Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που ενυπάρχουν σε έναν πρωθυπουργό; Από τι «µέταλλο» είναι κατά κανόνα φτιαγµένος κάποιος που κατορθώνει να φτάσει στο κορυφαίο πολιτικό αξίωµα της χώρας; Τα περισσότερα διαφέρουν από τον έναν πρωθυπουργό στον άλλον, ανάλογα µε την προσωπικότητα και φυσικά µε την εποχή. Όµως, δύσκολα θα καταφέρεις να φτάσεις τόσο ψηλά και να έχεις το πείσµα και την υποµονή να ξεπεράσεις τα πολλά εµπόδια και δυσκολίες στη διαδροµή αυτή, αν δεν διαθέτεις εγωισµό και φιλοδοξία. Αυτά τα δύο ισχυρά χαρακτηριστικά είναι που κάνουν όλους σχεδόν τους πολιτικούς που έχουν διατελέσει πρωθυπουργοί να εγκαταλείπουν δύσκολα τη θέση και να θέλουν, όταν κάποια στιγµή ολοκληρώνεται µε τον όποιο τρόπο η θητεία τους, να επιστρέψουν για να τελειώσουν το έργο που εκτιµούν ότι άφησαν στη µέση.

Το φαινόµενο δεν είναι καθόλου καινούργιο. Ο πρώτος µεταπολεµικός πρωθυπουργός, Γεώργιος Παπανδρέου, παρέµεινε µάχιµος στην πολιτική και επανεξελέγη στην πρωθυπουργία το 1963 και το 1964, σε µια ιδιαίτερα ταραγµένη πολιτικά περίοδο. Ο διάδοχός του, Νικόλαος Πλαστήρας, παρότι εξαναγκάστηκε σε παραίτηση, δηµιούργησε νέο κόµµα και ηγήθηκε δύο φορές, το 1950 και το 1951, κυβέρνησης συνασπισµού. Ο Αλέξανδρος Παπάγος -τον οποίο µνηµόνευσε στην προχθεσινή συνέντευξή του ο Αντώνης Σαµαράς-, παρότι επί µακρό χρονικό διάστηµα ασθενούσε βαριά, αρνείτο να παραιτηθεί του αξιώµατος και έφυγε από τη ζωή ως εν ενεργεία πρωθυπουργός. Ο διάδοχός του Κωνσταντίνος Καραµανλής, νικητής σε τρεις διαδοχικές εκλογικές αναµετρήσεις, παρότι έλειπε από την πολιτική και από τη χώρα για έντεκα συναπτά έτη, επέστρεψε και επανήλθε στην πρωθυπουργία, σε στιγµές απόλυτα κρίσιµες βέβαια για την πατρίδα. Ο Γεώργιος Ράλλης, που τον διαδέχθηκε στην πρωθυπουργία, µετά τη µεγάλη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του 1981 έθεσε εαυτόν στην κρίση της Κοινοβουλευτικής Οµάδας -µε βούληση να συνεχίσει στην ηγεσία της και να διεκδικήσει ξανά τη νίκη στις επόµενες κάλπες- και τελικά έχασε από τον Ευάγγελο Αβέρωφ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, κυρίαρχος πολιτικά όλη τη δεκαετία του ’80, διεκδίκησε εκ νέου την πρωθυπουργία το 1993 σε ηλικία 74 ετών και κέρδισε, για να αποχωρήσει τον Ιανουάριο του 1996 µόνο έπειτα από βαριά ασθένεια και έπειτα από έντονη πίεση που δέχθηκε εσωκοµµατικά και ενδοκυβερνητικά για να υποβάλει την παραίτησή του.

Τόσο η ''Ιθάκη'' του Τσίπρα όσο και η δίωρη συνέντευξη Σαµαρά βρίθουν αναφορών για το παρελθόν, επιχειρηµάτων υπέρ των ενεργειών που έκαναν και των πρωτοβουλιών που ανέλαβαν

