
Αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας: Προϋπόθεση ευημερίας και κοινωνικής συνοχής
Opinios
"Η μάχη κατά της ενεργειακής φτώχειας δεν κερδίζεται από τη μία μέρα στην άλλη. Απαιτεί συνέχεια, ευελιξία και κυρίως διατήρηση της κοινωνικής στόχευσης του Κράτους"
Η ενεργειακή φτώχεια αποτελεί διαχρονικά μία από τις πιο περίπλοκες προκλήσεις κοινωνικής πολιτικής. Η ταυτόχρονη συνύπαρξη γηρασμένου κτιριακού αποθέματος και αυξημένου ενεργειακού κόστους καθιστά το πρόβλημα ιδιαίτερα έντονο, με σοβαρές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής και την καθημερινότητα των πολιτών. Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά τις διαδοχικές κρίσεις -οικονομική, πανδημία, ενεργειακή κρίση και πληθωρισμός ως συνέπεια του ρωσο-ουκρανικού πολέμου-, η Πολιτεία κλήθηκε να δράσει σε πολλαπλά επίπεδα.
Μέσω του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου και της επιδότησης θέρμανσης, έχει προσφερθεί άμεση οικονομική ανακούφιση για χιλιάδες νοικοκυριά. Επιπρόσθετα, οι επιδοτήσεις στα κυμαινόμενα τιμολόγια ρεύματος επιχειρήσεων για Δεκέμβριο 2024, Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2025, προκειμένου να καλυφθεί η μεσοσταθμική αύξηση της τιμής ρεύματος για αυτούς τους μήνες, στήριξε και τις επιχειρήσεις, εξαιρώντας, μάλιστα, όσες είχαν προβεί σε διαπιστωμένη ρευματοκλοπή.
Σημαντική εξέλιξη αποτέλεσε και η ανάπτυξη των ενεργειακών κοινοτήτων. Οι πολίτες αποκτούν πλέον τη δυνατότητα συλλογικής παραγωγής και αυτοκατανάλωσης ενέργειας, ιδίως από Ανανεώσιμες Πηγές, συμβάλλοντας στην αποκέντρωση του ενεργειακού μοντέλου και την ενίσχυση της ενεργειακής δημοκρατίας. Οι ενεργές κοινότητες ξεπερνούν πλέον τις 1.700, με συμμετοχή τόσο τοπικών φορέων όσο και ιδιωτών.
Ένα ακόμη εργαλείο που αξιοποιήθηκε είναι το πρόγραμμα «Εξοικονομώ», το οποίο επεκτάθηκε και ενισχύθηκε με στόχο την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών. Το πρόγραμμα, που εντάχθηκε στο ευρωπαϊκό σχέδιο RePowerEU και στο εθνικό σχέδιο «Ελλάδα 2.0», έχει ήδη συνεισφέρει στην ανακαίνιση δεκάδων χιλιάδων κατοικιών, δίνοντας έμφαση σε χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Αν και υπάρχουν προκλήσεις στην υλοποίησή του, αποτελεί αναμφίβολα ένα χρήσιμο βήμα στην κατεύθυνση της μείωσης των ενεργειακών αναγκών και της μείωσης των λογαριασμών.
Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) προβλέπει τη μείωση της ενεργειακής ένδειας κατά 50% έως το 2025 και 75% έως το 2030, ενώ επενδύει σε δράσεις μακροπρόθεσμης απόδοσης, όπως η ανακαίνιση κτιρίων, η προώθηση των ΑΠΕ και η υποστήριξη ευάλωτων νοικοκυριών. Αξίζει να σημειωθεί πως η Ελλάδα, σε αντιστοιχία με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, έχει υιοθετήσει ένα πολυεπίπεδο σχέδιο που ενσωματώνει και την κοινωνική διάσταση της πράσινης μετάβασης.
Οι πολιτικές αυτές εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική που ξεκίνησε από το 2019, με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να αναγνωρίζει εγκαίρως την ανάγκη συστηματικής παρέμβασης στο φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας. Αποτελούν, δε, μέρος των διαρκών πρωτοβουλιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να εξασφαλίσει για όλους τους καταναλωτές, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, άφθονη και φθηνή ενέργεια, με παρεμβάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με προσπάθειες για μείωση των απωλειών και αντιμετώπιση της ρευματοκλοπής, με στήριξη στους πιο ευάλωτους.
Η μάχη κατά της ενεργειακής φτώχειας δεν κερδίζεται από τη μία μέρα στην άλλη. Απαιτεί συνέχεια, ευελιξία και κυρίως διατήρηση της κοινωνικής στόχευσης του Κράτους. Οι δράσεις που προαναφέρθηκαν, και νέες που ενδεχομένως θα δρομολογηθούν, μπορούν να αποκτήσουν διάρκεια και να ενισχύσουν τη συνεκτική εθνική στρατηγική, που ενσωματώνει δίκαια την ενεργειακή μετάβαση με την κοινωνική συνοχή.
Μέσω του Κοινωνικού Οικιακού Τιμολογίου και της επιδότησης θέρμανσης, έχει προσφερθεί άμεση οικονομική ανακούφιση για χιλιάδες νοικοκυριά. Επιπρόσθετα, οι επιδοτήσεις στα κυμαινόμενα τιμολόγια ρεύματος επιχειρήσεων για Δεκέμβριο 2024, Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2025, προκειμένου να καλυφθεί η μεσοσταθμική αύξηση της τιμής ρεύματος για αυτούς τους μήνες, στήριξε και τις επιχειρήσεις, εξαιρώντας, μάλιστα, όσες είχαν προβεί σε διαπιστωμένη ρευματοκλοπή.
Σημαντική εξέλιξη αποτέλεσε και η ανάπτυξη των ενεργειακών κοινοτήτων. Οι πολίτες αποκτούν πλέον τη δυνατότητα συλλογικής παραγωγής και αυτοκατανάλωσης ενέργειας, ιδίως από Ανανεώσιμες Πηγές, συμβάλλοντας στην αποκέντρωση του ενεργειακού μοντέλου και την ενίσχυση της ενεργειακής δημοκρατίας. Οι ενεργές κοινότητες ξεπερνούν πλέον τις 1.700, με συμμετοχή τόσο τοπικών φορέων όσο και ιδιωτών.
Ένα ακόμη εργαλείο που αξιοποιήθηκε είναι το πρόγραμμα «Εξοικονομώ», το οποίο επεκτάθηκε και ενισχύθηκε με στόχο την ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών. Το πρόγραμμα, που εντάχθηκε στο ευρωπαϊκό σχέδιο RePowerEU και στο εθνικό σχέδιο «Ελλάδα 2.0», έχει ήδη συνεισφέρει στην ανακαίνιση δεκάδων χιλιάδων κατοικιών, δίνοντας έμφαση σε χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Αν και υπάρχουν προκλήσεις στην υλοποίησή του, αποτελεί αναμφίβολα ένα χρήσιμο βήμα στην κατεύθυνση της μείωσης των ενεργειακών αναγκών και της μείωσης των λογαριασμών.
Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) προβλέπει τη μείωση της ενεργειακής ένδειας κατά 50% έως το 2025 και 75% έως το 2030, ενώ επενδύει σε δράσεις μακροπρόθεσμης απόδοσης, όπως η ανακαίνιση κτιρίων, η προώθηση των ΑΠΕ και η υποστήριξη ευάλωτων νοικοκυριών. Αξίζει να σημειωθεί πως η Ελλάδα, σε αντιστοιχία με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, έχει υιοθετήσει ένα πολυεπίπεδο σχέδιο που ενσωματώνει και την κοινωνική διάσταση της πράσινης μετάβασης.
Οι πολιτικές αυτές εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική που ξεκίνησε από το 2019, με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη να αναγνωρίζει εγκαίρως την ανάγκη συστηματικής παρέμβασης στο φαινόμενο της ενεργειακής φτώχειας. Αποτελούν, δε, μέρος των διαρκών πρωτοβουλιών του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να εξασφαλίσει για όλους τους καταναλωτές, νοικοκυριά και επιχειρήσεις, άφθονη και φθηνή ενέργεια, με παρεμβάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με προσπάθειες για μείωση των απωλειών και αντιμετώπιση της ρευματοκλοπής, με στήριξη στους πιο ευάλωτους.
Η μάχη κατά της ενεργειακής φτώχειας δεν κερδίζεται από τη μία μέρα στην άλλη. Απαιτεί συνέχεια, ευελιξία και κυρίως διατήρηση της κοινωνικής στόχευσης του Κράτους. Οι δράσεις που προαναφέρθηκαν, και νέες που ενδεχομένως θα δρομολογηθούν, μπορούν να αποκτήσουν διάρκεια και να ενισχύσουν τη συνεκτική εθνική στρατηγική, που ενσωματώνει δίκαια την ενεργειακή μετάβαση με την κοινωνική συνοχή.