Τα κόµµατα της αντιπολίτευσης στον παρόν Κοινοβούλιο είναι πολλά και φλύαρα. Πέραν των κοµµάτων υφίστανται δεκάδες ανεξάρτητοι βουλευτές. Αυτοί οι οποίοι έχουν µετακινηθεί από τα κόµµατα που εξελέγησαν ή άλλοι που έχουν διαγραφεί από τα κόµµατα µε τα οποία συµµετείχαν στις διαδοχικές εκλογές του 2023. Είναι δεδοµένο ότι µετά το φετινό καλοκαίρι και όσο θα κινούµεθα στο 2026, τα κόµµατα και τα πρόσωπα της αντιπολίτευσης θα καταληφθούν από µια νευρικότητα. Η πολυδιάσπαση και τα ελλείµµατα προοπτικής θα αρχίσουν να φαίνονται στα µάτια τους και στο µυαλό τους δικαίως πολύ πιο σηµαντικά και κρίσιµα.

Σε επίπεδο κοµµάτων, από τα µικρά το εκλογικό όριο του 3% για να βρεθούν στο επόµενο Κοινοβούλιο της περιόδου 2027-2031 θα µοιάζει πλέον υπαρξιακής σηµασίας. Όσον αφορά τους ανεξάρτητους κοινοβουλευτικούς που σήµερα περιδιαβαίνουν τους διαδρόµους του Κοινοβουλίου, κουτσοµπολεύοντας και υποστηρίζοντας διάφορα σενάρια για την κατάσταση του πολιτικού συστήµατος της χώρας, η ανάγκη να βρουν πολιτική στέγη θα γίνει καθοριστική για την πολιτική και την επαγγελµατική τους επιβίωση. Για τα µεσαία κόµµατα της αντιπολίτευσης, µεγάλα ούτως ή άλλως δεν διαθέτουµε, είναι επίσης υπαρξιακός ο πήχυς του 10% στην περίπτωσή τους. Πόσο κοντά σε αυτόν θα βρεθούν και πόσο µπορούν να τον ξεπεράσουν. Ποιο θα είναι το δεύτερο κόµµα στην αφετηρία της προεκλογικής περιόδου και ποιο τρίτο; Σηµειωτέον ότι αυτό δεν το δείχνουν οι δηµοσκοπήσεις. Αυτές κάνουν προ βλέψεις στη βάση της στατιστικής. Το δείχνει ο αριθµός των βουλευτών που θα διαθέτει το 2026 και όχι σήµερα το κάθε κόµµα.

Ειδικά όταν µιλάµε για κάποια βασικά που διεκδικούν την αξιωµατική αντιπολίτευση. Το ΠΑΣΟΚ, τον ΣΥΡΙΖΑ, την Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, η οποία δοκιµάζει εισοδισµό στα ρετιρέ της αντιπολίτευσης, αλλά θα πρέπει να βρει βουλευτές επιπλέον και προφίλ ανταγωνιστικό -µε το ΠΑΣΟΚ τουλάχιστον- που θα της εξασφαλίσει τη δυνατότητα να ζητήσει ψήφο εµπιστοσύνης από τους πολίτες για να αναλάβει στο επόµενο Κοινοβούλιο ρόλο αξιωµατικής αντιπολίτευσης που τόσο επιθυµεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, στην παρούσα φάση δείχνει να καταρρέει µε ποσοστά στις δηµοσκοπήσεις κάτω από εκείνα της Ελληνικής Λύσης και του ΚΚΕ, µε τη Νέα Αριστερά -µία από τις διασπάσεις του- να βλέπει πολύ ψηλά τον πήχυ του 3%, ενώ ετοιµάζεται και για νέα διάσπαση.

∆ιαβάζουµε και βλέπουµε στην καθηµερινότητα σειρά πολιτικών αναλυτών και σχολιαστών να αναδεικνύουν την ανυπαρξία ισχυρής ή συγκροτηµένης αντιπολίτευσης, ισχυριζόµενοι ότι αυτό αποτελεί δυστύχηµα για την Ελλάδα. Μπορεί. Αλλά όχι όσο νοµίζουν. Η πραγµατική δυστυχία για µια χώρα, ειδικά όπως η Ελλάδα, είναι να µην έχει ισχυρή και συγκροτηµένη κυβέρνηση. Αλλά αυτό δεν απασχολεί τη χώρα µας. Οι πολίτες στην πλειοψηφία τους καταγράφονται από διάφορες κοινωνικές έρευνες ως απαισιόδοξοι, παρά το γεγονός ότι οι δείκτες της οικονοµίας και το διεθνές προφίλ θα έπρεπε να τους δίνουν µεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Αυτοί οι πολίτες, όµως, κατά πλειοψηφία δίνουν µε την ψήφο τους σταθερή διακυβέρνηση. Προφανώς το ίδιο θα κάνουν και το 2027. Στην αντιπολίτευση, όµως, οι ηγεσίες και οι επιτελικές οµάδες των κοµµάτων δεν ενδιαφέρονται για τα θέµατα της διακυβέρνησης. Πάσχουν από αυτοαναφορικότητα. Νοµίζουν ότι επειδή οι σχολιαστές ασχολούνται µαζί τους, µια δουλειά είναι και αυτή, ενδιαφέρουν και τους πολίτες οι προσωπικές µαταιοδοξίες τους και οι µικροπολιτικές καντρίλιες τους, π.χ., για τα Τέµπη. Πρόκειται περί αυταπάτης.

Τα αδιέξοδα οπτικής και πολιτικής στρατηγικής που τους καθορίζουν δεν απασχολούν τους πολίτες. Αυτούς τους ενδιαφέρουν τα ζητήµατα διακυβέρνησης. Ή το κατά πόσον κινδυνεύει η Ελλάδα από τις διεθνείς ανακατατάξεις. Επίσης, το αν ο Μητσοτάκης υλοποιήσει τις δεσµεύσεις του και αν ανακοινώσει νέες θετικές πολιτικές. Η αντιπολίτευση βρίσκεται σε µια λάθος διαδροµή. Το να χαζεύεις από τα σόσιαλ µίντια µια ωραία παράσταση ενός τσίρκου δεν είναι πολιτική. Είναι διασκέδαση ή, επί το λαϊκότερο, χαβαλές…

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή