
Η επιστροφή των φαντασµάτων και η ελπίδα της σοβαρότητας
Άρθρο γνώμης
Οι εκπρόσωποι της Νέας ∆ηµοκρατίας οφείλουν να ξεπεράσουν µια για πάντα τις παιδικές ή σοβαρές ασθένειες, µε κορυφαία την αλαζονεία
Για πρώτη φορά ύστερα από τόσα χρόνια, το σύνολο των πολιτικών και κοινωνικών δυνάµεων της χώρας καλούνται να αντιληφθούν τι ακριβώς συµβαίνει στον πλανήτη, και δη στη γεωστρατηγική γειτονιά µας και να επιδείξουν την υπευθυνότητα και τη σοβαρότητα που αρµόζει στην περίσταση. Το νέο διεθνές περιβάλλον, που διαµορφώνεται βίαια και µε πρωτοφανή ταχύτητα, έρχεται να µας υπενθυµίσει γι’ ακόµη µία φορά πως η Ελλάδα δεν θα πρέπει σε καµία περίπτωση να παραµένει εγκλωβισµένη στον µικρόκοσµό της και σε τερτίπια του παρελθόντος, τα οποία µε µαθηµατική ακρίβεια θα την καταστήσουν κοµπάρσο των εξελίξεων. Είναι σαφές, πως παρά τα γενικότερα κακώς κείµενα, τα τελευταία χρόνια η χώρα έχει ανακτήσει την αξιοπιστία της, έχει πατήσει γερά στα πόδια της -παρά τα αδιαµφισβήτητα προβλήµατα της καθηµερινότητας- και έχει λόγο και ρόλο στη διπλωµατική σκακιέρα, ανεξαρτήτως της δικαιολογηµένης ή ανούσιας (ανάλογα µε το πεδίο της συζήτησης) κριτικής που ακούγεται για τα αντανακλαστικά που επιδεικνύονται κατά καιρούς.
Με φόντο τη νέα πραγµατικότητα που διαµορφώνεται εκτός συνόρων, η Αθήνα οφείλει να επαγρυπνά, δεδοµένου του γεγονότος ότι παρά την ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, εξακολουθεί να έχει απέναντί της µία αναθεωρητική δύναµη, η οποία -εξαιτίας της στρατηγικής της σηµασίας στην περιοχή επιχειρεί να επωφεληθεί από την αναταραχή στο ρωσο-ουκρανικό και τη Μέση Ανατολή. Αντίστοιχα σηµαντική ωστόσο για τη ∆ύση -ως ο πλέον σοβαρός και αδιαµφισβήτητος σύµµαχος στην ίδια γεωστρατηγική ζώνη που φλέγεται- είναι και η Ελλάδα, η οποία οφείλει να διεκδικήσει τη θέση που της αναλογεί σε αυτό το ριψοκίνδυνο παιχνίδι δύναµης και αναδιανοµής ισχύος.
Η εικόνα αυτή έρχεται γι’ ακόµη µια φορά να φέρει στην πρώτη γραµµή της επικαιρότητας την ανάγκη διατήρησης της πολιτικής και κοινωνικής σταθερότητας που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια και τη διαφύλαξη της αναπτυξιακής προοπτικής, που παρά τα προβλήµατα είναι -αν µη τι άλλο- ιδιαίτερα αισθητή, πολλώ δε µάλλον αν µπει κανείς στη διαδικασία να αναλογιστεί πού ήταν η χώρα πριν από µία εξαετία.
Αν µπορούσε κανείς να δηµιουργήσει έναν καµβά του πολέµου από τη µια και των συζητήσεων που απασχόλησαν το πολιτικό σκηνικό της χώρας τις προηγούµενες ηµέρες από την άλλη, θα καταλάβει από πρώτο χέρι για ποιον λόγο στις δηµοσκοπήσεις φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Ν∆ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης συσπειρώνουν όσο περνάει ο καιρός όλο και περισσότερο γύρω τους το κοµµάτι εκείνο της κοινωνίας που αγωνιά για το µέλλον και αναζητά ένα κατά το δυνατόν υγιές περιβάλλον εργασίας και διαβίωσης έναντι της δύσκολης συγκυρίας που βιώνουµε. Και πώς θα µπορούσε να συµβεί διαφορετικά, όταν κυριολεκτικά ο κόσµος καίγεται και οι άλλοι συζητούσαν µε πάθος για το αν θα έπρεπε να κατηγορηθούν για εσχάτη προδοσία ο Νίκος Παπαθανάσης και η Ζωή Ράπτη.
Κάπου στη µέση το ΠΑΣΟΚ, που προσπαθεί να ισορροπήσει µεταξύ θεσµικότητας και τρέλας, αλλά και το γινάτι των Σαµαρά και Καραµανλή που, αν και έχουν απολέσει το συντριπτικά µεγαλύτερο µέρος της επιρροής τους στους κόλπους του κυβερνώντος κόµµατος, η ιστορία γράφει ότι εισήλθαν σ’ ένα κάδρο πολύ διαφορετικό από αυτό που αντιπροσωπεύει η ιστορία της «γαλάζιας» παράταξης ως µόνης σταθερής αξίας της πολιτικής ζωής της χώρας µετά τη Μεταπολίτευση.
Όµως, για να εξακολουθήσει να διασφαλίζεται η οµαλότητα και η πολιτική σταθερότητα να συνεχίσει να συνιστά κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής ζωής, οφείλουν και οι εκπρόσωποι (τουλάχιστον εκείνοι που έχουν σχετική έφεση) του µοναδικού για την ώρα φορέα που έχει τη δυνατότητα να εµφανίζεται ως αποκλειστικός της θεµατοφύλακας να ξεπεράσουν µια για πάντα τις παιδικές ή σοβαρές ασθένειες, µε κορυφαίο την αλαζονεία που λίγο έλειψαν να βυθίσει πριν από µερικούς µήνες το κυβερνών κόµµα και τη χώρα σε µία πιθανόν µοιραία κρίση. Τότε, παρά τα λάθη και τις αστοχίες, ήταν ο Μητσοτάκης που έσωσε την παρτίδα. Αν όµως ορισµένοι δεν σταµατήσουν να τζογάρουν πολιτικά, απολαµβάνοντας τις δάφνες της πολιτικής κυριαρχίας της Ν∆, τότε είναι ορατό το σενάριο να βρεθεί αντίπαλος, που όλες οι παροχές του κόσµου δεν θα φτάνουν για την αντιµετώπισή του. Βλέπετε, δεν θα µιλάµε για ένα κόµµα µε µια θεσµική υπόσταση, αλλά για ένα τέρας λαϊκισµού σαν κι εκείνο που λίγο έλειψε να ρίξει τη χώρα στον γκρεµό πριν σχεδόν από µια δεκαετία, µιας και σε λίγο θα θυµηθούµε τις θλιβερές επετείους του δηµοψηφίσµατος και του τρίτου µνηµονίου, ο µοιραίος εµπνευστής των οποίων επιχερεί πλέον την ολική του επαναφορά εν ε ίδει... σωτήρα του έθνους
Με φόντο τη νέα πραγµατικότητα που διαµορφώνεται εκτός συνόρων, η Αθήνα οφείλει να επαγρυπνά, δεδοµένου του γεγονότος ότι παρά την ύφεση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, εξακολουθεί να έχει απέναντί της µία αναθεωρητική δύναµη, η οποία -εξαιτίας της στρατηγικής της σηµασίας στην περιοχή επιχειρεί να επωφεληθεί από την αναταραχή στο ρωσο-ουκρανικό και τη Μέση Ανατολή. Αντίστοιχα σηµαντική ωστόσο για τη ∆ύση -ως ο πλέον σοβαρός και αδιαµφισβήτητος σύµµαχος στην ίδια γεωστρατηγική ζώνη που φλέγεται- είναι και η Ελλάδα, η οποία οφείλει να διεκδικήσει τη θέση που της αναλογεί σε αυτό το ριψοκίνδυνο παιχνίδι δύναµης και αναδιανοµής ισχύος.
