
∆ύο κρίσιµες λεπτοµέρειες που θα καθορίσουν τις εκλογές
Άρθρο γνώμης
Στο πεδίο της διακυβέρνησης οι ψηφοφόροι ουσιαστικά, όπως και τώρα, το 2027 θα έχουν έναν και µόνον ισχυρό υποψήφιο πρωθυπουργό: τον Κυριάκο Μητσοτάκη
Πολύ συχνά έρχονται στο προσκήνιο σενάρια για πρόωρες εκλογές ή στις πιο αρνητικές συγκυρίες περί αναγκαστικών εκλογών. Αλλά τελικά όλα καταλήγουν σε αυτό που υποστηρίζει µε συνέπεια ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης. Οι εκλογές θα γίνουν στην ώρα τους και µέχρι τότε το καλύτερο είναι ο καθένας να κάνει τη δουλειά του. Οι κυβερνητικοί τη δική τους στην προώθηση του προγραµµατισµού που έχει τεθεί και στην αντιµετώπιση της διεθνούς συγκυρίας και των έκτακτων δεδοµένων που έχουν προκύψει. Οι της αντιπολίτευσης στο να ανακαλύψουν και να συγκροτήσουν µια σοβαρή πολιτική προσέγγιση και να περιγράψουν ένα όραµα για τη χώρα. Επειδή όµως τα µίντια, αλλά και τα κοµµατικά επιτελεία θεωρούν ως κύρια αποστολή τους να µιλούν για εκλογές, καλόν είναι να τεθούν από τώρα κάποιες κρίσιµες παράµετροι οι οποίες θα πρέπει να τους απασχολήσουν.
Παράµετροι που µοιάζουν µε λεπτοµέρειες, αλλά τελικά θα καθορίσουν την πολιτική οπτική. Η πιο σηµαντική από αυτές που θα πρέπει σίγουρα να αξιολογηθεί είναι το πόσοι Έλληνες συνηθίζουν να ψηφίζουν στις εκλογές τα τελευταία αρκετά χρόνια. Αν δούµε τους αριθµούς, είναι περίπου οι µισοί. Από αυτούς που ψηφίζουν οι περισσότεροι επιθυµούν να υπάρξει διακυβέρνηση στη χώρα, για εύλογους λόγους. Πέραν των ιδιωτικών συµφερόντων τους, θεωρούν ότι τυχόν πολιτικοί πειραµατισµοί, χωρίς προϋποθέσεις και εγγυήσεις σοβαρότητας, µπορούν να επαναφέρουν την Ελλάδα σε κατάσταση καταστροφής, έτσι χωρίς προειδοποίηση, όπως συνέβη για παράδειγµα στις απαρχές της προηγούµενης δεκαετίας.
Στο 50% των Ελλήνων, πάντως, που συµµετέχουν στην εκλογική διαδικασία και αποφασίζουν και για το άλλο 50% -που προτιµά την καθηµερινή «ανταρσία» των πληκτρολογίων ή την απάθεια ως ένδειξη απόρριψης του πολιτικού συστήµατος συλλήβδην- θα απευθυνθεί ως επικεφαλής της κεντροδεξιάς ο κ. Μητσοτάκης και θα ζητήσει ψήφο εµπιστοσύνης για µια τρίτη τετραετία. Θα εξηγήσει τι έγινε και τι δεν έγινε από το 2019 και θα περιγράψει τον κυβερνητικό σχεδιασµό µε ορίζοντα το 2030-2031. Με τον τρόπο αυτό και µε εκλογική καµπάνια, τόσο αιχµής όσο και οραµατική, θα ζητήσει την υποστήριξη του εκλογικού 40%, του 50% των Ελλήνων για να συνεχίσει να ασκεί πλήρους ευθύνης διακυβέρνηση. Το πιο πιθανό και µε δεδοµένη την εικόνα που παρουσιάζει ως προς την πολιτική της δεινότητα η πολυδιασπασµένη και ευκαιριακή Αριστερή και ∆εξιά αντιπολίτευση, το πλέον πιθανό, σχεδόν βέβαιο, είναι ότι θα τύχει ο πρωθυπουργός αυτής της ψήφου εµπιστοσύνης από την πλειοψηφία των πολιτών που συµµετέχουν στις εκλογικές διαδικασίες.
Αν δούµε τις παρούσες δηµοσκοπήσεις που προσοµοιάζουν άλλωστε µεταξύ τους, για παράδειγµα την τελευταία της εταιρείας Interview, η Νέα ∆ηµοκρατία αυξάνει τη θετική της εικόνα και κινείται και πάλι στη ζώνη του 30%. Με δεδοµένο ότι ο κυβερνητισµός της µετά τον ανασχηµατισµό έχει ενάργεια και η επιτυχία του µοντέλου της επιτρέπει θετικά µέτρα και ταµειακά αποθέµατα την περίοδο από τη ∆ΕΘ µέχρι και τη συζήτηση του Προϋπολογισµού του 2026, είναι προβλεπτό, εφόσον δεν έχει γεωπολιτικό ατύχηµα ή κάποια απρόβλεπτη τραγωδία καιρική ή τύπου Τεµπών, να βρίσκεται στη συνήθη ζώνη επιρροής της, σε µη εκλογικούς χρόνους, του 33%-35%. Στο πεδίο της διακυβέρνησης οι ψηφοφόροι ουσιαστικά, όπως και τώρα, το 2027 θα έχουν έναν και µόνον ισχυρό υποψήφιο πρωθυπουργό: τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ως προς την αντιπολίτευση έχει προκύψει µια δεύτερη κρίσιµη λεπτοµέρεια. Η «κατάσταση πολιορκίας» της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Και µπορεί το επόµενο διάστηµα η Πλεύση Ελευθερίας πρόσκαιρα να «ξεφουσκώσει», αλλά στην εκλογική περίοδο τίποτα δεν εµποδίζει το 60% των ψηφοφόρων να επιλέξει ως επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο επόµενο Κοινοβούλιο την αντιδραστική και περιπετειώδη Ζωή, παίρνοντας µια «γλυκιά εκδίκηση» χωρίς ρίσκο, τόσο απέναντι στην κυρίαρχη διακυβέρνηση Μητσοτάκη όσο και απέναντι στη χαώδη «αντιπολίτευση των ανίκανων» που θα έχει πλέον ρόλο κοµπάρσου .
Παράµετροι που µοιάζουν µε λεπτοµέρειες, αλλά τελικά θα καθορίσουν την πολιτική οπτική. Η πιο σηµαντική από αυτές που θα πρέπει σίγουρα να αξιολογηθεί είναι το πόσοι Έλληνες συνηθίζουν να ψηφίζουν στις εκλογές τα τελευταία αρκετά χρόνια. Αν δούµε τους αριθµούς, είναι περίπου οι µισοί. Από αυτούς που ψηφίζουν οι περισσότεροι επιθυµούν να υπάρξει διακυβέρνηση στη χώρα, για εύλογους λόγους. Πέραν των ιδιωτικών συµφερόντων τους, θεωρούν ότι τυχόν πολιτικοί πειραµατισµοί, χωρίς προϋποθέσεις και εγγυήσεις σοβαρότητας, µπορούν να επαναφέρουν την Ελλάδα σε κατάσταση καταστροφής, έτσι χωρίς προειδοποίηση, όπως συνέβη για παράδειγµα στις απαρχές της προηγούµενης δεκαετίας.
Στο 50% των Ελλήνων, πάντως, που συµµετέχουν στην εκλογική διαδικασία και αποφασίζουν και για το άλλο 50% -που προτιµά την καθηµερινή «ανταρσία» των πληκτρολογίων ή την απάθεια ως ένδειξη απόρριψης του πολιτικού συστήµατος συλλήβδην- θα απευθυνθεί ως επικεφαλής της κεντροδεξιάς ο κ. Μητσοτάκης και θα ζητήσει ψήφο εµπιστοσύνης για µια τρίτη τετραετία. Θα εξηγήσει τι έγινε και τι δεν έγινε από το 2019 και θα περιγράψει τον κυβερνητικό σχεδιασµό µε ορίζοντα το 2030-2031. Με τον τρόπο αυτό και µε εκλογική καµπάνια, τόσο αιχµής όσο και οραµατική, θα ζητήσει την υποστήριξη του εκλογικού 40%, του 50% των Ελλήνων για να συνεχίσει να ασκεί πλήρους ευθύνης διακυβέρνηση. Το πιο πιθανό και µε δεδοµένη την εικόνα που παρουσιάζει ως προς την πολιτική της δεινότητα η πολυδιασπασµένη και ευκαιριακή Αριστερή και ∆εξιά αντιπολίτευση, το πλέον πιθανό, σχεδόν βέβαιο, είναι ότι θα τύχει ο πρωθυπουργός αυτής της ψήφου εµπιστοσύνης από την πλειοψηφία των πολιτών που συµµετέχουν στις εκλογικές διαδικασίες.
Αν δούµε τις παρούσες δηµοσκοπήσεις που προσοµοιάζουν άλλωστε µεταξύ τους, για παράδειγµα την τελευταία της εταιρείας Interview, η Νέα ∆ηµοκρατία αυξάνει τη θετική της εικόνα και κινείται και πάλι στη ζώνη του 30%. Με δεδοµένο ότι ο κυβερνητισµός της µετά τον ανασχηµατισµό έχει ενάργεια και η επιτυχία του µοντέλου της επιτρέπει θετικά µέτρα και ταµειακά αποθέµατα την περίοδο από τη ∆ΕΘ µέχρι και τη συζήτηση του Προϋπολογισµού του 2026, είναι προβλεπτό, εφόσον δεν έχει γεωπολιτικό ατύχηµα ή κάποια απρόβλεπτη τραγωδία καιρική ή τύπου Τεµπών, να βρίσκεται στη συνήθη ζώνη επιρροής της, σε µη εκλογικούς χρόνους, του 33%-35%. Στο πεδίο της διακυβέρνησης οι ψηφοφόροι ουσιαστικά, όπως και τώρα, το 2027 θα έχουν έναν και µόνον ισχυρό υποψήφιο πρωθυπουργό: τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Ως προς την αντιπολίτευση έχει προκύψει µια δεύτερη κρίσιµη λεπτοµέρεια. Η «κατάσταση πολιορκίας» της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Και µπορεί το επόµενο διάστηµα η Πλεύση Ελευθερίας πρόσκαιρα να «ξεφουσκώσει», αλλά στην εκλογική περίοδο τίποτα δεν εµποδίζει το 60% των ψηφοφόρων να επιλέξει ως επικεφαλής της αντιπολίτευσης στο επόµενο Κοινοβούλιο την αντιδραστική και περιπετειώδη Ζωή, παίρνοντας µια «γλυκιά εκδίκηση» χωρίς ρίσκο, τόσο απέναντι στην κυρίαρχη διακυβέρνηση Μητσοτάκη όσο και απέναντι στη χαώδη «αντιπολίτευση των ανίκανων» που θα έχει πλέον ρόλο κοµπάρσου .