
Το πλαφόν σοβαρότητας του ψηφοφόρου
Άρθρο γνώμης
Το πλαφόν του 3% για την είσοδο ενός κόµµατος στη Βουλή των Ελλήνων έχει συζητηθεί εντόνως το τελευταίο διάστηµα
Το πλαφόν του 3% για την είσοδο ενός κόµµατος στη Βουλή των Ελλήνων έχει συζητηθεί εντόνως το τελευταίο διάστηµα. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η υπό συζήτηση άνοδός του στο 5% θα περιορίσει τον κατακερµατισµό των πολιτικών δυνάµεων. Το αντεπιχείρηµα είναι ότι ένα τέτοιο µέτρο θα περιορίσει την πολυφωνία. Για να δούµε, όµως, τι έχουν κάνει τα κόµµατα που εισήλθαν στη Βουλή και στάθηκαν δίπλα σε ΠΑΣΟΚ, Ν.∆., ΚΚΕ και Συνασπισµό, από το 1993 και µετά, όταν άρχισε η εφαρµογή του στις βουλευτικές εκλογές.
Πρόκειται, στις περισσότερες περιπτώσεις, για κόµµατα που ιδρύονται από κάποιον δηµοφιλή πολιτικό και τους πολιτικούς του φίλους και έτσι αποκτούν πανελλαδική διάρθρωση και υποψηφίους σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες. Κατορθώνουν να µπουν στη Βουλή, όπου εκλέγουν 9 έως 12 βουλευτές, οι οποίοι εκλέγονται στις µεγάλες και τις µεσαίες περιφέρειες της επικράτειας. Είναι πολύ συχνό το φαινόµενο στις µεσαίες περιφέρειες της ελληνικής περιφέρειας να γίνονται βουλευτές µε ελάχιστες εκατοντάδες ψήφους. Επίσης συχνό είναι το φαινόµενο κατά τη διάρκεια της θητείας τους κάποιοι εξ αυτών να ανεξαρτητοποιούνται και να καταγγέλλουν τα παλιά κόµµατά τους. Τα οποία κόµµατά τους συµµετέχουν για µία ή δύο θητείες.
Το αποτύπωµα αυτών των κοµµάτων είναι συνήθως περιορισµένο. Με την εξαίρεση του ΛΑΟΣ, της ∆ΗΜ.ΑΡ. και των ΑΝ.ΕΛ., κανένα µικρό κόµµα δεν συµµετείχε σε κυβερνητικό σχήµα σε αυτή την περίοδο, αλλά ακόµα και αυτά δεν άντεξαν έως το τέλος της κοινοβουλευτικής περιόδου. Αυτό που µένει από τα µικρά κόµµατα είναι ότι λειτούργησαν ως φυτώριο για κάποια στελέχη, που στη συνέχεια µεγαλούργησαν σε µεγαλύτερα κόµµατα. Στις περιπτώσεις όπου δεν προέκυψε κυβερνητική λύση από τις εκλογές, το 2012 και το 2023, κανένα από τα µικρά κόµµατα που µπήκαν στη Βουλή δεν διευκόλυνε τον σχηµατισµό κυβέρνησης και, έτσι, η χώρα οδηγήθηκε σε νέες εκλογές, προκειµένου να υπάρξουν νέοι συσχετισµοί ή αυτοδυναµία του πρώτου κόµµατος. Αλλά ούτε στην προεδρική εκλογή του 2009 ή του 2015 υπήρξε σύνθεση. Αυτό που λέγεται συχνά είναι ότι δεν υπάρχει κουλτούρα συνεργασιών. Η αλήθεια είναι ότι τα µικρότερα κόµµατα µπαίνουν στη Βουλή επειδή δηλώνουν ότι δεν προτίθενται να συνεργαστούν µε κανένα άλλο κόµµα.
Στη σηµερινή Βουλή υπάρχουν τέσσερα κόµµατα («Σπαρτιάτες», Ελληνική Λύση, «Νίκη», Πλεύση Ελευθερίας) που πήραν από 3% έως 5% και εξέλεξαν 40 βουλευτές, εκ των οποίων οι 16 ήδη έχουν ανεξαρτητοποιηθεί. Κυβέρνηση προέκυψε από το 2019 και µετά, επειδή περίπου 40% των εκλογέων συσπειρώθηκαν γύρω από µία κυβερνητική επιλογή. Αν αυτό πάψει να συµβαίνει, ο σχηµατισµός κυβέρνησης µακράς πνοής φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολος.
