Σε ισχύ εδώ και 60 χρόνια το αμερικανικό εμπάργκο στην Κούβα έχει γίνει ενδημικό, μια πραγματικότητα στην οποία οι κάτοικοι της χώρας έχουν προσαρμοστεί χωρίς να ελπίζουν ότι πρόκειται σύντομα να αρθεί ή να χαλαρώσει.

Η επιβολή του εμπάργκο στις 7 Φεβρουαρίου 1962 αποφασίστηκε την ώρα που αυξανόταν η ένταση μεταξύ ΗΠΑ και Κούβας, η οποία κορυφώθηκε με την Κρίση των Πυραύλων τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, που έφερε τον κόσμο στα πρόθυρα ενός πυρηνικού πολέμου.

«Εμφανίστηκε ως εργαλείο σε αυτό τον πόλεμο (…) ένα στρατηγικό και στρατιωτικό εργαλείο», σημειώνει ο πολιτικός επιστήμονας Ραφαέλ Ερνάντες.


Παρά το εμπάργκο, η Αβάνα δεν προχώρησε ποτέ σε καμία υποχώρηση απέναντι στις ΗΠΑ.

Και παρ’ όλο που οι καιροί έχουν αλλάξει μια πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του προέδρου της Κούβας Μιγκέλ Ντίας- Κανέλ και του Ρώσου ομολόγου του Βλαντίμιρ Πούτιν, οι οποίοι δήλωσαν ότι επιθυμούν να ενισχύσουν «τη στρατηγική τους συνεργασία», θύμισε εποχές Ψυχρού Πολέμου.

Ο Ρώσος υφυπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριαμπκόφ δεν απέκλεισε μάλιστα το ενδεχόμενο η χώρα του να αναπτύξει στρατό στην Κούβα, αν η σύγκρουση με την Ουάσινγκτον λόγω της Ουκρανίας επιδεινωθεί.

Η Κούβα βασίζεται στη στήριξη συμμάχων της, όπως η Κίνα, το Βιετνάμ και έναν αυξανόμενο αριθμό αριστερών κυβερνήσεων στη Λατινική Αμερική.



«Ένας ιός»
Η οικονομική ανάπτυξη της Κούβας εμποδίζεται από το εμπάργκο.

«Το εμπάργκο είναι επίσης ένας ιός», καταγγέλλουν επί μήνες οι κουβανικές αρχές.

Ακόμη και σήμερα τα «γεωπολιτικά συμφέροντα» των ΗΠΑ καθορίζουν τη χαλάρωση ή την αυστηροποίηση των κυρώσεων αυτών, εξηγεί ο Ερνάντες, ο οποίος υπογραμμίζει ότι η κυβέρνηση του πρώην προέδρου Μπαράκ Ομάμα ήταν αυτή που χαλάρωσε περισσότερο το εμπάργκο.

Αντίθετα καμία αμερικανική κυβέρνηση ως τώρα δεν έχει αυστηροποιήσει τις κυρώσεις τόσο όσο αυτή του Ντόναλντ Τραμπ, η οποία πρόσθεσε 243 νέους περιορισμούς. Και παρά τις υποσχέσεις του Τζο Μπάιντεν στη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, η κυβέρνησή του δεν έχει προχωρήσει σε καμία αλλαγή.

Μάλιστα ανακοίνωσε νέες κυρώσεις εναντίον Κουβανών αξιωματούχων, καταγγέλλοντας την καταστολή των διαδηλώσεων της 11ης Ιουλίου 2021.

Σύμφωνα με αναλυτές, ο Δημοκρατικός πρόεδρος ελπίζει να βελτιώσει τη θέση του κόμματός του μετά τις ενδιάμεσες εκλογές του Οκτωβρίου.

Ωστόσο οι προοπτικές των εκλογών αυτών «είναι μάλλον αρνητικές και επικίνδυνες για το νησί», αν οι Ρεπουμπλικάνοι κερδίσουν έδρες στο Κογκρέσο, σημείωνε πρόσφατη έρευνα του Κάρλος Κιάνιο του Κέντρου Ερευνών Διεθνούς Πολιτικής, ενός κρατικού, κουβανέζικου ινστιτούτου.

Το πρόβλημα είναι ότι για την κυβέρνηση Μπάιντεν «οι εκλογικοί υπολογισμοί έχουν πολύ μεγαλύτερο βάρος από το ανθρωπιστικό της καθήκον», εκτιμά ο Τζέιμς Μπάγουόλτερ- Αρίας, της ένωσης Κουβανοαμερικανών CAFE.



Δημιουργική αντίσταση
Πρόσφατα ο Κουβανός πρόεδρος Ντίας- Κανέλ ζήτησε από τους συμπατριώτες του να “αντισταθούν δημιουργικά” στο εμπάργκο.

Όμως είναι δύσκολο να είναι κανείς δημιουργικός στη χώρα που είναι αντιμέτωπη με τη χειρότερη οικονομική κρίση των τελευταίων 30 ετών, με τον πληθωρισμό να φτάνει το 70% και σοβαρές ελλείψεις σε τρόφιμα και φάρμακα.

Για τους υποστηρικτές της κυβέρνησης, το εμπάργκο ευθύνεται για όλα τα δεινά. Οι αντίπαλοί της καταγγέλλουν τις ανεπάρκειες της κυβέρνησης και τα δομικά προβλήματα της οικονομίας είναι αυτά που έχουν φέρει την Κούβα στη σημερινή της κατάσταση.

«Δεν υπάρχει πλήρης αποκλεισμός, μόνο ένα μερικό εμπάργκο», καταγγέλλει η ένωση αντιφρονούντων Cubadecide, την οποία διευθύνει από την εξορία η Ρόσα Μαρία Πάγια. «Τον πραγματικό αποκλεισμό τον επιβάλει το κουβανέζικο κράτος” και αυτός δεν θα αρθεί παρά μόνο “μέσω της μετάβασης στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία», εκτιμά.

Από το 2000 η Κούβα μπορεί να αγοράσει από τις ΗΠΑ τρόφιμα, τα οποία πλέον εξαιρούνται από το εμπάργκο. Από το 2015 ως το 2020 το νησί εισήγαγε τρόφιμα –κυρίως κοτόπουλα– αξίας 1,5 δισεκατομμυρίου δολαρίων από τη γειτονική του χώρα.

Όμως οι αγορές πρέπει να προπληρώνονται και τοις μετρητοίς, κάτι που δυσκολεύεται να πράξει η Κούβα.

Σε γενικές γραμμές το εμπάργκο είναι «αντιπαραγωγικό», εκτιμά ο Κάρλος Γκουτιέρες, ένας Κουβανοαμερικάνος που διετέλεσε υφυπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ από το 2005 ως το 2009: «δεν έχουμε κερδίσει απολύτως τίποτα» από την Αβάνα.

Είναι «μια πολύ κυνική πολιτική», αν ο στόχος είναι να προκληθεί κοινωνική έκρηξη, «να βγουν οι άνθρωποι στους δρόμους και να χυθεί αίμα», καταγγέλλει, υπενθυμίζοντας ότι «η έξυπνη πολιτική» ανοίγματος του Ομπάμα είχε προσφέρει στην Κούβα «δύο πολύ παραγωγικά χρόνια» ενισχύοντας τον ιδιωτικό τομέα.