
Αυτοί που επέζησαν από τις δύο ατομικές βόμβες
Η Κινίγιο Φουκούι
Η Αγιάνο Χιρασίμα ήταν στο σχολείο της στη Χιροσίμα όταν έπεσε η πρώτη βόμβα στις 6 Αυγούστου 1945, πριν από 80 χρόνια. Επειτα διέφυγε στο Ναγκασάκι, όπου αντίκρισε μια ραδιενεργή ερημιά
Ηταν μόλις 8 ετών τότε, αλλά μια ολόκληρη ζωή μετά η Αγιάνο Χιρασίμα θυμάται καθαρά την πρώτη φορά που εκτέθηκε σε ατομική βόμβα. Ηταν Δευτέρα 6 Αυγούστου 1945 και έβγαζε τα παπούτσια της όταν η βόμβα ουρανίου 13 χιλιοτόνων με το παρατσούκλι «Little Boy» εξερράγη 580 μέτρα πάνω από το κέντρο της Χιροσίμα, 30 δευτερόλεπτα μετά τις 8.15 π.μ. «Ημουν έτοιμη να πάρω τις παντόφλες μου για να μπω στο σχολείο, όταν είδα τη λάμψη γύρω μου», λέει. «Μπουμ, ξαφνικά ήμουν καλυμμένη με συντρίμμια. Κατάφερα να συρθώ έξω και με κάποιον τρόπο πήγα σπίτι. Τα πόδια μου ήταν γυμνά και αιμορραγούσαν. Είδα ανθρώπους στα χωράφια - μπορεί να ήταν νεκροί, αλλά ήμουν παιδί και δεν ήξερα». Είναι αξιοσημείωτο ότι, δεδομένου του πόσο κοντά στην έκρηξη βρίσκονταν, οι γονείς και τα αδέλφια της είχαν διαφύγει ζωντανοί και χωρίς σοβαρούς τραυματισμούς. Καθώς η έκταση της καταστροφής γινόταν εμφανής, έκαναν τα σχέδιά τους για να αποδράσουν από την κατεστραμμένη πόλη και να καταφύγουν στο προφανές και λογικό μέρος - την πατρίδα της μητέρας της, το Ναγκασάκι.
Το τρένο είχε καθυστερήσεις, οι οποίες πιθανώς τους έσωσαν τη ζωή. Εφτασαν στο Ναγκασάκι μία μέρα αργότερα από την προβλεπόμενη, 25 ώρες μετά το χτύπημα της πόλης από τη βόμβα πλουτωνίου 25 χιλιοτόνων, γνωστή ως «Fat Man». Χωρίς να έχουν επίγνωση της θανατηφόρας και αόρατης ραδιενέργειας που είχε εκλυθεί γύρω τους, περπατούσαν μέσα στην καταστροφή και έγιναν άθελά τους μέλη μιας ζοφερής και κλειστής λέσχης: του μικρού αριθμού ανθρώπων που έχουν εκτεθεί σε δύο ατομικές βόμβες. Μέσα σε έναν αιώνα μαζικών δολοφονιών, οι βομβαρδισμοί της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι σηματοδότησαν την αρχή μιας νέας εποχής. Το τέλος της ανθρωπότητας μετατράπηκε από μια φανταστική ιδέα σε μια πραγματική και εν ενεργεία πιθανότητα. Ενας μικρός αριθμός ανθρώπων επέζησε από την αρχή του τέλους του κόσμου όχι μία, αλλά δύο φορές. Ογδόντα χρόνια αργότερα, η Αγιάνο Χιρασίμα είναι το ένα από τα δύο άτομα που είναι γνωστό ότι είναι ακόμη στη ζωή.
Η έρευνα δείχνει ότι τουλάχιστον 130 άνθρωποι εκτέθηκαν και στις δύο βόμβες. Αυτόν τον μήνα, για πρώτη φορά, οι «διπλοί χιμπακούσα» θεσμοθετήθηκαν με τη δημιουργία της Ενωσης Οικογενειών Θυμάτων Διπλής Ατομικής Βόμβας, για να διατηρήσουν τη μνήμη της δοκιμασίας τους και να κάνουν εκστρατείες για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα. Η ιδρύτρια της Ενωσης, Τοσίκο Γιαμαζάκι, 77 ετών, κόρη του πιο διάσημου διπλού χιμπακούσα, του Τσουτόμου Γιαμαγκούτσι, ο οποίος πέθανε το 2010 σε ηλικία 93 ετών, λέει: «Παρόλο που οι επιζώντες της ατομικής βόμβας συμμετέχουν ενεργά στο κίνημα ειρήνης, οι συγκρούσεις στον κόσμο δεν έχουν τέλος και έχουμε φτάσει σε μια χρονική στιγμή που πρέπει να ενώσουμε τα χέρια μας και να κάνουμε έκκληση για ειρήνη». Ο επίσημος ορισμός των χιμπακούσα περιλαμβάνει όσους βρίσκονταν στις πόλεις όταν έπεσαν οι βόμβες, όσους μπήκαν στις πληγείσες πόλεις τις δύο επόμενες εβδομάδες, όταν η ραδιενεργός νέφωση ήταν στα θανατηφόρα επίπεδα, ακόμα και όσους βρίσκονταν στη μήτρα των εγκύων μητέρων τους οι οποίες εκτέθηκαν στη ραδιενέργεια.
Η Χιρασίμα πληροί το πρώτο κριτήριο για τη Χιροσίμα και το δεύτερο για το Ναγκασάκι. Οι αναμνήσεις της από τα επακόλουθα του δεύτερου βομβαρδισμού είναι πιο ζωντανές από τον πρώτο. Θυμάται ότι κατέβηκε από το τρένο στον τελευταίο άθικτο σταθμό βόρεια του Ναγκασάκι και αντίκρισε βαριά τραυματισμένους και ετοιμοθάνατους που είχαν συγκεντρωθεί εκεί με την ελπίδα να φύγουν από την πόλη. «Υπήρχε ένα τρένο και μεταξύ των τραυματιών υπήρχαν άνθρωποι που ήταν ήδη νεκροί», δηλώνει. «Υπήρχαν κορίτσια με σχολική στολή, των οποίων τα μαλλιά είχαν καεί. Από αυτά έρρεε κάποιο είδος υγρού. Ενιωσα άσχημα που το έβλεπα. Υπήρχε ένας νεαρός άνδρας ο οποίος είχε καεί τόσο άσχημα, που όλο του το σώμα ήταν μαύρο. Οι ενήλικοι απλώς τον κοιτούσαν - κανείς δεν ήξερε τι να κάνει». Χωρίς να γνωρίζει τον αόρατο κίνδυνο, η οικογένεια περπάτησε στο κέντρο του βόρειου προαστίου του Ναγκασάκι, πάνω από το οποίο έπεσε η βόμβα, αφού δεν πέτυχε τον προβλεπόμενο στόχο της, τα στρατιωτικά ναυπηγεία και τις αποβάθρες στα νότια. Η Χιρασίμα θυμάται νεκρές αγελάδες και άλογα στην άκρη του δρόμου. Ομως, με τα πόδια και με βάρκα έφτασαν στο σπίτι της οικογένειας.
Πέντε ημέρες αργότερα, στις 15 Αυγούστου, ο αυτοκράτορας Χιροχίτο ανακοίνωσε την παράδοση της Ιαπωνίας και μια νέα εποχή σκληρών δοκιμασιών ξεκίνησε για τη Χιρασίμα και την οικογένειά της. Αναγκάστηκε να πουλάει λουλούδια που μάζευε από τους λόφους για να βοηθήσει την οικογένειά της να επιβιώσει. Διέκοψε τις σπουδές της για να μπορέσουν τα αδέλφια της να πάνε σχολείο. Στα 20 της διαγνώστηκε με καρκίνο του παχέος εντέρου και των ωοθηκών και αντιμετώπισε προβλήματα με τον θυρεοειδή της, που προκάλεσαν οίδημα στον λάρυγγά της - κανένας γιατρός δεν της το είπε ποτέ, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι προκλήθηκαν από τη διπλή δόση ακτινοβολίας. Δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία γι' αυτό, αλλά οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι χιμπακούσα θα γεννούσαν παραμορφωμένα ή ανάπηρα παιδιά. «Ο κόσμος έλεγε ότι δεν πρέπει να παντρευτείς μια γυναίκα που έχει εκτεθεί στη βόμβα», λέει η Χιρασίμα. Ο άντρας που έγινε σύζυγός της ήταν και ο ίδιος χιμπακούσα και πέθανε από καρκίνο στα 70 του. Αλλά οι τρεις γιοι της και τα πέντε εγγόνια της μεγάλωσαν όλα υγιή. Τους ενήλικες επιζώντες της βόμβας, όπως ο αείμνηστος Γιαμαγκούτσι, συχνά στοιχειώνει η φρίκη όσων είδαν.
Οι περισσότεροι από αυτούς που ζουν ακόμη ήταν παιδιά εκείνη την εποχή και, τουλάχιστον για τη Χιρασίμα, το γεγονός πως δεν θυμάται καλά είναι ένα είδος προστασίας. «Πριν από τη βόμβα είχα πάθει πνευμονία και παραλίγο να πεθάνω», λέει. «Βρισκόμουν στα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου, αλλά ανάρρωσα και στη συνέχεια έζησα δύο ατομικές βόμβες. Το γεγονός πως το πέρασα αυτό και έχω ζήσει μέχρι αυτή την ηλικία με κάνει να μπορώ να πω ότι νιώθω ευτυχία - ή δυστυχία που περιλαμβάνει ευτυχία μέσα της».
ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing
Το τρένο είχε καθυστερήσεις, οι οποίες πιθανώς τους έσωσαν τη ζωή. Εφτασαν στο Ναγκασάκι μία μέρα αργότερα από την προβλεπόμενη, 25 ώρες μετά το χτύπημα της πόλης από τη βόμβα πλουτωνίου 25 χιλιοτόνων, γνωστή ως «Fat Man». Χωρίς να έχουν επίγνωση της θανατηφόρας και αόρατης ραδιενέργειας που είχε εκλυθεί γύρω τους, περπατούσαν μέσα στην καταστροφή και έγιναν άθελά τους μέλη μιας ζοφερής και κλειστής λέσχης: του μικρού αριθμού ανθρώπων που έχουν εκτεθεί σε δύο ατομικές βόμβες. Μέσα σε έναν αιώνα μαζικών δολοφονιών, οι βομβαρδισμοί της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι σηματοδότησαν την αρχή μιας νέας εποχής. Το τέλος της ανθρωπότητας μετατράπηκε από μια φανταστική ιδέα σε μια πραγματική και εν ενεργεία πιθανότητα. Ενας μικρός αριθμός ανθρώπων επέζησε από την αρχή του τέλους του κόσμου όχι μία, αλλά δύο φορές. Ογδόντα χρόνια αργότερα, η Αγιάνο Χιρασίμα είναι το ένα από τα δύο άτομα που είναι γνωστό ότι είναι ακόμη στη ζωή.
Η Κινίγιο Φουκούι
Η άλλη γυναίκα, η Κινίγιο Φουκούι, 94 ετών, ζει στην πόλη Αομόρι, στο βόρειο τμήμα της Ιαπωνίας. Αλλά η Χιρασίμα, 88 ετών, εξακολουθεί να ζει στο ίδιο μέρος, στα νότια του Ναγκασάκι, όπου η οικογένειά της διέσχισε τη ραδιενεργή ερημιά. Οι χιμπακούσα της Ιαπωνίας, όπως αποκαλούνται στα ιαπωνικά τα θύματα των ατομικών βομβαρδισμών, έχουν ιδρύσει πολυάριθμες οργανώσεις με την πάροδο των ετών, συμπεριλαμβανομένης της Nihon Hidankyo -της Ιαπωνικής Ομοσπονδίας Οργανώσεων Επιζώντων των Ατομικών Βομβών-, η οποία κέρδισε πέρσι το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για την επίμονη εκστρατεία της υπέρ του πυρηνικού αφοπλισμού. Σήμερα (σ.τ.μ. την περασμένη Τετάρτη), στην 80ή επέτειο από τον βομβαρδισμό της Χιροσίμα, λίγο λιγότεροι από 100.000 καταγεγραμμένοι χιμπακούσα παραμένουν στη ζωή, με μέσο όρο ηλικίας τα 86 έτη.Η έρευνα δείχνει ότι τουλάχιστον 130 άνθρωποι εκτέθηκαν και στις δύο βόμβες. Αυτόν τον μήνα, για πρώτη φορά, οι «διπλοί χιμπακούσα» θεσμοθετήθηκαν με τη δημιουργία της Ενωσης Οικογενειών Θυμάτων Διπλής Ατομικής Βόμβας, για να διατηρήσουν τη μνήμη της δοκιμασίας τους και να κάνουν εκστρατείες για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα. Η ιδρύτρια της Ενωσης, Τοσίκο Γιαμαζάκι, 77 ετών, κόρη του πιο διάσημου διπλού χιμπακούσα, του Τσουτόμου Γιαμαγκούτσι, ο οποίος πέθανε το 2010 σε ηλικία 93 ετών, λέει: «Παρόλο που οι επιζώντες της ατομικής βόμβας συμμετέχουν ενεργά στο κίνημα ειρήνης, οι συγκρούσεις στον κόσμο δεν έχουν τέλος και έχουμε φτάσει σε μια χρονική στιγμή που πρέπει να ενώσουμε τα χέρια μας και να κάνουμε έκκληση για ειρήνη». Ο επίσημος ορισμός των χιμπακούσα περιλαμβάνει όσους βρίσκονταν στις πόλεις όταν έπεσαν οι βόμβες, όσους μπήκαν στις πληγείσες πόλεις τις δύο επόμενες εβδομάδες, όταν η ραδιενεργός νέφωση ήταν στα θανατηφόρα επίπεδα, ακόμα και όσους βρίσκονταν στη μήτρα των εγκύων μητέρων τους οι οποίες εκτέθηκαν στη ραδιενέργεια.
Η Χιρασίμα πληροί το πρώτο κριτήριο για τη Χιροσίμα και το δεύτερο για το Ναγκασάκι. Οι αναμνήσεις της από τα επακόλουθα του δεύτερου βομβαρδισμού είναι πιο ζωντανές από τον πρώτο. Θυμάται ότι κατέβηκε από το τρένο στον τελευταίο άθικτο σταθμό βόρεια του Ναγκασάκι και αντίκρισε βαριά τραυματισμένους και ετοιμοθάνατους που είχαν συγκεντρωθεί εκεί με την ελπίδα να φύγουν από την πόλη. «Υπήρχε ένα τρένο και μεταξύ των τραυματιών υπήρχαν άνθρωποι που ήταν ήδη νεκροί», δηλώνει. «Υπήρχαν κορίτσια με σχολική στολή, των οποίων τα μαλλιά είχαν καεί. Από αυτά έρρεε κάποιο είδος υγρού. Ενιωσα άσχημα που το έβλεπα. Υπήρχε ένας νεαρός άνδρας ο οποίος είχε καεί τόσο άσχημα, που όλο του το σώμα ήταν μαύρο. Οι ενήλικοι απλώς τον κοιτούσαν - κανείς δεν ήξερε τι να κάνει». Χωρίς να γνωρίζει τον αόρατο κίνδυνο, η οικογένεια περπάτησε στο κέντρο του βόρειου προαστίου του Ναγκασάκι, πάνω από το οποίο έπεσε η βόμβα, αφού δεν πέτυχε τον προβλεπόμενο στόχο της, τα στρατιωτικά ναυπηγεία και τις αποβάθρες στα νότια. Η Χιρασίμα θυμάται νεκρές αγελάδες και άλογα στην άκρη του δρόμου. Ομως, με τα πόδια και με βάρκα έφτασαν στο σπίτι της οικογένειας.
Πέντε ημέρες αργότερα, στις 15 Αυγούστου, ο αυτοκράτορας Χιροχίτο ανακοίνωσε την παράδοση της Ιαπωνίας και μια νέα εποχή σκληρών δοκιμασιών ξεκίνησε για τη Χιρασίμα και την οικογένειά της. Αναγκάστηκε να πουλάει λουλούδια που μάζευε από τους λόφους για να βοηθήσει την οικογένειά της να επιβιώσει. Διέκοψε τις σπουδές της για να μπορέσουν τα αδέλφια της να πάνε σχολείο. Στα 20 της διαγνώστηκε με καρκίνο του παχέος εντέρου και των ωοθηκών και αντιμετώπισε προβλήματα με τον θυρεοειδή της, που προκάλεσαν οίδημα στον λάρυγγά της - κανένας γιατρός δεν της το είπε ποτέ, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι προκλήθηκαν από τη διπλή δόση ακτινοβολίας. Δεν υπάρχουν αδιάσειστα στοιχεία γι' αυτό, αλλά οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι χιμπακούσα θα γεννούσαν παραμορφωμένα ή ανάπηρα παιδιά. «Ο κόσμος έλεγε ότι δεν πρέπει να παντρευτείς μια γυναίκα που έχει εκτεθεί στη βόμβα», λέει η Χιρασίμα. Ο άντρας που έγινε σύζυγός της ήταν και ο ίδιος χιμπακούσα και πέθανε από καρκίνο στα 70 του. Αλλά οι τρεις γιοι της και τα πέντε εγγόνια της μεγάλωσαν όλα υγιή. Τους ενήλικες επιζώντες της βόμβας, όπως ο αείμνηστος Γιαμαγκούτσι, συχνά στοιχειώνει η φρίκη όσων είδαν.
Οι περισσότεροι από αυτούς που ζουν ακόμη ήταν παιδιά εκείνη την εποχή και, τουλάχιστον για τη Χιρασίμα, το γεγονός πως δεν θυμάται καλά είναι ένα είδος προστασίας. «Πριν από τη βόμβα είχα πάθει πνευμονία και παραλίγο να πεθάνω», λέει. «Βρισκόμουν στα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου, αλλά ανάρρωσα και στη συνέχεια έζησα δύο ατομικές βόμβες. Το γεγονός πως το πέρασα αυτό και έχω ζήσει μέχρι αυτή την ηλικία με κάνει να μπορώ να πω ότι νιώθω ευτυχία - ή δυστυχία που περιλαμβάνει ευτυχία μέσα της».
ΠΗΓΗ: Times Media Ltd / News Licensing