Αλλάζοντας αιώνα και γυρίζοντας σελίδα, ο Κώστας Σηµίτης δεν επιδίωξε επανάκαµψη στην πολιτική µετά την αποστρατεία του, ενώ ο Γιώργος Παπανδρέου διεκδίκησε εκ νέου την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ για να επιστρέψει στο τιµόνι του κόµµατος και να το οδηγήσει ξανά στις κάλπες, χωρίς ωστόσο να το καταφέρει. Ο Κώστας Καραµανλής επέλεξε για µία δεκαετία µετά την αποχώρησή του από την εξουσία έναν σιωπηλό δρόµο, ωστόσο πλήθος ρεπορτάζ, από µια σειρά δηµοσιογράφων, τον ήθελαν να αναµένει καρτερικά την πρόσκληση να ηγηθεί µιας κυβέρνησης συνεργασίας ή συνασπισµού ή ειδικού σκοπού, που θα µπορούσε να είχε προκύψει µέσα στις συνθήκες πρωτοφανούς κρίσης που βίωσε ο τόπος µέσα στα δέκα αυτά χρόνια.

Κάπως έτσι καλύπτουµε µια διαδροµή εβδοµήντα ετών της µεταπολεµικής Ελλάδας, µε όση ιστορική ακρίβεια µπορεί να έχει βέβαια κάτι τέτοιο στον χώρο ενός ευσύνοπτου σηµειώµατος. Σχεδόν κάθε πρώην πρωθυπουργός, µε τον έναν ή τον άλλο τρόπο, υπό διαφορετικές συνθήκες και µε διαφορετικά ελατήρια, επιδίωξε να αναρριχηθεί ξανά στο ψηλότερο σκαλί που είχε κάποτε ανέβει, να πάρει και πάλι τα ηνία της εξουσίας. Το αναφέραµε και στην αρχή - χωρίς εγωισµό και φιλοδοξία είναι σχεδόν απίθανο να καταφέρει να φτάσει κανείς σε αυτό το αξίωµα έτσι κι αλλιώς.

Φτάνοντας στο σήµερα, οι δύο προκάτοχοι του Κυριάκου Μητσοτάκη, ο Αλέξης Τσίπρας και ο Αντώνης Σαµαράς, είναι δεδοµένο ότι έχουν µια βαθιά επιθυµία να διεκδικήσουν και πάλι να γίνουν πρωθυπουργοί. Αν θα δηµιουργήσουν τελικά νέους πολιτικούς σχηµατισµούς υπό την ηγεσία τους δεν είναι καθόλου δεδοµένο, πόσο µάλλον τι «σκορ» θα γράψουν αυτοί οι σχηµατισµοί στην κάλπη. Μέχρι στιγµής, ωστόσο, αν και ο καθένας προσεγγίζει το εγχείρηµα αυτό µε διαφορετικό τρόπο, η βούληση µοιάζει να είναι κοινή: να διασφαλίσουν κατ’ αρχάς την υστεροφηµία τους, να ξαναγράψουν τη σύγχρονη πολιτική ιστορία µε τη δική τους πένα, να δικαιωθούν οι προσωπικές και οι κυβερνητικές επιλογές τους.

Τόσο η εισαγωγή του βιβλίου «Ιθάκη» του κ. Τσίπρα, που έδωσε στη δηµοσιότητα, όσο και η δίωρη σχεδόν τηλεοπτική συνέντευξη του κ. Σαµαρά βρίθουν προσωπικών αναφορών για το παρελθόν, επιχειρηµάτων υπέρ των ενεργειών που έκαναν και των πρωτοβουλιών που ανέλαβαν. Το µπουκαλάκι άνοιξε και από µέσα αναδύονται αρώµατα προσωπικής δικαίωσης, απαντήσεων σε όσα τους έχουν καταµαρτυρήσει εχθροί και φίλοι, ιστορικής αναθεώρησης, κλεισίµατος λογαριασµών µε το παρελθόν. Άρωµα µε επίγευση Τραµπ το ένα µπουκάλι, µε νότες Μαµντάνι το άλλο. Σπάνια οι ψηφοφόροι δείχνουν την ώρα της κάλπης να ενδιαφέρονται για την ιστορική δικαίωση κάποιου πολιτικού - όποιος και αν είναι αυτός. Ενδιαφέρονται -και δεν το κρύβουν- για το ποιος µπορεί να διασφαλίσει ένα καλύτερο µέλλον για τους ίδιους, την οικογένειά τους, την πόλη τους, τη χώρα τους. Ο δρόµος και των δύο πρώην πρωθυπουργών για να συναντηθούν µε τις σηµερινές και µελλοντικές ανάγκες των πολλών είναι ακόµα «µακρύς» και «γεµάτος περιπέτειες».

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή