Πάμπλουτοι επιχειρηματίες επενδύουν σε ΜΚΟ με στόχο να… αλώσουν το Σαν Φρανσίσκο
Πού στοχεύουν
Πρόκειται για μια προσπάθεια επιθετικής εξαγοράς ύψους 20 δισ. δολ. από ανθρώπους που έχουν συμφέροντα στα ακίνητα και τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας
Στον επιχειρηματικό στίβο οι επιθετικές εξαγορές είναι συνηθισμένη πρακτική. Μπορεί, όμως, να συμβεί κάτι τέτοιο σε μια πόλη; Σύμφωνα με έρευνα της βρετανικής «Guardian», σε συνεργασία με την εφημερίδα «Mission Local» της Καλιφόρνια, ομάδα δισεκατομμυριούχων επενδύει σε δίκτυο ΜΚΟ, με στόχο να… αλώσουν το Σαν Φρανσίσκο. Μια πόλη γνωστή για την κυριαρχία των προοδευτικών πολιτικών.
«Πρόκειται για μια προσπάθεια επιθετικής εξαγοράς ύψους 20 δισ. δολ. από ανθρώπους που έχουν συμφέροντα στα ακίνητα και τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και δεν θέλουν να αποφασίζουν άλλοι για την πόλη», υποστηρίζει ο Τζιμ Στερνς, πολιτικός σύμβουλος με εμπειρία δεκαετιών στην πόλη. «Υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση ότι οι προοδευτικοί πολιτικοί απογοήτευσαν τους πολίτες», έγραφε από την πλευρά του ο δισεκατομμυριούχος Μάικλ Μόριτς σε περσινό του άρθρο στους «Financial Times». «Ακόμα και για μια πόλη που πάντα τα καταφέρνει να αναγεννιέται μετά από οικονομικές ή γεωλογικές καταστροφές, το Σαν Φρανσίσκο, άδειο, θανατηφόρο, πολιτικά δυσλειτουργικό, δείχνει εγγύτερα από ποτέ στον γκρεμό».
Σύμφωνα με την έρευνα, εδώ και έξι χρόνια ο Μόριτς μαζί με άλλους δισεκατομμυριούχους, όπως ο Ουίλιαμ Όμπερντορφ (hedge fund), ο Κρις Λάρσεν (κρυπτονομίσματα), ο Ντέιβντ Σακς (συνιδρυτής της PayPal),ο Γκάρι Ταν (επικεφαλής της «θερμοκοιτίδας» επιχειρήσεων Υ) και ο Ζάκαρι Ρόουζεν (συνιδρυτής της εταιρείας λογισμικού Pantheon) επενδύουν εκατομμύρια δολάρια στη μεταρρύθμιση των πολιτικών που ακολουθεί το Σαν Φρανσίσκο. Μόνο ο Μόριτς φέρεται να έχει δαπανήσει μετά το 2020 πάνω από 336.000.000 δολ., σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg.
Όλοι συμφωνούν ότι χρειάζονται αυστηρότερες πολιτικές απέναντι σε αστέγους και ναρκομανείς, μια πιο τιμωρητική στάση απέναντι στην εγκληματικότητα και η δημιουργία πιο φιλικού περιβάλλοντος απέναντι στην επιχειρηματικότητα, και ειδικά τον κλάδο των κατασκευών. Κεντρικό τους ζητούμενο είναι επίσης η ενίσχυση της εξουσίας του δημάρχου, απέναντι στις επιτροπές και τους εκπροσώπους των συνοικιών. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως, χρηματοδοτούν εκστρατείες σε απολύτως τοπικό επίπεδο, διαθέτοντας, για παράδειγμα, πάνω από 2.000.000 δολ. για να πετύχουν την καταψήφιση τριών σχολικών συμβούλων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον δείχνουν για τις τοπικές εκλογές του Νοεμβρίου, καθώς, εάν καταφέρουν να επικρατήσουν σε μια πόλη με τόσο προοδευτικό εκλογικό σώμα, πιθανότατα θα μπορούν να το επαναλάβουν οπουδήποτε στις ΗΠΑ.
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»
«Πρόκειται για μια προσπάθεια επιθετικής εξαγοράς ύψους 20 δισ. δολ. από ανθρώπους που έχουν συμφέροντα στα ακίνητα και τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και δεν θέλουν να αποφασίζουν άλλοι για την πόλη», υποστηρίζει ο Τζιμ Στερνς, πολιτικός σύμβουλος με εμπειρία δεκαετιών στην πόλη. «Υπάρχει μια αυξανόμενη αίσθηση ότι οι προοδευτικοί πολιτικοί απογοήτευσαν τους πολίτες», έγραφε από την πλευρά του ο δισεκατομμυριούχος Μάικλ Μόριτς σε περσινό του άρθρο στους «Financial Times». «Ακόμα και για μια πόλη που πάντα τα καταφέρνει να αναγεννιέται μετά από οικονομικές ή γεωλογικές καταστροφές, το Σαν Φρανσίσκο, άδειο, θανατηφόρο, πολιτικά δυσλειτουργικό, δείχνει εγγύτερα από ποτέ στον γκρεμό».
Σύμφωνα με την έρευνα, εδώ και έξι χρόνια ο Μόριτς μαζί με άλλους δισεκατομμυριούχους, όπως ο Ουίλιαμ Όμπερντορφ (hedge fund), ο Κρις Λάρσεν (κρυπτονομίσματα), ο Ντέιβντ Σακς (συνιδρυτής της PayPal),ο Γκάρι Ταν (επικεφαλής της «θερμοκοιτίδας» επιχειρήσεων Υ) και ο Ζάκαρι Ρόουζεν (συνιδρυτής της εταιρείας λογισμικού Pantheon) επενδύουν εκατομμύρια δολάρια στη μεταρρύθμιση των πολιτικών που ακολουθεί το Σαν Φρανσίσκο. Μόνο ο Μόριτς φέρεται να έχει δαπανήσει μετά το 2020 πάνω από 336.000.000 δολ., σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg.
Πού στοχεύουν οι επιχειρηματίες
Με τους πόρους που διαθέτουν οι δισεκατομμυριούχοι στήθηκε δίκτυο Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, σημαντικότερες των οποίων είναι οι Neighbors, Together και Grow. Οι πολιτικές που προωθούν ποικίλλουν: Ο Όμπερντορφ προωθεί τη δημιουργία ιδιωτικών σχολείων που λαμβάνουν δημόσια χρηματοδότηση (charter schools). Ο Λάρσεν ενδιαφέρεται για την ενίσχυση της αστυνόμευσης και την αύξηση των μέσων παρακολούθησης στους δημόσιους χώρους. Ο Ταν προτάσσει τις πολιτικές διάδοσης των κρυπτονομισμάτων, της τεχνητής νοημοσύνης και των αυτοκινήτων χωρίς άνθρωπο οδηγό.Όλοι συμφωνούν ότι χρειάζονται αυστηρότερες πολιτικές απέναντι σε αστέγους και ναρκομανείς, μια πιο τιμωρητική στάση απέναντι στην εγκληματικότητα και η δημιουργία πιο φιλικού περιβάλλοντος απέναντι στην επιχειρηματικότητα, και ειδικά τον κλάδο των κατασκευών. Κεντρικό τους ζητούμενο είναι επίσης η ενίσχυση της εξουσίας του δημάρχου, απέναντι στις επιτροπές και τους εκπροσώπους των συνοικιών. Σε κάποιες περιπτώσεις όμως, χρηματοδοτούν εκστρατείες σε απολύτως τοπικό επίπεδο, διαθέτοντας, για παράδειγμα, πάνω από 2.000.000 δολ. για να πετύχουν την καταψήφιση τριών σχολικών συμβούλων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον δείχνουν για τις τοπικές εκλογές του Νοεμβρίου, καθώς, εάν καταφέρουν να επικρατήσουν σε μια πόλη με τόσο προοδευτικό εκλογικό σώμα, πιθανότατα θα μπορούν να το επαναλάβουν οπουδήποτε στις ΗΠΑ.
*Δημοσιεύθηκε στην «Απογευματινή»