Αποκαλύφθηκαν τα μοντέλα GLC δεύτερης γενιάς της Mercedes-AMG, με τις GLC 43 και GLC 63 S E Performance κορυφαίων προδιαγραφών να βρίσκονται σύντομα στους δρόμους. Τα hot μοντέλα GLC αντλούν τη μηχανική τους έμπνευση από την τελευταία σειρά Mercedes-AMG C-Class, πράγμα που σημαίνει ότι στη θέση των κινητήρων V6 και V8 της προηγούμενης γενιάς, και τα δύο διαθέτουν τώρα έναν 4κύλινδρο κινητήρα με επιθετικές ρυθμίσεις και διαφορετικά επίπεδα υβριδικής υποστήριξης.

Προβλέπεται ότι θα διατίθενται προς πώληση στα τέλη του τρέχοντος έτους ή στις αρχές του 2024, και οι τιμές τους θα κυμαίνονται σε υψηλότερα επίπεδα από τις αντίστοιχες της προηγούμενης γενιάς. Ο 4κύλινδρος βενζινοκινητήρας είναι η ειδική μονάδα M139l της AMG, και στις δύο περιπτώσεις εξοπλισμένη με turbo και υβριδική υποστήριξη.

Στην GLC 43, η μέγιστη ισχύς ανέρχεται στους 421 ίππους στις 6.750 σ.α.λ., ενώ επιπλέον 14 ίπποι παράγονται από έναν μικρό ηλεκτροκινητήρα που λειτουργεί ως μίζα και γεννήτρια. Η μέγιστη ροπή φτάνει τα 500 Nm, αλλά παράγεται μέχρι τις 5.000 σ.α.λ., γεγονός που υποδηλώνει πόσο σκληρά δουλεύει το turbo. Η GLC 43 φτάνει τα 0-100 χλμ./ώρα σε 4,8 δευτερόλεπτα και η τελική της ταχύτητα είναι περιορισμένη στα 250 χλμ./ώρα.

Η Mercedes-AMG GLC 63 S E Performance αντλεί ακόμα υψηλότερες επιδόσεις από τον 4κύλινδρο κινητήρα της, με μέγιστη απόδοση των 476 ίππων στις 6.725 σ.α.λ., που αποτελεί κορυφαία τιμή στον κόσμο για κινητήρα αυτού του τύπου σε αυτοκίνητο παραγωγής. Η μέγιστη ροπή ανέρχεται στα 545 Nm, και αποδίδεται μεταξύ 5.250 και 5.500 σ.α.λ.

Η 63 S διαθέτει το σύστημα ηλεκτροκίνησης της AMG στον πίσω άξονα που ενσωματώνει έναν ηλεκτροκινητήρα 150 kW (204 ίππων) με κιβώτιο δύο ταχυτήτων και διαφορικό περιορισμένης ολίσθησης. Σε συνδυασμό με τον βενζινοκινητήρα, η AMG ισχυρίζεται ότι οι μέγιστες τιμές ισχύος και ροπής διαμορφώνονται στους 680 ίππους και τα 1.020 Nm, αλλά μόνο για σύντομες εκρήξεις 10 δευτερολέπτων όταν βρίσκονται στη λειτουργία «Boost», για την εξασφάλιση της μακροζωίας της μπαταρίας και του ηλεκτροκινητήρα.

Η μπαταρία του υβριδικού συστήματος της GLC 63 S προέρχεται απευθείας από τεχνολογία που χρησιμοποιείται από την ομάδα Formula 1 της Mercedes. H μονάδα των 6,1 kWh δεν έχει σχεδιαστεί για μεγάλη αυτόνομη, αλλά για γρήγορη απόδοση ισχύος και ανάκτηση ενέργειας, με τη βοήθεια ενός ηλεκτρικού συστήματος 400V. Έτσι, παρά το γεγονός ότι το αυτοκίνητο είναι τεχνικά plug-in υβριδικό, η αμιγώς ηλεκτρική αυτονομία περιορίζεται σε 12 χλμ., με τη συνολική κατανάλωση να εκτιμάται στα 7,5 λτ./100 χλμ. στο συνδυασμένο κύκλο WLTP.

 

Όπως και η εξαιρετικά πολύπλοκη C 63, η GLC 63 S έχει επίσης τη δυνατότητα να μεταδίδει κίνηση από το βενζινοκινητήρα και τον ηλεκτροκινητήρα και στους δύο άξονες ανεξάρτητα, αλλά δεν διαθέτει το επιλέξιμο Drift Mode του sedan, το οποίο μπλοκάρει την κίνηση του εμπρός άξονα. Τόσο η 43 όσο και η 63 διαθέτουν επίσης ένα αυτόματο κιβώτιο εννέα σχέσεων MCT, με υγρό συμπλέκτη.

Και τα δύο μοντέλα GLC διαθέτουν στάνταρ τα συστήματα διεύθυνσης και ανάρτησης των πίσω τροχών της AMG, αλλά μόνο η 63 S διαθέτει μια επιπλέον λειτουργία ενεργής σταθεροποίησης κύλισης, που ρυθμίζει τις αντιστρεπτικές ράβδους για να αντιμετωπίσει τις πλευρικές κλίσεις. Σε αντίθεση με την προηγούμενη γενιά GLC 63 S, και οι δύο διαθέτουν μια ρύθμιση με χαλύβδινα σπειροειδή ελατήρια σε συνδυασμό με προσαρμοζόμενα αμορτισέρ, αντί για σύστημα αερανάρτησης.

Σε σύγκριση με τη βασική GLC, η γεωμετρία της ανάρτησης είναι μοναδική, με ελαφρώς αυξημένο μετατρόχιο και μεγαλύτερους τροχούς διαμέτρου έως και 21 ιντσών. Υπάρχει επίσης ένα πακέτο τεράστιων φρένων: η 63 S διαθέτει δίσκους 390 χλστ. στον εμπρός άξονα με εξαπίστονες δαγκάνες και δίσκους 370 χλστ. με μονές δαγκάνες πίσω.

Ωστόσο, με όλον αυτό τον εξοπλισμό, έρχεται και επιπλέον βάρος. Η GLC63 S E Performance ζυγίζει 2.310 κιλά, με την 43 να φτάνει τα 1.975 κιλά. Αυτές οι τιμές το αυτοκίνητο σημαντικά βαρύτερο από αντιπάλους όπως η BMW X3 M40i και η X3 M Competition. Σε σύγκριση με την Alfa Romeo Stelvio Quadrifoglio, η GLC 63 S είναι σχεδόν 500 κιλά βαρύτερη.