Ίσως δεν υπάρχει άλλο αθλητικό γεγονός στην ιστορία της χώρας µας τόσο επιδραστικό όσο το χρυσό µετάλλιο στο Ευρωµπάσκετ το 1987. ∆εν έχει εξηγηθεί ακόµα σε βάθος γιατί είχε τόσο ευρύ και πλατύ αντίκτυπο στην Ελλάδα η κατάκτηση της πρωτιάς τότε, αλλά τον είχε και τον έχει ακόµα. Μέχρι τότε πάρα πολλά παιδιά έπαιζαν ποδόσφαιρο, αρκετά άλλα σπορ, αλλά µε κανένα άθληµα δεν υπήρχε η φρενίτιδα που βλέπουµε παραδείγµατος χάρη στις ΗΠΑ µε το µπέιζµπολ ή στην Αγγλία µε το ποδόσφαιρο ή στην Ινδία µε το κρίκετ: σε αυτές τις περιπτώσεις, όχι µόνο η πλειονότητα των παιδιών αγωνίζονται -και µάλιστα µε ισχυρό ανταγωνισµό- από µικρές ηλικίες, αλλά ονειρεύονται ότι όταν µεγαλώσουν θα γίνουν σαν ένα από τα ινδάλµατά τους στα αθλήµατα αυτά και θα κερδίσουν δόξα, φήµη και χρήµατα.

Αυτό συνέβη απότοµα και ραγδαία µετά το ’87: Γκάλης, Γιαννάκης, Φασούλας, Χριστοδούλου έγιναν αφίσες στα δωµάτια των παιδιών και των εφήβων. Η αρχιτεκτονική των πόλεων και των σπιτιών άλλαξε. ∆εν νοείται πόλη ή χωριό χωρίς ανοιχτό γήπεδο µπάσκετ, εξαπλώθηκαν µάλιστα σταδιακά και τα κλειστά. Στα διαµερίσµατα µέσα µπήκαν µικρές πλαστικές µπασκέτες, στις πιλοτές και στις αυλές µεγαλύτερες. Τα σχολεία µπορεί να είχαν χαλασµένες του αλέτες ή οροφές που έσταζαν, ένα γήπεδο µπάσκετ όµως είχαν σχεδόν όλα. Οι ακαδηµίες και τα καµπ γέµισαν και έβγαζαν µεγάλα ταλέντα. Ο Βασίλης Σπανούλης πιτσιρικάς έβλεπε τον Παναγιώτη Γιαννάκη, ο Γιάννης Αντετοκούνµπο µικρός έβλεπε τον Σπανούλη και ούτω καθεξής. Ταυτόχρονα, ειδικά τη δεκαετία του ’90, το αποτύπωµα της καλαθοσφαίρισης στην εθνική οικονοµία µόνο αµελητέο δεν είναι: οι απολαβές των παικτών, τα γεµάτα γήπεδα στην πρώτη εθνική κατηγορία (Α1 όπως λεγόταν τότε), τα τηλεοπτικά δικαιώµατα, οι διαφηµίσεις, οι χορηγίες, οι µεταγραφές, οι ευρωπαϊκές διακρίσεις, τα τουρνουά 3 on 3 στην επικράτεια, ο αθλητικός Τύπος - ένας «χορός» δεκάδων εκατοµµυρίων ευρώ ετησίως.

Στην επόµενη µεγάλη διοργάνωση, το Μουντοµπάσκετ του 2027 στο Κατάρ, θα συµπληρώνονται σαράντα χρόνια από την ηµέρα που άλλαξε για πάντα τον ελληνικό αθλητισµό - και όχι µόνο. Τα δεδοµένα στο µεταξύ έχουν αλλάξει, αν θέλει κανείς να κοιτάξει στο βάθος και να δει πίσω από την πολύ µεγάλη επιτυχία της εθνικής µας οµάδας και το χάλκινο µετάλλιο στο φετινό Ευρωµπάσκετ.

Ο ανταγωνισµός στην Greek Basketball League έχει πέσει θεαµατικά: καµία οµάδα την τελευταία δεκαπενταετία δεν µπορεί να κοιτάξει στα µάτια τον Παναθηναϊκό και τον Ολυµπιακό. Η διάθεση επιχειρηµατιών και επενδυτών να ρίξουν λεφτά στις οµάδες µπάσκετ έχει εκλείψει εδώ και πολύ καιρό, οι µεταγραφές ταλαντούχων παικτών δεν αποδίδουν ση µαντικά έσοδα, όπως π.χ. συµβαίνει στο ποδόσφαιρο. Το «κλειστό» σύστηµα στη Euroleague δεν βοηθάει στον ανταγωνισµό, αλλά ίσως είναι µονόδροµος ο τρόπος που διεξάγεται η κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση για το ευρωπαϊκό µπάσκετ.

Τα δεδοµένα, όµως, για το ελληνικό µπάσκετ είναι αδιαµφισβήτητα. Την τελευταία αγωνιστική περίοδο (2024-25) τέσσερις ελληνικές οµάδες έφτασαν στα φάιναλ φορ των ευρωπαϊκών διοργανώσεων. Ολυµπιακός και Παναθηναϊκός στη Euroleague, ΑΕΚ στο Basketball Champions League, ΠΑΟΚ στο FIBA Europe Cup. ∆ύο Έλληνες όλοι κι όλοι βρέθηκαν στις αρχικές πεντάδες: Κώστας Παπανικολάου και Όµηρος Νετζήπογλου.

Με άλλα λόγια, στους 20 συνολικά παίκτες που κατέβασαν στο γήπεδο, στην αρχική σύνθεσή τους, οι τέσσερις ελληνικές οµάδες στην τελική φάση των διοργανώσεων όπου συµµετείχαν, µόλις δύο ήταν Έλληνες - ο ένας δε κοντά στη δύση της καριέρας του. Μόλις δύο! Να δούµε κι άλλο ένα στατιστικό που αν µη τι άλλο προκαλεί ανησυχία για το παρόν και το µέλλον του ελληνικού µπάσκετ και του «καθρέφτη» του, που είναι η εθνική µας οµάδα: στις πολύ παραγωγικές αθλητικά ηλικίες των 17-28 ετών δεν υπάρχει ούτε ένας Έλληνας που να αγωνίζεται βασικός σε οποιαδήποτε οµάδα της Euroleague ή του ΝΒΑ. Ούτε ένας! Χαρακτηριστικά στην τελευταία αγωνιστική περίοδο τα ρόστερ των οµάδων του ΝΒΑ είχαν τον συνολικό αριθµό-ρεκόρ των 125 ξένων (µη Αµερικανών) παικτών. Οι Γάλλοι ήταν 14, οι Γερµανοί οκτώ, οι Σέρβοι έξι, µέχρι και η Σουηδία και η Ελβετία είχαν από δύο.

Από τους παίκτες που φόρεσαν τη φανέλα µε το εθνόσηµο στα γήπεδα της Κύπρου και της Λετονίας, στο επόµενο µεγάλο ραντεβού, του Παγκοσµίου Πρωταθλήµατος του 2027, οι Σλούκας και Παπανικολάου θα είναι 37 ετών, ο Κατσίβελης 36 και ο Θανάσης Αντετοκούνµπο 35. Ο Νικ Καλάθης, που δεν συµµετείχε λόγω τραυµατισµού, θα είναι 38. Είτε δηλαδή θα έχουν αποσυρθεί από την Εθνική είτε θα έχουν αναγκαστικά περιορισµένο χρόνο συµµετοχής.

Φυσικά και δεν είναι όλα µαύρα για την οµάδα που έχει στον πάγκο τον ταχύτατα εξελισσόµενο προπονητή Σπανούλη, στο παρκέ τον καλύτερο ίσως παίκτη στον κόσµο Γιάννη Αντετοκούνµπο και µια ισχυρή µπασκετική παράδοση πίσω της. Κάθε άλλο µάλιστα. Και προπονητές υπάρχουν και παίκτες νεαρής ηλικίας, που βρήκαν θέση σε αµερικανικά κολέγια και θα παίζουν στο NCAA, καθώς και άλλα ταλέντα σε ελληνικές οµάδες. Χρειάζεται όµως µια αλλαγή νοοτροπίας από τον τοπικό µέχρι τον πιο µεγάλο σύλλογο και από τον πιο µικρό φορέα µέχρι τον εθνικό και κυρίως χρειάζεται να δοθούν ο χώρος, ο χρόνος και η δυνατότητα στους ταλαντούχους έφηβους και νέους να δείξουν τα προσόντα τους, να τα βελτιώσουν και να διεκδικήσουν και εκείνοι µε την αξία τους µια θέση στο όνειρο.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή