Mετά το χτύπηµα των ΗΠΑ στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις στο Fordow και την επακόλουθη ιρανική απάντηση στον Περσικό Κόλπο για κλείσιµο των στενών του Ορµούζ, επήλθε µια εύθραυστη αποκλιµάκωση. Η εκεχειρία Ισραήλ - Ιράν δεν αποτελεί πλήρη διπλωµατική συµφωνία. Οι διαβουλεύσεις συνεχίζονται µέσω τρίτων δρώντων, µε στόχο τη σταθερότητα στον Περσικό Κόλπο. Παράλληλα, η Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη (24-25 Ιουνίου) κατέληξε σε ενίσχυση της στρατηγικής συνοχής της Συµµαχίας έναντι της ρωσικής παρουσίας στη Μαύρη Θάλασσα και των κινεζικών επενδύσεων στην Αφρική.

Σηµαντική στιγµή αποτέλεσε η συνάντηση Τραµπ - Ερντογάν, που ερµηνεύεται ως ένδειξη αναθέρµανσης των αµερικανοτουρκικών σχέσεων, χωρίς όµως αµοιβαία κατανόηση στα θέµατα του Παλαιστινιακού, ενώ ίσως έχουµε εξελίξεις στο θέµα των F35. Μέσα σε αυτό το κλίµα, το τουρκολιβυκό µνηµόνιο επανήλθε στο προσκήνιο, µε την Τρίπολη να επεκτείνει τις ενεργειακές συµφωνίες της µε την Αγκυρα, περιλαµβάνοντας θαλάσσιες περιοχές νότια της Κρήτης. Η ελληνική απάντηση περιορίστηκε αρχικά σε ρηµατική διακοίνωση στον ΟΗΕ, αλλά αυτό δεν αρκεί. Κρίνεται απολύτως αναγκαία η προσφυγή της Ελλάδας σε διεθνές δικαστήριο -είτε στο ∆ιεθνές ∆ικαστήριο της Χάγης είτε στο ∆ικαστήριο του ΟΗΕ για το ∆ίκαιο της Θάλασσας- για να αµφισβητήσει νοµικά τη νοµιµότητα του µνηµονίου και των παράνοµων χαράξεων που φέρει το µνηµόνιο.

Ταυτόχρονα, η Ελλάδα βρέθηκε εκτεθειµένη στο διπλωµατικό πεδίο, καθώς το Ε∆Α∆ (Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο Ανθρωπίνων ∆ικαιωµάτων) την καταδίκασε για παραβίαση της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι σε υπόθεση συλλόγου που αυτοπροσδιορίζεται ως «τουρκική µειονότητα» στη Θράκη. Η απόφαση ενισχύει την τουρκική ρητορική περί «καταπίεσης» και εγείρει νέα ζητήµατα διαχείρισης της µειονότητας στο εσωτερικό και το διεθνές πεδίο. Μέσα σε ένα ταχύτατα µεταβαλλόµενο γεωπολιτικό περιβάλλον, η Ελλάδα καλείται να δράσει µεθοδικά, διπλωµατικά αλλά και νοµικά, αξιοποιώντας κάθε διεθνές εργαλείο. Οι ρηµατικές αναφορές δεν αρκούν. Απαιτείται εγρήγορση, µε ενεργητική στρατηγική σε όλα τα µέτωπα. Εν κατακλείδι, µετά το πλήγµα στο πυρηνικό συγκρότηµα Fordow και τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, η διεθνής γεωπολιτική σκακιέρα είναι ήδη από το 2008, το 2020, το 2022, το 2023 µέχρι σήµερα σε κυκλώνα παγκόσµιων δοµικών γεγονότων (Γ’ Παγκόσµιος;) και σε φάση επανατοποθέτησης.

Οι εντάσεις αναζωπυρώνονται, η Ρωσία επιχειρεί να εκµεταλλευτεί το ρήγµα, ενώ η Κίνα τηρεί επιφυλακτική στάση, αλλά δυναµικές οικονοµικές παρεµβάσεις. Το ΝΑΤΟ εστιάζει σε αποτροπή, κυβερνοάµυνα και Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα, σταθερός σύµµαχος, αποκτά στρατηγική σηµασία λόγω θέσης, βάσεων και ενεργειακών διαδροµών. Ενισχύει την αµυντική διπλωµατία, αξιοποιεί συµµαχίες µε Γαλλία, ΗΠΑ, Ισραήλ και Αίγυπτο, ενώ καλείται να πρωταγωνιστήσει ως εγγυήτρια σταθερότητας. Η ενεργός παρουσία της σε Βαλκάνια και Μέση Ανατολή θα καθορίσει τον ρόλο της στα µελλούµενα. Οψόµεθα!

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά