Η κυβέρνηση, σε αντιδιαστολή με την προηγούμενη Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, σχεδίασε και εφαρμόζει, από την πρώτη στιγμή, πολιτικές που απευθύνονται σε όλους τους πολίτες, χωρίς ταξικούς αποκλεισμούς, με ιδιαίτερη όμως έμφαση στα χαμηλότερα και τα μεσαία εισοδηματικά στρώματα, προκειμένου να μειωθούν οι κοινωνικές ανισότητες, ανάφερε στη βουλή ο υπουργός Οικονομικών Χ. Σταϊκούρας, απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του Ευκ.Τσακαλώτου, όσον αφορά τα μέτρα στήριξης της μεσαίας τάξης.

Ο υπουργός, πάντως, ανάφερε ότι δεν υπάρχει επιστημονικός ορισμός της μεσαίας τάξης, συμπληρώνοντας ότι «τα όρια στα οποία αναφέρεστε αφορούν, πράγματι, ορισμό που έχει δώσει ο ΟΟΣΑ. Ουδέποτε δήλωσα ότι αυτά τα όρια τα αποδέχεται το υπουργείο και ο υπουργός Οικονομικών».

Σε κάθε περίπτωση, και έχοντας επίγνωση ότι η έννοια της μεσαίας τάξης διαφέρει σημαντικά από την έννοια του μέσου εισοδήματος, καθώς η πρώτη διαμορφώνεται και από άλλους περιουσιακούς και κοινωνικούς παράγοντες, αξιολογούμε τα διαθέσιμα στοιχεία και προχωράμε αναλόγως στη χάραξη πολιτικής, όπως γίνεται παγκοσμίως.

Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι μέσα στην κρίση, και κυρίως την περίοδο 2015-2018, υπήρξε δραματική συρρίκνωση των δηλωθέντων εισοδημάτων, ιδιαίτερα των μεσαίων εισοδηματικά στρωμάτων.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα τα στοιχεία της ΑΑΔΕ και της Eurostat:

Το 52% των φορολογικών δηλώσεων του 2018, είχε δηλωθέν οικογενειακό εισόδημα κάτω των 8.000 ευρώ και το 83% κάτω των 20.000 ευρώ.
Οι μηδενικές δηλώσεις αυξήθηκαν, το 2017 σε σχέση με το 2014, κατά 14%, ενώ οι φορολογούμενοι με εισόδημα 20.000-70.000 ευρώ παρουσίασαν πτώση έως 12%.
Το συνολικό δηλωθέν εισόδημα συρρικνώθηκε, το 2017 σε σχέση με το 2014, για φορολογούμενους με εισόδημα 20.000-70.000 ευρώ, κατά 1,8 δισ. ευρώ, ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκε, στα χαμηλά κλιμάκια 1-20.000 ευρώ, κατά 1,3 δισ. ευρώ.
Επιβλήθηκε, την περίοδο 2015-2017, κατά μέσο όρο, πρόσθετος φόρος από 200 έως 830 ευρώ σε κάθε οικογένεια με εισόδημα 20.000-70.000 ευρώ.
Μεταξύ 2015 και 2018, η Ελλάδα ήταν η χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που παρουσίασε τη μικρότερη αύξηση του κατά κεφαλήν πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος.
Το 2014, το πραγματικό κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ελλάδα, σε όρους αγοραστικής δύναμης, ήταν στο 72% του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2018 είχε υποχωρήσει στο 69%. Δηλαδή, την περίοδο 2015-2018, η οικονομική ψαλίδα μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαϊκού μέσου όρου άνοιξε.
Τα παραπάνω στοιχεία, σε συνδυασμό με την περικοπή του ΕΚΑΣ, τη μείωση του αφορολογήτου ορίου, την επιβολή αλλά και την αύξηση εισφορών υγείας στις συντάξεις, και την επιβολή 29 νέων φόρων, περίτρανα τι έκανε η προηγούμενη Κυβέρνηση για τη μεσαία τάξη.

Σε ευθεία αντιδιαστολή, η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, από τους πρώτους μήνες της θητείας, ως μία από τις βασικές προτεραιότητές της την αποκατάσταση των απωλειών της μεσαίας τάξης.

Συγκεκριμένα:

Μειώσαμε τον ΕΝΦΙΑ για όλους τους πολίτες. Επιλέξαμε όμως η μείωση στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα να παραμείνει η υψηλότερη.
Μειώσαμε τον εισαγωγικό φορολογικό συντελεστή του φόρου εισοδήματος για τα φυσικά πρόσωπα από το 22% στο 9%. Συνδυαστικά, από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ και τη νέα κλίμακα φορολογίας εισοδήματος, αναμένεται μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης στα χαμηλότερα εισοδήματα κατά 23%, στα μεσαία εισοδήματα κατά 16% και στα υψηλότερα εισοδήματα κατά 7%.
Μειώσαμε τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων από το 28% στο 24% για όλες τις επιχειρήσεις, μικρές, μεσαίες και μεγάλες.
Ψηφίσαμε ένα φορολογικό νομοσχέδιο που υποβοηθά την οικονομική δραστηριότητα του παραγωγικού σκέλους της κοινωνίας, στο οποίο ανήκει και η μεσαία τάξη.
Αυτή η αποτύπωση της κατάστασης, προτού η πανδημία του κορονοϊού δοκιμάσει τις αντοχές κοινωνιών και οικονομιών.

Πανδημία που προκάλεσε, σε ολόκληρο τον πλανήτη, μια πρωτόγνωρη κρίση.

Την έκταση και το βάθος της, δεν τα γνωρίζουμε ακόμα.

Η Κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή, έδρασε με προνοητικότητα, μεθοδικότητα και κοινωνική δικαιοσύνη, μεριμνώντας για όλους τους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας και τους εργαζομένους τους που πλήττονται από την πανδημία του κορονοϊού.

Μέσω των οριζόντιων μέτρων όμως που λάβαμε, επωφελήθηκαν περισσότερο τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα.

Στη δευτερολογία του ο υπουργός Οικονομικών ανάφερε ότι μέσω των οριζόντιων μέτρων, επωφελήθηκαν περισσότερο τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα.

Συγκεκριμένα, και μόνο ενδεικτικά, η Κυβέρνηση:

1ον. Χορήγησε έκτακτη οικονομική ενίσχυση 800 ευρώ σε μισθωτούς.

Δόθηκε, επομένως, ίσο ποσό σε όλους, στηρίζοντας έτσι, κυρίως, τους ασθενέστερους συμπατριώτες μας.

Παράλληλα κάλυψε πλήρως τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων επί του ονομαστικού μισθού.

Αν συνυπολογιστεί ότι σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του ΕΦΚΑ, ο μέσος μεικτός μισθός, των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, πλήρους και μερικής απασχόλησης, υπολείπεται σημαντικά των 1.000 ευρώ, τότε γίνεται αντιληπτό ότι αυτή η στήριξη είναι ακόμη σημαντικότερη για τα χαμηλά και μεσαία στρώματα, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις υπερκαλύπτει, καλύπτει πλήρως ή καλύπτει σε μεγάλο βαθμό τον μισθό τους.

2ον. Παρείχε έκτακτη οικονομική ενίσχυση 800 ευρώ σε ελεύθερους επαγγελματίες και 600 ευρώ σε επιστήμονες, η οποία επίσης καλύπτει σε μεγάλο βαθμό το μέσο εισόδημα που αυτοί δήλωναν, όπως προκύπτει από τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΑΑΔΕ.

Για τη συντριπτική πλειοψηφία αυτών, η ενίσχυση και τα υπόλοιπα μέτρα στήριξης που θεσπίστηκαν, οδηγούν σε συνολικό όφελος μεγαλύτερο από την – δήθεν «γενναιόδωρη» – πρόταση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης να λάβουν το 1/12 του περυσινού εισοδήματός τους.

3ον. Κατέβαλε Δώρο Πάσχα σε 114.000 συμπατριώτες μας στο χώρο της υγείας και στον τομέα της πολιτικής προστασίας, όπου ανήκουν ενδεικτικά, εκτός από τους γιατρούς, νοσηλευτές και εργαζόμενοι στο ΕΚΑΒ.

4ον. Έδωσε τη δυνατότητα αναστολής πληρωμής βεβαιωμένων φορολογικών και ασφαλιστικών οφειλών για το σύνολο των μέχρι σήμερα πληττόμενων επιχειρήσεων και επαγγελματιών.

Ενώ, επιτάχυνε τις επιστροφές φόρου εισοδήματος και ΦΠΑ έως 30.000 ευρώ ανά φορολογία και ανά δικαιούχο.

5ον. Διασφάλισε, σε συνεννόηση με τις τράπεζες, τη δυνατότητα αναστολής καταβολής των χρεολυσίων για δανειακές οφειλές έως το τέλος Σεπτεμβρίου.

Παρατείνει τον υφιστάμενο Νόμο προστασίας της 1ης κατοικίας για 3 ακόμη μήνες.

Ενώ δρομολογείται και θα υλοποιηθεί ένα νέο πρόγραμμα υποστήριξης δανειοληπτών, ενισχύοντας, για πρώτη φορά, συνεπείς δανειολήπτες, με εξυπηρετούμενα δάνεια, οι οποίοι έχουν πληγεί από την πανδημία.

Υλοποιεί εργαλεία τόνωσης της ρευστότητας για τις επιχειρήσεις, με έμφαση στις μικρές και τις μεσαίες.
Ενδεικτικά αναφέρω ότι από τις 90.000 επιχειρήσεις που θα επωφεληθούν από την πρώτη εφαρμογή του χρηματοδοτικού σχήματος της επιστρεπτέας προκαταβολής, το 99% απασχολεί μέχρι 50 εργαζόμενους.

7ον. Θέσπισε τη δυνατότητα έκπτωσης 40% επί του ενοικίου της επαγγελματικής στέγης, όπως και της πρώτης κατοικίας και της φοιτητικής κατοικίας τέκνων των εργαζομένων επιχείρησης που έχει ανασταλεί η σύμβαση εργασίας τους.

Ανέστειλε ρητά τις απολύσεις στη διάρκεια της κρίσης και τέθηκε ως προϋπόθεση για την ενίσχυση επιχειρήσεων η διατήρηση, για σημαντικό χρονικό διάστημα, των θέσεων εργασίας που είχαν κατά το ξέσπασμα της κρίσης.
9ον. Δρομολόγησε έκτακτη οικονομική ενίσχυση σε 63.900 νοικοκυριά που λαμβάνουν ήδη το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα και έχουν, τουλάχιστον, ένα ανήλικο μέλος.

10ον. Μείωσε τον ΦΠΑ σε αντισηπτικά, μάσκες και γάντια, σαπούνια, από το 24% στο 6%, ελαφρύνοντας, πρωτίστως, το καλάθι των νοικοκυριών με χαμηλότερα εισοδήματα.

Συμπερασματικά, το κράτος ανέλαβε εμπροσθοβαρώς το βάρος της λειτουργίας του συνόλου, σχεδόν, της οικονομίας, όπως είχε καθήκον μέσα στην πρωτοφανή αυτή κρίση, ενισχύοντας μισθωτούς, επιχειρήσεις, ελεύθερους επαγγελματίες και ανέργους.

Τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα, οι πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις βρίσκονται στον πυρήνα των ωφελουμένων από το ολοκληρωμένο σχέδιο μέτρων της Κυβέρνησης. Διότι βασική μας αρχή είναι ο δίκαιος επιμερισμός των βαρών της υγειονομικής κρίσης.

Ο κ. Σταϊκούρας επίσης δήλωσε ότι η κυβέρνηση έλαβε ένα εμπροσθοβαρές πακέτο μέτρων, που σε πλήρη εξέλιξή του θα διαμορφωθεί στα 24 δισ. ευρώ, με τις νέες πρόνοιες που θα προστεθούν και συνδέονται και με την αξιοποίηση διαθέσιμων και νέων Ευρωπαϊκών ταμείων, για το σήμερα και το αύριο της οικονομίας.