Η εικόνα αυτή έρχεται γι’ ακόµη µια φορά να φέρει στην πρώτη γραµµή της επικαιρότητας την ανάγκη διατήρησης της πολιτικής και κοινωνικής σταθερότητας που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια και τη διαφύλαξη της αναπτυξιακής προοπτικής, που παρά τα προβλήµατα είναι -αν µη τι άλλο- ιδιαίτερα αισθητή, πολλώ δε µάλλον αν µπει κανείς στη διαδικασία να αναλογιστεί πού ήταν η χώρα πριν από µία εξαετία.
Αν µπορούσε κανείς να δηµιουργήσει έναν καµβά του πολέµου από τη µια και των συζητήσεων που απασχόλησαν το πολιτικό σκηνικό της χώρας τις προηγούµενες ηµέρες από την άλλη, θα καταλάβει από πρώτο χέρι για ποιον λόγο στις δηµοσκοπήσεις φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Ν∆ και ο Κυριάκος Μητσοτάκης συσπειρώνουν όσο περνάει ο καιρός όλο και περισσότερο γύρω τους το κοµµάτι εκείνο της κοινωνίας που αγωνιά για το µέλλον και αναζητά ένα κατά το δυνατόν υγιές περιβάλλον εργασίας και διαβίωσης έναντι της δύσκολης συγκυρίας που βιώνουµε. Και πώς θα µπορούσε να συµβεί διαφορετικά, όταν κυριολεκτικά ο κόσµος καίγεται και οι άλλοι συζητούσαν µε πάθος για το αν θα έπρεπε να κατηγορηθούν για εσχάτη προδοσία ο Νίκος Παπαθανάσης και η Ζωή Ράπτη.
Κάπου στη µέση το ΠΑΣΟΚ, που προσπαθεί να ισορροπήσει µεταξύ θεσµικότητας και τρέλας, αλλά και το γινάτι των Σαµαρά και Καραµανλή που, αν και έχουν απολέσει το συντριπτικά µεγαλύτερο µέρος της επιρροής τους στους κόλπους του κυβερνώντος κόµµατος, η ιστορία γράφει ότι εισήλθαν σ’ ένα κάδρο πολύ διαφορετικό από αυτό που αντιπροσωπεύει η ιστορία της «γαλάζιας» παράταξης ως µόνης σταθερής αξίας της πολιτικής ζωής της χώρας µετά τη Μεταπολίτευση.
Όµως, για να εξακολουθήσει να διασφαλίζεται η οµαλότητα και η πολιτική σταθερότητα να συνεχίσει να συνιστά κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής ζωής, οφείλουν και οι εκπρόσωποι (τουλάχιστον εκείνοι που έχουν σχετική έφεση) του µοναδικού για την ώρα φορέα που έχει τη δυνατότητα να εµφανίζεται ως αποκλειστικός της θεµατοφύλακας να ξεπεράσουν µια για πάντα τις παιδικές ή σοβαρές ασθένειες, µε κορυφαίο την αλαζονεία που λίγο έλειψαν να βυθίσει πριν από µερικούς µήνες το κυβερνών κόµµα και τη χώρα σε µία πιθανόν µοιραία κρίση. Τότε, παρά τα λάθη και τις αστοχίες, ήταν ο Μητσοτάκης που έσωσε την παρτίδα. Αν όµως ορισµένοι δεν σταµατήσουν να τζογάρουν πολιτικά, απολαµβάνοντας τις δάφνες της πολιτικής κυριαρχίας της Ν∆, τότε είναι ορατό το σενάριο να βρεθεί αντίπαλος, που όλες οι παροχές του κόσµου δεν θα φτάνουν για την αντιµετώπισή του. Βλέπετε, δεν θα µιλάµε για ένα κόµµα µε µια θεσµική υπόσταση, αλλά για ένα τέρας λαϊκισµού σαν κι εκείνο που λίγο έλειψε να ρίξει τη χώρα στον γκρεµό πριν σχεδόν από µια δεκαετία, µιας και σε λίγο θα θυµηθούµε τις θλιβερές επετείους του δηµοψηφίσµατος και του τρίτου µνηµονίου, ο µοιραίος εµπνευστής των οποίων επιχερεί πλέον την ολική του επαναφορά εν ε ίδει... σωτήρα του έθνους