Μέχρι στιγµής, ο πρωθυπουργός διαψεύδει την αλλαγή του εκλογικού νόµου και, συνεπώς, τη µεταβολή του πλαφόν του 3%. Εναπόκειται στους εκλογείς αν θα συνεχίσουν να στέλνουν στα έδρανα της Βουλής κόµµατα διαµαρτυρίας, που αδυνατούν να συνεργαστούν, ή αν θα ρίξουν µεγαλύτερη προσοχή στη διακυβέρνηση του τόπου, αλλά και στην εκλογή βουλευτή που προκύπτει από την επιλογή κόµµατος. Να θέσουν ένα πλαφόν σοβαρότητας στη νοµοθετική και την εκτελεστική εξουσία.
Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος είναι σύμβουλος στρατηγικής, επικοινωνίας και πολιτικής διαχείρισης
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά
Πρόκειται, στις περισσότερες περιπτώσεις, για κόµµατα που ιδρύονται από κάποιον δηµοφιλή πολιτικό και τους πολιτικούς του φίλους και έτσι αποκτούν πανελλαδική διάρθρωση και υποψηφίους σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες. Κατορθώνουν να µπουν στη Βουλή, όπου εκλέγουν 9 έως 12 βουλευτές, οι οποίοι εκλέγονται στις µεγάλες και τις µεσαίες περιφέρειες της επικράτειας. Είναι πολύ συχνό το φαινόµενο στις µεσαίες περιφέρειες της ελληνικής περιφέρειας να γίνονται βουλευτές µε ελάχιστες εκατοντάδες ψήφους. Επίσης συχνό είναι το φαινόµενο κατά τη διάρκεια της θητείας τους κάποιοι εξ αυτών να ανεξαρτητοποιούνται και να καταγγέλλουν τα παλιά κόµµατά τους. Τα οποία κόµµατά τους συµµετέχουν για µία ή δύο θητείες.
Το αποτύπωµα αυτών των κοµµάτων είναι συνήθως περιορισµένο. Με την εξαίρεση του ΛΑΟΣ, της ∆ΗΜ.ΑΡ. και των ΑΝ.ΕΛ., κανένα µικρό κόµµα δεν συµµετείχε σε κυβερνητικό σχήµα σε αυτή την περίοδο, αλλά ακόµα και αυτά δεν άντεξαν έως το τέλος της κοινοβουλευτικής περιόδου. Αυτό που µένει από τα µικρά κόµµατα είναι ότι λειτούργησαν ως φυτώριο για κάποια στελέχη, που στη συνέχεια µεγαλούργησαν σε µεγαλύτερα κόµµατα. Στις περιπτώσεις όπου δεν προέκυψε κυβερνητική λύση από τις εκλογές, το 2012 και το 2023, κανένα από τα µικρά κόµµατα που µπήκαν στη Βουλή δεν διευκόλυνε τον σχηµατισµό κυβέρνησης και, έτσι, η χώρα οδηγήθηκε σε νέες εκλογές, προκειµένου να υπάρξουν νέοι συσχετισµοί ή αυτοδυναµία του πρώτου κόµµατος. Αλλά ούτε στην προεδρική εκλογή του 2009 ή του 2015 υπήρξε σύνθεση. Αυτό που λέγεται συχνά είναι ότι δεν υπάρχει κουλτούρα συνεργασιών. Η αλήθεια είναι ότι τα µικρότερα κόµµατα µπαίνουν στη Βουλή επειδή δηλώνουν ότι δεν προτίθενται να συνεργαστούν µε κανένα άλλο κόµµα.
Στη σηµερινή Βουλή υπάρχουν τέσσερα κόµµατα («Σπαρτιάτες», Ελληνική Λύση, «Νίκη», Πλεύση Ελευθερίας) που πήραν από 3% έως 5% και εξέλεξαν 40 βουλευτές, εκ των οποίων οι 16 ήδη έχουν ανεξαρτητοποιηθεί. Κυβέρνηση προέκυψε από το 2019 και µετά, επειδή περίπου 40% των εκλογέων συσπειρώθηκαν γύρω από µία κυβερνητική επιλογή. Αν αυτό πάψει να συµβαίνει, ο σχηµατισµός κυβέρνησης µακράς πνοής φαίνεται ιδιαίτερα δύσκολος.
Μέχρι στιγµής, ο πρωθυπουργός διαψεύδει την αλλαγή του εκλογικού νόµου και, συνεπώς, τη µεταβολή του πλαφόν του 3%. Εναπόκειται στους εκλογείς αν θα συνεχίσουν να στέλνουν στα έδρανα της Βουλής κόµµατα διαµαρτυρίας, που αδυνατούν να συνεργαστούν, ή αν θα ρίξουν µεγαλύτερη προσοχή στη διακυβέρνηση του τόπου, αλλά και στην εκλογή βουλευτή που προκύπτει από την επιλογή κόµµατος. Να θέσουν ένα πλαφόν σοβαρότητας στη νοµοθετική και την εκτελεστική εξουσία.
Ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος είναι σύμβουλος στρατηγικής, επικοινωνίας και πολιτικής διαχείρισης
Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά