Το παρασκήνιο της απόφασης για το Brexit - Τα τηλέφωνα και η αντιπαράθεση
Δύο τηλεφωνήματα και ένας… καβγάς έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, σύμφωνα με το Bloomberg, προκειμένου να βρεθεί η λύση για το Brexit.
Οπως αναφέρει το αμερικανικό δίκτυο, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον είχε «ταραχτεί» από την εκτίμηση της Ανγκελα Μέρκελ, η οποία υποστήριζε ότι θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να βρεθεί συμφωνία για το Brexit.
Οπως αναφέρει το ίδιο δημοσίευμα, είτε επρόκειτο για «παγίδα» της Μέρκελ, όπως τη χαρακτήρισαν οι Βρετανοί, είτε για τη στιγμή που αναγκάστηκε ο Τζόνσον να δει την πραγματικότητα -όπως εκτίμησαν οι Γερμανοί- το «μπαλάκι» ευθυνών που πυροδοτήθηκε οδήγησε τις διαπραγματεύσεις στα όρια του «ναυαγίου».
Παρά ταύτα, εννέα ημέρες μετά το συμπέρασμα της βρετανικής ομάδας διαπραγμάτευσης ότι η συμφωνία για το Brexit ήταν «ουσιαστικά αδύνατη», οι ίδιοι ακριβώς σύμβουλοί του έβλεπαν τον Μπόρις Τζόνσον να ετοιμάζεται μέσα στο κυβερνητικό αεροσκάφος για να πάει να κλείσει το deal.
«Ηταν αυτή η επώδυνη συνδιαλλαγή με την ηγέτιδα της Γερμανίας που ξεκλείδωσε τη συμφωνία για το Brexit. Ομως οι παραχωρήσεις που έφερε θα μπορούσαν ακόμη να οδηγήσουν στη ματαίωση της συμφωνίας», αναφέρει χαρακτηριστικά το Bloomberg.
Με την ομάδα της Μέρκελ να εστιάζει στις δεινές «επιθέσεις» των Βρετανών και των υπέρμαχων του Brexit, που ανάρτησαν στο Twitter μια προσβλητική εικόνα της καγκελαρίου, ο Τζόνσον στράφηκε σε έναν άλλο ηγέτη, για τον οποίο το Brexit αποτελούσε, επίσης, κίνδυνο: Τον Ιρλανδό πρωθυπουργό Λίο Βαράντκαρ.
«Συνομιλώντας μόλις λίγες ώρες μετά τον διάλογο με τη Μέρκελ, ο Τζόνσον και ο Βαράντκαρ αποφάσισαν να πάρουν το ζήτημα στα χέρια τους. Το πλάνο ήταν να συναντηθούν σε ουδέτερο έδαφος, σε μια προσπάθεια να βγουν από το αδιέξοδο», γράφει το Bloomberg.
Επί τρία χρόνια, συνεχίζει το δημοσίευμα, η ΕΕ επέμενε ότι δεν θα επιτρεπόταν σε κανένα Βρετανό πρωθυπουργό να διαπραγματευτεί απευθείας, για το Brexit, με άλλον Ευρωπαίο ηγέτη. Ολες οι συνομιλίες δρομολογούνταν μέσα από το «κανάλι» της Κομισιόν, στις Βρυξέλλες. «Ομως ο Τζόνσον και ο Βαράντκαρ αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα να καμφθούν οι κανόνες. Τότε “έσπασε” και το αδιέξοδο», κατά το Bloomberg.
Το Thornton Manor είναι μια εξοχική κατοικία του 19ου αιώνα, σε ένα ήσυχο πάρκο, με πολλούς κήπους, και σε απόσταση 225 μιλίων από την Ντάουνινγκ Στριτ. Εκεί, όπου έχουν πραγματοποιηθεί πολλοί γάμοι πλουσίων και διασήμων Βρετανών, ήταν το σημείο στο οποίο την προηγούμενη Πέμπτη, 10 Οκτωβρίου, ο Τζόνσον έπεισε τον Βαράντκαρ να κάνουν το βήμα μπροστά και να φτάσουν σε συμφωνία.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η συνομιλία των δύο ανδρών για το Brexit διήρκεσε περίπου τρεις ώρες. Σε κάποιο σημείο έκαναν μόνοι τους βόλτα στο πάρκο, με την ελπίδα ότι μπορούν να εμπιστευτούν ο ένας τον άλλον. Στη βόλτα αυτή, ο Τζόνσον είπε στον Βαράντκαρ ότι είναι θετικός στο να αποφευχθούν οι τελωνειακοί έλεγχοι οπουδήποτε κοντά στα χερσαία σύνορα του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ιρλανδία και αυτό θα σήμαινε ελέγχους εντός του Ηνωμένου Βασιλείου –μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και της βρετανικής ηπειρωτικής χώρας.
Ηταν ένα ζήτημα μνημειώδους σημασίας για τη βρετανική πλευρά: Ο Τζόνσον στάθηκε απέναντι σε όσους διαμαρτύρονταν επί δύο χρόνια. Η προκάτοχός του, η Τερέζα Μέι, είχε δηλώσει ότι κανένας πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα μπορούσε ποτέ να υπογράψει κάτι τέτοιο. Από την πλευρά του, ωστόσο, και ο Βαράντκαρ είχε να παίξει το δικό του «παιχνίδι».
Ο Βαράντκαρ είχε αρνηθεί να εξετάσει οτιδήποτε λιγότερο από μια μόνιμη εγγύηση ότι τα ιρλανδικά σύνορα θα ήταν απαλλαγμένα από ελέγχους αγαθών. Πλέον, έλεγε στον Τζόνσον ότι ήταν πρόθυμος να μετακινηθεί από αυτή την πάγια θέση της χώρας του. Τότε προέκυψε η ιδέα ενός τελωνειακού καθεστώτος, φτιαγμένου στα μέτρα της Βόρειας Ιρλανδίας, από το οποίο οι κάτοικοι της περιοχής θα μπορούσαν να αποχωρήσουν μετά από τέσσερα χρόνια, αν το κοινοβούλιό τους ψήφιζε υπέρ μιας τέτοιας ενέργειας.
«Αυτή ήταν η κρίσιμη συναλλαγή. Μιλώντας αργότερα, είπαν ότι θα έβρισκαν ένα μονοπάτι προς μια πιθανή λύση, προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι χρειαζόταν πολλή δουλειά προκειμένου κάτι τέτοιο να γίνει έγκαιρα, για τη Σύνοδο της 17ης Οκτωβρίου», αναφέρει χαρακτηριστικά το Bloomberg και προσθέτει:
«Οι Βρετανοί και Ευρωπαίοι διαπραγματευτές ανέβασαν, άμεσα, τους ρυθμούς στις συνομιλίες. Εργάστηκαν καθ’ όλο το Σαββατοκύριακο και την Τρίτη άρχισαν να ελπίζουν ότι θα τα καταφέρουν».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, παρά την πρόοδο στις Βρυξέλλες, ο Τζόνσον και η ομάδα του είχαν άλλη μια «μάχη» να δώσουν στο Λονδίνο. «Επρεπε να πείσουν τους ενωτικούς του DUP -την ομάδα των Βορειοϊρλανδών που στηρίζει την κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον στο κοινοβούλιο- να υποστηρίξει τη συμφωνία», σημειώνει το αμερικανικό δίκτυο.
Οτιδήποτε χωρίζει την περιοχή τους από τη Βρετανία θα μπορούσε να εκληφθεί ως καταστροφή από το DUP και χωρίς την υποστήριξή του ο Τζόνσον θα έπρεπε να παλέψει για να περάσει η συμφωνία του για το Brexit από τη Βουλή. Ομως χωρίς την υποχώρηση για τα τελωνεία, δεν θα υπήρχε συμφωνία και θα ετίθετο σε άμεσο κίνδυνο όλο το πρότζεκτ του Brexit.
To DUP απέρριψε την πρόταση για το Brexit, αλλά όχι άμεσα. Στην πραγματικότητα, τονίζει το Bloomberg, κάποιοι στην Downing Street πίστευαν ότι η ηγέτιδά του, η Αρλίν Φόστερ, ήταν έτοιμη να υπογράψει. Οταν συναντήθηκαν όμως το βράδυ της Τετάρτης, ο Τζόνσον και η Φόστερ διαπίστωσαν ότι υπήρχε μεγάλο χάσμα ανάμεσά τους.
«Ο Τζόνσον ξύπνησε νωρίς την επόμενη μέρα, όπως και η Φόστερ. Στις 06:48 η ίδια και ο συνεργάτης της Νάιτζελ Ντοντς εξέδωσαν ένα δελτίο Τύπου. “Οπως έχουν τα πράγματα αυτή τη στιγμή, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε την πρόταση” ανέφεραν», περιγράφει το Bloomberg. Υπήρχε ακόμη δυνατότητα για συναινέσεις και υποχωρήσεις, όμως ο χρόνος είχε τελειώσει για τον Μπόρις Τζόνσον. Αποφάσισε να προχωρήσει χωρίς εκείνους (του DUP).
«Στις 09:00 ρύθμιζε τις τελευταίες λεπτομέρειες σε μια τηλεφωνική συνομιλία με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Στη συνέχεια είχε μια άλλη συνομιλία με υπουργούς του, ενώ αμέσως μετά κάλεσε εκ νέου τον Γιούνκερ και του είπε “έχουμε συμφωνία”», προστίθεται στο δημοσίευμα.
Στις 11:00 επιβιβαζόταν στην πτήση του για τις Βρυξέλλες. «Στις περισσότερες πρόσφατες Συνόδους της ΕΕ, η Τερέζα Μέι δειπνούσε μόνη της, ενώ οι υπόλοιποι 27 ηγέτες κάθονταν και συζητούσαν τι θα κάνουν με το Brexit. Στην πρώτη Σύνοδό του, και πιθανώς την τελευταία, επετράπη στον Τζόνσον να καθίσει μαζί τους στο τραπέζι, με τη συμφωνία για το “διαζύγιο” να έχει κλειστεί. Μόλις το δείπνο ολοκληρώθηκε, ο Τζόνσον και η ομάδα του επέστρεψαν στο Λονδίνο. Εχουν ένα ακόμη πρόβλημα να λύσουν», καταλήγει το δημοσίευμα του Bloomberg, αναφερόμενο στη διαδικασία έγκρισης της συμφωνίας στο κοινοβούλιο.
Οπως αναφέρει το αμερικανικό δίκτυο, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον είχε «ταραχτεί» από την εκτίμηση της Ανγκελα Μέρκελ, η οποία υποστήριζε ότι θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο να βρεθεί συμφωνία για το Brexit.
Οπως αναφέρει το ίδιο δημοσίευμα, είτε επρόκειτο για «παγίδα» της Μέρκελ, όπως τη χαρακτήρισαν οι Βρετανοί, είτε για τη στιγμή που αναγκάστηκε ο Τζόνσον να δει την πραγματικότητα -όπως εκτίμησαν οι Γερμανοί- το «μπαλάκι» ευθυνών που πυροδοτήθηκε οδήγησε τις διαπραγματεύσεις στα όρια του «ναυαγίου».
Παρά ταύτα, εννέα ημέρες μετά το συμπέρασμα της βρετανικής ομάδας διαπραγμάτευσης ότι η συμφωνία για το Brexit ήταν «ουσιαστικά αδύνατη», οι ίδιοι ακριβώς σύμβουλοί του έβλεπαν τον Μπόρις Τζόνσον να ετοιμάζεται μέσα στο κυβερνητικό αεροσκάφος για να πάει να κλείσει το deal.
«Ηταν αυτή η επώδυνη συνδιαλλαγή με την ηγέτιδα της Γερμανίας που ξεκλείδωσε τη συμφωνία για το Brexit. Ομως οι παραχωρήσεις που έφερε θα μπορούσαν ακόμη να οδηγήσουν στη ματαίωση της συμφωνίας», αναφέρει χαρακτηριστικά το Bloomberg.
Με την ομάδα της Μέρκελ να εστιάζει στις δεινές «επιθέσεις» των Βρετανών και των υπέρμαχων του Brexit, που ανάρτησαν στο Twitter μια προσβλητική εικόνα της καγκελαρίου, ο Τζόνσον στράφηκε σε έναν άλλο ηγέτη, για τον οποίο το Brexit αποτελούσε, επίσης, κίνδυνο: Τον Ιρλανδό πρωθυπουργό Λίο Βαράντκαρ.
«Συνομιλώντας μόλις λίγες ώρες μετά τον διάλογο με τη Μέρκελ, ο Τζόνσον και ο Βαράντκαρ αποφάσισαν να πάρουν το ζήτημα στα χέρια τους. Το πλάνο ήταν να συναντηθούν σε ουδέτερο έδαφος, σε μια προσπάθεια να βγουν από το αδιέξοδο», γράφει το Bloomberg.
Επί τρία χρόνια, συνεχίζει το δημοσίευμα, η ΕΕ επέμενε ότι δεν θα επιτρεπόταν σε κανένα Βρετανό πρωθυπουργό να διαπραγματευτεί απευθείας, για το Brexit, με άλλον Ευρωπαίο ηγέτη. Ολες οι συνομιλίες δρομολογούνταν μέσα από το «κανάλι» της Κομισιόν, στις Βρυξέλλες. «Ομως ο Τζόνσον και ο Βαράντκαρ αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα να καμφθούν οι κανόνες. Τότε “έσπασε” και το αδιέξοδο», κατά το Bloomberg.
Το Thornton Manor είναι μια εξοχική κατοικία του 19ου αιώνα, σε ένα ήσυχο πάρκο, με πολλούς κήπους, και σε απόσταση 225 μιλίων από την Ντάουνινγκ Στριτ. Εκεί, όπου έχουν πραγματοποιηθεί πολλοί γάμοι πλουσίων και διασήμων Βρετανών, ήταν το σημείο στο οποίο την προηγούμενη Πέμπτη, 10 Οκτωβρίου, ο Τζόνσον έπεισε τον Βαράντκαρ να κάνουν το βήμα μπροστά και να φτάσουν σε συμφωνία.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η συνομιλία των δύο ανδρών για το Brexit διήρκεσε περίπου τρεις ώρες. Σε κάποιο σημείο έκαναν μόνοι τους βόλτα στο πάρκο, με την ελπίδα ότι μπορούν να εμπιστευτούν ο ένας τον άλλον. Στη βόλτα αυτή, ο Τζόνσον είπε στον Βαράντκαρ ότι είναι θετικός στο να αποφευχθούν οι τελωνειακοί έλεγχοι οπουδήποτε κοντά στα χερσαία σύνορα του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ιρλανδία και αυτό θα σήμαινε ελέγχους εντός του Ηνωμένου Βασιλείου –μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και της βρετανικής ηπειρωτικής χώρας.
Ηταν ένα ζήτημα μνημειώδους σημασίας για τη βρετανική πλευρά: Ο Τζόνσον στάθηκε απέναντι σε όσους διαμαρτύρονταν επί δύο χρόνια. Η προκάτοχός του, η Τερέζα Μέι, είχε δηλώσει ότι κανένας πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου δεν θα μπορούσε ποτέ να υπογράψει κάτι τέτοιο. Από την πλευρά του, ωστόσο, και ο Βαράντκαρ είχε να παίξει το δικό του «παιχνίδι».
Ο Βαράντκαρ είχε αρνηθεί να εξετάσει οτιδήποτε λιγότερο από μια μόνιμη εγγύηση ότι τα ιρλανδικά σύνορα θα ήταν απαλλαγμένα από ελέγχους αγαθών. Πλέον, έλεγε στον Τζόνσον ότι ήταν πρόθυμος να μετακινηθεί από αυτή την πάγια θέση της χώρας του. Τότε προέκυψε η ιδέα ενός τελωνειακού καθεστώτος, φτιαγμένου στα μέτρα της Βόρειας Ιρλανδίας, από το οποίο οι κάτοικοι της περιοχής θα μπορούσαν να αποχωρήσουν μετά από τέσσερα χρόνια, αν το κοινοβούλιό τους ψήφιζε υπέρ μιας τέτοιας ενέργειας.
«Αυτή ήταν η κρίσιμη συναλλαγή. Μιλώντας αργότερα, είπαν ότι θα έβρισκαν ένα μονοπάτι προς μια πιθανή λύση, προειδοποιώντας ταυτόχρονα ότι χρειαζόταν πολλή δουλειά προκειμένου κάτι τέτοιο να γίνει έγκαιρα, για τη Σύνοδο της 17ης Οκτωβρίου», αναφέρει χαρακτηριστικά το Bloomberg και προσθέτει:
«Οι Βρετανοί και Ευρωπαίοι διαπραγματευτές ανέβασαν, άμεσα, τους ρυθμούς στις συνομιλίες. Εργάστηκαν καθ’ όλο το Σαββατοκύριακο και την Τρίτη άρχισαν να ελπίζουν ότι θα τα καταφέρουν».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, παρά την πρόοδο στις Βρυξέλλες, ο Τζόνσον και η ομάδα του είχαν άλλη μια «μάχη» να δώσουν στο Λονδίνο. «Επρεπε να πείσουν τους ενωτικούς του DUP -την ομάδα των Βορειοϊρλανδών που στηρίζει την κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον στο κοινοβούλιο- να υποστηρίξει τη συμφωνία», σημειώνει το αμερικανικό δίκτυο.
Οτιδήποτε χωρίζει την περιοχή τους από τη Βρετανία θα μπορούσε να εκληφθεί ως καταστροφή από το DUP και χωρίς την υποστήριξή του ο Τζόνσον θα έπρεπε να παλέψει για να περάσει η συμφωνία του για το Brexit από τη Βουλή. Ομως χωρίς την υποχώρηση για τα τελωνεία, δεν θα υπήρχε συμφωνία και θα ετίθετο σε άμεσο κίνδυνο όλο το πρότζεκτ του Brexit.
To DUP απέρριψε την πρόταση για το Brexit, αλλά όχι άμεσα. Στην πραγματικότητα, τονίζει το Bloomberg, κάποιοι στην Downing Street πίστευαν ότι η ηγέτιδά του, η Αρλίν Φόστερ, ήταν έτοιμη να υπογράψει. Οταν συναντήθηκαν όμως το βράδυ της Τετάρτης, ο Τζόνσον και η Φόστερ διαπίστωσαν ότι υπήρχε μεγάλο χάσμα ανάμεσά τους.
«Ο Τζόνσον ξύπνησε νωρίς την επόμενη μέρα, όπως και η Φόστερ. Στις 06:48 η ίδια και ο συνεργάτης της Νάιτζελ Ντοντς εξέδωσαν ένα δελτίο Τύπου. “Οπως έχουν τα πράγματα αυτή τη στιγμή, δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε την πρόταση” ανέφεραν», περιγράφει το Bloomberg. Υπήρχε ακόμη δυνατότητα για συναινέσεις και υποχωρήσεις, όμως ο χρόνος είχε τελειώσει για τον Μπόρις Τζόνσον. Αποφάσισε να προχωρήσει χωρίς εκείνους (του DUP).
«Στις 09:00 ρύθμιζε τις τελευταίες λεπτομέρειες σε μια τηλεφωνική συνομιλία με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Στη συνέχεια είχε μια άλλη συνομιλία με υπουργούς του, ενώ αμέσως μετά κάλεσε εκ νέου τον Γιούνκερ και του είπε “έχουμε συμφωνία”», προστίθεται στο δημοσίευμα.
Στις 11:00 επιβιβαζόταν στην πτήση του για τις Βρυξέλλες. «Στις περισσότερες πρόσφατες Συνόδους της ΕΕ, η Τερέζα Μέι δειπνούσε μόνη της, ενώ οι υπόλοιποι 27 ηγέτες κάθονταν και συζητούσαν τι θα κάνουν με το Brexit. Στην πρώτη Σύνοδό του, και πιθανώς την τελευταία, επετράπη στον Τζόνσον να καθίσει μαζί τους στο τραπέζι, με τη συμφωνία για το “διαζύγιο” να έχει κλειστεί. Μόλις το δείπνο ολοκληρώθηκε, ο Τζόνσον και η ομάδα του επέστρεψαν στο Λονδίνο. Εχουν ένα ακόμη πρόβλημα να λύσουν», καταλήγει το δημοσίευμα του Bloomberg, αναφερόμενο στη διαδικασία έγκρισης της συμφωνίας στο κοινοβούλιο.