Στη δολοφονία του Αμερικανού δημοσιογράφου Στίβεν Σότλοφ από τους τζιχαντιστές αναφέρθηκε ο Μπαράκ Ομπάμα από το Ταλίν της Εσθονίας, όπου πραγματοποιεί επίσκεψη, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ θα πολεμήσουν το Ισλαμικό Κράτος ωσότου να μην αποτελεί πλέον μια δύναμη στη Μέση Ανατολή.

Ο Αμερικανός πρόεδρος τόνισε ότι για τη συντριβή του Ισλαμικού Κράτους θα χρειαστεί χρόνος, λόγω του κενού εξουσίας στη Συρία, του μεγάλου αριθμού των σκληραγωγημένων στη μάχη ανδρών που εντάχθηκαν σε παρακλάδια της Αλ Κάιντα κατά τον πόλεμο στο Ιράκ αλλά και της ανάγκης να συναφθούν συμμαχίες με τις τοπικές σουνιτικές κοινότητες.

"Δεν θα είναι ένας αγώνας μιας εβδομάδας ή ενός μήνα ή έξι μηνών (...). Θα χρειαστούμε χρόνο για να τους απωθήσουμε", είπε χαρακτηριστικά

"Η ουσία είναι η εξής: ο στόχος μας είναι σαφής και αφορά την καταστροφή του Ισλαμικού Κράτους ώστε να μην αποτελεί πλέον μια απειλή όχι μόνο για το Ιράκ αλλά και για την ευρύτερη περιοχή και για τις ΗΠΑ", είπε ο Ομπάμα σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε.

"Ό,τι κι αν πιστεύουν ότι θα πετύχουν αυτοί οι φονιάδες με τις δολοφονίες αθώων Αμερικανών όπως ο Στίβεν, έχουν ήδη αποτύχει. Απέτυχαν επειδή, όπως και όλος ο κόσμος, οι Αμερικανοί απορρίπτουν τη βαρβαρότητά τους. Δεν θα μας τρομοκρατήσουν", πρόσθεσε.

Ο Ομπάμα υποστήριξε ότι οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί εναντίον των τζιχαντιστών στο Ιράκ αποδεικνύονται ήδη αποτελεσματικοί. "Αυτοί που έκαναν το λάθος να βλάψουν Αμερικανούς θα μάθουν ότι δεν ξεχνάμε, ότι φτάνουμε μακριά και ότι θα απονεμηθεί δικαιοσύνη", τόνισε.

Στο μεταξύ, Αμερικανοί και Βρετανοί αξιωματούχοι εξέτασαν το βίντεο της εκτέλεσης του Σότλοφ, στο οποίο εμφανίζεται ο ίδιο μαυροντυμένος άνδρας με τη βρετανική προφορά που είχε σκοτώσει και τον Αμερικανό δημοσιογράφο Τζέιμς Φόλεϊ στις 19 Αυγούστου. Σύμφωνα με τους ειδικούς το βίντεο είναι αυθεντικό.

Αργά το βράδυ της Τρίτης ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι στέλνει τρεις κορυφαίους αξιωματούχους, τον υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι, τον υπουργό ’μυνας Τσακ Χέιγκελ και τη σύμβουλο σε θέματα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας Λάιζα Μόνακο στη Μέση Ανατολή, προκειμένου να ενισχύσουν τους δεσμούς συνεργασίας με τους συμμάχους της Ουάσινγκτον στην περιοχή.