι άνθρωποι που δεν διστάζουν να εισέλθουν στον καλλιτεχνικό χώρο; Ποια ανάγκη, νομίζετε, τους σπρώχνει σε κάτι τέτοιο;

Το βασικότερο απ’ όλα είναι η αίσθηση της δημιουργίας. Είναι αυτή η ανάγκη που σε εξουσιάζει και σε υποχρεώνει να την ικανοποιήσεις. Η Τέχνη είναι δύσκολη υπόθεση για τους σημερινούς νέους. Εκτός από το ταλέντο τους, θα πρέπει να παλέψουν σκληρά, αλλά και να έχουν και τύχη.

Εσείς τι θα συμβουλεύατε έναν νέο άνθρωπο που θα ήθελε ν’ ασχοληθεί με την Τέχνη; Και για να «εκμεταλλευτώ» την «εσωτερική πληροφόρηση» που έχω, τι είπατε στην κόρη σας, όταν αποφάσισε ν’ ασχοληθεί με τη ζωγραφική;

Θα συμβούλευα αυτόν τον νέο ν’ ακολουθήσει τη δύναμη της ψυχής του. Ο καλλιτέχνης πρέπει να έχει μεγάλα ψυχικά αποθέματα για ν’ ακολουθήσει αυτό που του «λέει» το είναι του.

Θα του έλεγα, επίσης, να μην φοβάται τις συγκυρίες και να πιστεύει στο ταλέντο του. Ο καθένας μας, κ. Σταθόπουλε, είναι εν δυνάμει καλλιτέχνης. Οποιοσδήποτε να πιάσει κάτι στα χέρια του, κάτι θα φτιάξει. Πάρτε έναν πηλό στα χέρια σας και πλάστε τον, τσαλακώστε το χαρτί που κρατάτε, κάτι θα δημιουργήσετε…

Αυτό, σε μεγαλύτερο βαθμό, συμβαίνει με κάθε καλλιτέχνη. Η επιθυμία της δημιουργίας είναι η «τροφή» του.

Τώρα, τι είπα στη Νικόλ, την κόρη μου; Έγιναν πολύωρες συζητήσεις γι’ αυτό το θέμα. Αλλά, δεν μπορείς ν’ απαγορέψεις σ’ έναν νέο να πάρει τον δρόμο που έχει επιλέξει…

Από αυτό συμπεραίνω ότι προσπαθήσατε να την αποτρέψετε…

(Γέλια) Ε, η αρχική συζήτηση ήταν κάπως στην κατεύθυνση «πάρε κάποιον άλλον δρόμο, πρόσεχε!». Αλλά, εκ του αποτελέσματος, φάνηκε ότι δεν τα κατάφερα, αντί να πείσω εγώ εκείνην, έπεισε εκείνη εμένα… 

Αν σας δινόταν η ευκαιρία ν’ αλλάξετε εποχή, ποιον αιώνα θα διαλέγατε και ποιο έργο θα θέλατε να είχατε δημιουργήσει;

Αγαπώ την κλασική εποχή. Οι «δάσκαλοί» μου, τα έργα των οποίων δεν χόρταινα να βλέπω στα βιβλία και τα μουσεία που γύριζα, ανήκουν σ’ εκείνη την εποχή, όπως ο άφθαστος Πραξιτέλης, ο εξαιρετικός Λύσσιπος, ο κορυφαίος Πολύκλειτος… Όμως, πώς να παραλείψω και τον Μικελάντζελο;

Και ποιο έργο θα θέλατε να έχετε δημιουργήσει;

Δεν θα μπορούσα ποτέ να φθάσω σε τέτοια επίπεδα. Μόνο να έβλεπα ένα τέτοιο έργο θα μπορούσα. Θα ανέφερα όμως τον Διαδούμενο του Πολυκλείτου.

Ευχαριστώ πολύ για τον χρόνο που μου διαθέσατε κ. Ρουμελιώτη…

Κι εγώ σας ευχαριστώ. Και ξέρετε κάτι, ο χρόνος είναι κι αυτός μια μορφή Τέχνης, αν τον διαχειριζόμαστε σωστά…

Πηγή: enypografa.gr