Το… µυαλό στο χέρι µάς έδωσαν, που λένε και οι νέοι, άπαντες οι δηµοσιολογούντες τις τελευταίες ηµέρες σχετικά µε την υπόθεση Ρούτσι. Από τη µια, το κάθε καρυδιάς καρύδι που θέλησε να βρει χώρο µέσα από το δράµα ενός ανθρώπου για να υπενθυµίσει την παρουσία του. Καλλιτέχνες της κακιάς ώρας, διάφοροι τύποι που πουλάνε… επανάσταση και ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπο και κάθε είδους απίθανη περίπτωση θέλησαν να κερδίσουν το τέταρτο (ή και κάτι παραπάνω) της δηµοσιότητας έναντι µιας κανονικής τραγωδίας. Και από την άλλη, οι πολιτικοί και θεσµικοί παράγοντες. Εκείνοι που επενδύουν ξεκάθαρα και απροσχηµάτιστα στον πόνο των γονέων των Τεµπών, πλάθοντας ιστορίες για αγρίους και χρησιµοποιώντας κάθε µέσο προκειµένου να επωφεληθούν πολιτικά, ακόµη κι αν αυτό πολλές φορές αντιτίθεται στη διαδικασία ανεύρεσης της αλήθειας. Όταν µάλιστα δείχνουν να χάνουν στις δηµοσκοπήσεις, τότε η σχετική επιµονή τους γίνεται ακόµη πιο έντονη, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Το θέµα είναι ότι αυτή η κατηγορία θα κριθεί ή έχει ήδη αρχίσει να κρίνεται, θετικά και αρνητικά. Ωστόσο, ουδείς µπορεί να λησµονήσει ότι υπάρχουν και κάποια φαινόµενα που χρήζουν περαιτέρω εξήγησης. Για παράδειγµα, ο Αντώνης Σαµαράς, ο οποίος εξέφρασε την καθ’ όλα σεβαστή θέση περί αυτονόητου αιτήµατος του Πάνου Ρούτσι, αλλά πολύ καθυστερηµένα, αφού το θέµα των Τεµπών δεν υπήρχε στην ατζέντα του µέχρι και πριν από µερικές ηµέρες. Στο ίδιο κάδρο φυσικά και ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος ανακοίνωσε την παραίτησή του από το βουλευτικό αξίωµα και ουσιαστικά δροµολόγησε τη σύσταση του νέου πολιτικού φορέα που ετοιµάζει, σε µια χρονική στιγµή κατά την οποία είναι σαφές ότι επιθυµεί να µη χάσει το momentum αυτής της νέας κρίσης που αντιµετωπίζει η κυβέρνηση σε ένα µέτωπο το οποίο την ταλαιπωρεί περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.

Οι κυβερνώντες, και δη εκείνοι που έχουν αρχίσει ήδη να τοποθετούνται ενόψει της επόµενης µέρας, να σταθούν επιτέλους στο ύψος των περιστάσεων

Μέσα σε όλα αυτά να µην ξεχάσουµε βεβαίως ότι και τα κυβερνητικά στελέχη, µε τα νέας κοπής «ήξεις αφήξεις» τους, τις εκ διαµέτρου αντίθετες δηλώσεις και συχνά εντελώς άσχετες µε το νοµικό κοµµάτι (που ήταν και η µόνη σοβαρή οπτική γωνία µε την οποία θα έπρεπε κανείς να δει το όλο σκηνικό) και εντέλει µε την τραγική διαχείριση και αυτής της παραµέτρου των Τεµπών, έδωσαν αφορµή για ξεσπάσµατα λαϊκισµού που παρέπεµπαν στους προηγούµενους µήνες και αναδείκνυαν µια εικόνα Βαβέλ, που σοκάρει όλους εκείνους τους πολίτες που οµνύουν στην ανάγκη της διατήρησης της πολιτικής σταθερότητας. Και οι οποίοι εναποθέτουν τις ελπίδες τους για αυτό το υψίστης σηµασίας ζητούµενο µόνο στην παρούσα κυβέρνηση, έτσι όπως έχουν έλθει τα πράγµατα µε την έλλειψη οποιασδήποτε σοβαρής και... αµέσου κατανάλωσης εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης για τη χώρα.

Ως εκ τούτου, έστω και τώρα θα πρέπει οι κυβερνώντες, και δη εκείνοι που έχουν αρχίσει ήδη να τοποθετούνται ενόψει της επόµενης µέρας -αγνοώντας δυστυχώς σε τι συνθήκες µπορεί να διαµορφωθεί το αύριο της χώρας και της παράταξης, αν δεν αναληφθούν εδώ και τώρα οι απαραίτητες πρωτοβουλίες-, να σταθούν επιτέλους στο ύψος των περιστάσεω ν. Μαζί τους και εκείνες οι προαναφερθείσες και όχι µόνο δυνάµεις της µετριοπάθειας και της σοβαρότητας των άλλων πολιτικών χώρων, που φαίνεται ότι σε µεγάλο βαθµό δεν µπορούν να αντισταθούν στον πειρασµό του χαϊδέµατος των αυτιών. Και να πουν το αυτονόητο. Ότι καµία συνθήκη και κανένας πανθοµολογούµενος σεβασµός σε ιερά δικαιώµατα, αλλά ταυτόχρονα και κανένας λάθος χειρισµός δεν δικαιολογεί την ύπαρξη ∆ικαιοσύνης ΙΧ, που να ικανοποιεί όχι συγγενείς θυµάτων αλλά, πολύ χειρότερα, άγρια κοµµατικά συµφέροντα. Αναρωτιέµαι τι θα γινόταν αν δίπλα στους δύστυχους γονείς των Τεµπών προσετίθεντο εκείνοι από το Μάτι, τη Μάνδρα, ή αυτοί που χάνουν τα παιδιά τους κάθε χρόνο στους ακατάλληλους ελληνικούς δρόµους.

Άφησα τελευταία τη ∆ικαιοσύνη, η οποία ιδιαίτερα σε συγκυρίες σαν κι αυτή που διανύουµε θα πρέπει να λειτουργεί ως απόλυτος φάρος για την κοινωνία των πολιτών. Ναι. Οι λειτουργοί της προσπαθούν να κάνουν καλά τη δουλειά τους υπό αντίξοες συνθήκες και ανεπηρέαστοι από την περιρρέουσα ατµόσφαιρα. Αν όµως δεν το καταφέρουν αυτό και γίνουν ένα µε τα πολιτικά τερτίπια, έστω και ακούσια, τότε οι συνέπειες θα είναι χειρότερες από την οποιαδήποτε κρίση που θα χτυπήσει την πόρτα της εγχώριας κοινοβουλευτικής πραγµατικότητας. Αν η έλλειψη εµπιστοσύνης στους θεσµούς που καταγράφεται στις δηµοσκοπήσεις φθάσει στο σηµείο να καθορίζει συµπεριφορές στο κοινωνικό πεδίο, και µάλιστα πολιτών που ουδεµία ροπή έχουν στον λαϊκισµό, τότε τα όποια βήµατα έγιναν µετά τη µνηµονιακή λαίλαπα θα µετατραπούν σε καρφιά για όλους µας.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή