Η χαώδης κατάσταση επιδεινώνεται στο Καζακστάν, με αναφορές να κάνουν λόγο για πυροβολισμούς και μάχες στη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, το Αλμάτι.
Σε βίντεο που αναρτήθηκαν στα κοινωνικά δίκτυα ακούγονται έντονοι πυροβολισμοί στους δρόμους της πόλης, ουρλιαχτά παιδιών, ενώ σε άλλο βίντεο μια μπουλντόζα γκρεμίζει την είσοδο μιας τράπεζας και πραγματοποιούνται λεηλασίες.

Λίγο νωρίτερα η κυβέρνηση ξεκίνησε μια «αντιτρομοκρατική» επιχείρηση, ενώ ο πρόεδρος της χώρας ζήτησε τη στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας και των άλλων συμμάχων του.

«Ειρηνευτική δύναμη» στέλνουν οι Ρώσοι

Έτσι, την ανάπτυξη «ειρηνευτικών δυνάμεων» στο Καζακστάν αποφάσισε ο Οργανισμός του Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας (CSTO), σύμφωνα με το πρακτορείο Sputnik και η Jerusalem Post.

Η αποστολή τους, αναφέρεται, θα είναι για περιορισμένο διάστημα, με στόχο την σταθεροποίηση της κατάστασης στην χώρα της Κεντρικής Ασίας, που πλέον βρίσκεται αντιμέτωπη με τις χειρότερες ταραχές εδώ και μία δεκαετία.

Υπενθυμίζεται ότι νωρίτερα, ο πρόεδρος του Καζακστάν Κασίμ-Ζομάρτ Τοκάγεφ είχε ζητήσει τη στρατιωτική συνδρομή της CSTO για «να βοηθήσουν το Καζακστάν να νικήσει την τρομοκρατική απειλή» και «συμμορίες τρομοκρατών» που «εκπαιδεύτηκαν στο εξωτερικό», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά.

Η CSTO ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 2002 με συμβαλλόμενα μέρη τη Ρωσία, τη Λευκορωσία, την Αρμενία, το Καζακστάν, το Κιργιστάν και το Τατζικιστάν.

Αποστολή της είναι η διασφάλιση της ειρήνης και της διεθνούς και περιφερειακής ασφάλειας και σταθερότητας, καθώς και η συλλογική υπεράσπιση της ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής κυριαρχίας των μελών της.

Την ανακοίνωση έκανε ο Διευθυντής του Οργανισμού και πρωθυπουργός της Αρμενίας, Νικόλ Πατσινιάν.

Στο μεταξύ, νωρίτερα, διαδηλωτές κατέλαβαν το αεροδρόμιο στη μεγαλύτερη πόλη, το Αλμάτι, και σύμφωνα με πηγές του πρακτορείου Reuters, έχουν ανασταλεί προσωρινά όλες οι πτήσεις.

Σύμφωνα με το πρακτορείο Sputnik, το υπουργείο Εσωτερικών έκανε λόγο για τουλάχιστον 8 νεκρούς και 317 τραυματίες μεταξύ των δυνάμεων ασφαλείας.

Υπήρξαν επίσης αναφορές για έφοδο των διαδηλωτών στην προεδρική κατοικία και στο γραφείο του δημάρχου, καθώς και για πυρπόληση των δύο κτιρίων.

Έπειτα από συγκρούσεις με τους διαδηλωτές, οι αστυνομικοί φαίνεται ότι αποχώρησαν από ορισμένους δρόμους της πόλης.

Βίντεο που αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο δείχνουν πολίτες να φωνάζουν συνθήματα κάτω από ένα γιγαντιαίο άγαλμα του πρώην προέδρου Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ, το οποίο έδεσαν με σχοινιά, προσπαθώντας να το ρίξουν.

2022-01-05T103456Z_1146594121_RC2PSR90NZMI_RTRMADP_5_KAZAKHSTAN-PROTESTS
2022-01-05T103421Z_884169501_RC2PSR9G5Q9Y_RTRMADP_5_KAZAKHSTAN-PROTESTS
2022-01-05T084832Z_538230639_RC2WSR9YGT7Z_RTRMADP_5_KAZAKHSTAN-PROTESTS
2022-01-05T081454Z_957019295_RC2WSR9IV1X1_RTRMADP_5_KAZAKHSTAN-PROTESTS
2022-01-05T103320Z_1897301290_RC2PSR9US6AU_RTRMADP_5_KAZAKHSTAN-PROTESTS
kazakhstan_r_0501_4-1536x1024

«Σκηνηνικό» διάλυσης χάους

Ο πρόεδρος του Καζακστάν, Κασίμ Ζομάρτ Τοκάγεφ είχε προειδοποιήσει ότι θα απαντήσει «με τη μέγιστη σκληρότητα» στις διαδηλώσεις, κάνοντας λόγο για «μαζικές επιθέσεις» εναντίων των δυνάμεων της τάξης και για «νεκρούς και τραυματίες» στις τάξεις των αστυνομικών.

Σύμφωνα μάλιστα με το δίκτυο Russia Today, ο Τοκάγεφ ζήτησε πριν από λίγο τη στρατιωτική συνδρομή του Οργανισμού Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας  -μεταξύ των μετασοβιετικών δημοκρατιών και υπό ρωσική ηγεσία- για την αντιμετώπιση, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, «τρομοκρατικής απειλής».

Το Ίντερνετ και τα κινητά τηλέφωνα εν τω μεταξύ δεν λειτουργούν από νωρίς σήμερα στη χώρα.

Η παραίτηση νωρίτερα σήμερα της κυβέρνησης, η απομάκρυνση του πρώην προέδρου Ναζαρμπάγεφ από τη θέση του επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας και η ανακοίνωση κρατικής ρύθμισης στις τιμές των καυσίμων φαίνεται ότι δεν αρκούν για να κατευνάσουν την λαϊκή οργή στους δρόμους.

Αν και οι διαμαρτυρίες ξεκίνησαν για σχεδόν διπλασιασμό των τιμών για του υγροποιημένου φυσικού αερίου (βασικό καύσιμο για τα οχήματα) , η ταχεία εξάπλωση της αναταραχής υποδηλώνουν ότι αντικατοπτρίζουν ευρύτερη δυσαρέσκεια στη χώρα που βρισκόταν υπό την κυριαρχία του ίδιου κόμμα από την ανεξαρτησία από τη Σοβιετική Ένωση το 1991.

Το Καζακστάν, η ένατη μεγαλύτερη χώρα στον κόσμο, συνορεύει με τη Ρωσία στα βόρεια και με την Κίνα στα ανατολικά και διαθέτει μεγάλα αποθέματα πετρελαίου, που το καθιστούν σημαντικό στρατηγικά και οικονομικά.

Παρά τον ορυκτό πλούτο, η δυσαρέσκεια για τις κακές συνθήκες διαβίωσης είναι έντονη σε ορισμένες περιοχές της χώρας.

Η Ρωσία, για την οποία το Καζακστάν είναι ένας πολύ σημαντικός οικονομικός εταίρος, απηύθυνε έκκληση να επιλυθεί η κρίση μέσω του διαλόγου και όχι «με ταραχές στον δρόμο».  

Η κρίση του υγραερίου

Το κίνημα διαμαρτυρίας ξεκίνησε την Κυριακή, μετά την αύξηση της τιμής του υγραερίου, στην πόλη Ζαναοζέν, στο δυτικό Καζακστάν. Κατόπιν επεκτάθηκε στο Ακτάου, στις όχθες της Κασπίας και στο Αλμάτι.

Η κυβέρνηση προσπάθησε αρχικά να κατευνάσει τα πνεύματα, χωρίς επιτυχία, ανακοινώνοντας τη μείωση της τιμής του υγραερίου στα 50 τένγκε (0,1 ευρώ) το λίτρο, αντί για 120.

Η αύξηση της τιμής θεωρείται άδικη από τους πολίτες, δεδομένου ότι το Καζακστάν διαθέτει τεράστια αποθέματα φυσικού αερίου και πετρελαίου.

Σήμερα η κρατική τηλεόραση μετέδωσε ότι συνελήφθη ο διευθυντής μιας μονάδας υγραερίου και ένας άλλος αξιωματούχος στην περιφέρει Μανγκιστάου, όπου βρίσκεται η Ζαναοζέν. Κατηγορούνται ότι «αύξησαν την τιμή του αερίου χωρίς λόγο» γεγονός που «υποκίνησε μαζικές διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα».

Το Καζακστάν, η μεγαλύτερη οικονομία της κεντρικής Ασίας, που στο παρελθόν έβλεπε διψήφια ποσοστά ανάπτυξης, είδε το τένγκε να υποτιμάται και τον πληθωρισμό να εκτινάσσεται, λόγω της μείωσης της τιμής του πετρελαίου και της οικονομικής κρίσης στη Ρωσία. Η περιοχή Μανγκιστάου εξαρτάται από το υγραέριο, το οποίο είναι βασικό καύσιμο για τα αυτοκίνητα και κάθε αύξηση της τιμής του συμπαρασύρει και τις τιμές των τροφίμων που ήδη έχουν αυξηθεί από την αρχή της πανδημίας της Covid-19.