Ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας άρχισε σήμερα η δίκη για τη δολοφονία του 57χρόνου φαρμακοποιού, Βασίλη Φλώρου, πέρσι, έξω από το σπίτι του στο Ψυχικό υπό έντονα φορτισμένο κλίμα.

Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθεται ο 52χρόνος κατασκευαστής με τον οποίο το θύμα βρισκόταν σε δικαστική διαμάχη λόγω χρέους 300.000 ευρώ. Πρόκειται για χρήματα που το θύμα είχε δανείσει στον δράστη και διεκδικούσε την επιστροφή τους μέσω της δικαστικής οδού.
Τελικά, δικαιώθηκε και αυτό είχε ως αποτέλεσμα το σπίτι του δράστη στη Γλυφάδα να τεθεί σε πλειστηριασμό, γεγονός που του γνωστοποιήθηκε τρεις μήνες πριν το έγκλημα.

Σήμερα, εντός της δικαστικής αίθουσας, οι συγγενείς του θύματος ξέσπασαν σε βάρος του δράστη. Μάλιστα, η κόρη του 57χρονου φαρμακοποιού, Βασίλη Φλώρου, λιποθύμησε μέσα στη δικαστική αίθουσα.
Λίγα λεπτά αργότερα στη θέα του κατηγορουμένου που οδηγήθηκε ενώπιον των δικαστών η νεαρή κοπέλα έχασε και πάλι τις αισθήσεις της, την ώρα που οι συγγενείς του αδικοχαμένου φαρμακοποιού ξεσπούσαν κατά του 52χρονου. «Τέρας, δολοφόνε, ψεύτη, κατέστρεψες μια οικογένεια», φώναζαν στον κατηγορούμενο που όταν έλαβε το λόγο από έδρας με βλέμμα χαμηλωμένο ψέλλισε μια συγνώμη.

Ο γιος του θύματος ήταν ο πρώτος μάρτυρας που εξετάστηκε από το Δικαστήριο. Τη μοιραία ημέρα, Σάββατο, ο πατέρας του έφυγε από το σπίτι για να πάει να του στείλει ένα δέμα καθώς σπούδαζε στην Πάτρα.

«Ο πατέρας μου ήταν άνθρωπος φιλήσυχος, δεν είχε διαφωνήσει με κανέναν. Όταν συνέβη ό, τι συνέβη
έπεσα από τα σύννεφα. Η μόνη διαφωνία που είχε ήταν με τον κατηγορούμενο, με τον οποίο βρισκόταν σε δικαστική διαμάχη. Μετά τη δολοφονία, κατευθείαν το μυαλό μου πήγε εκεί. Θυμήθηκα πόσες φορές ο πατέρας μου είχε γυρίσει στεναχωρημένος από τα δικαστήρια. Ο κατηγορούμενος ζητούσε, συνεχώς αναβολές είχε σκοπό να τον κουράσει και ψυχολογικά και οικονομικά. Θυμάμαι έναν πατέρα που ερχόταν στο σπίτι και δεν μπορούσε να χωνέψει πως ένας άνθρωπος με τον οποίο είχε πιει, είχε κάνει παρέα και είχε σκοπό να του φάει χρήματα» περιέγραψε ο μάρτυρας.

Ο γιος του θύματος επισήμανε πως από το 2011 έχουν γίνει 13 δικαστήρια τα οποία έχουν δικαιώσει την οικογένεια του.

«Αυτός ο άνθρωπος που βλέπετε έτσι ήταν σε όλα τα δικαστήρια, σκυφτός, χαμηλών τόνων που προσπαθούσε να ξεγελάσει τους δικαστές. Θύμωνε ο πατέρας μου γιατί το έπαιζε στεναχωρημένος και όταν έπαιρνε αναβολή έβγαινε έξω χαμογελαστός και κοίταζε ειρωνικά τον πατέρα μου» περιέγραψε ο νεαρός στο Δικαστήριο.

Τελικά, σύμφωνα με τον μάρτυρα ο κατηγορούμενος σχεδίασε το έγκλημα με
στόχο να μην πληρώσει το χρέος των 300.000 ευρώ. «Σκέφτηκε αν είναι δυνατόν, θα κλέψω αυτά τα χρήματα ακόμα και αν το τίμημα είναι η ζωή ενός άνθρωπου, του πατέρα μου που όχι μόνο τον είχε βοηθήσει αλλά ήταν φίλοι χρόνων» είπε ο μάρτυρας εξηγώντας πως οι οικονομικές διάφορες θύτη και θύματος «είχαν γίνει καρκίνος στην οικογένεια μας».

«Μέχρι την τελευταία στιγμή ήξερε πως να μεθοδεύει και να γλιτώνει από τις παρανομίες του», πρόσθεσε καταλήγοντας πως «ο φθόνος και η ζήλια τον έκαναν να σκοτώσουν τον πατέρα του».

Όπως επισήμανε ο μάρτυρας σκοπός του δράστη ήταν να σκοτώσει τον πατέρα του,
Όπως εξήγησε ο κατηγορούμενος έφυγε περπατώντας αργά από το σημείο της δολοφονίας κάτι που επιβεβαίωσαν και όλοι οι γείτονες-αυτόπτες μάρτυρες που κατέθεσαν στο Δικαστήριο.

Παράλληλα, ο γιος του θύματος σημείωσε πως στη συνέχεια πήγε σε μνημόσυνο συγγενικού του προσώπου στου Παπάγου, έχοντας ξεφορτωθεί τα ρούχα και το όπλο του.
Κατά τον μάρτυρα ο 52χρονος κατασκευαστής μετά το έγκλημα συνέχισε τη ζωή του κανονικά. «Μετά τη δολοφονία και 4 ημέρες πριν συλληφθεί εμφανίστηκε και σε δικαστήριο που είχαν με τον πατέρα μου για να δείξει ότι δεν έχει τίποτα να φοβηθεί», είπε.

Με τρεμάμενη φωνή, η σύζυγος του θύματος, περιέγραψε καρέ-καρέ τι συνέβη το μοιραίο πρωινό,
«Άκουσα τα μπαμ δεν κατάλαβα στην αρχή ότι ήταν πυροβολισμοί, βγήκαμε με την κόρη μου στο μπαλκόνι, βλέπω τον άνδρα μου έξω από το αυτοκίνητο μέσα στα αίματα», είπε η σύζυγος του θύματος. «Μέχρι να κατέβουμε κάτω νόμιζα ότι ήταν ένα φρικτό όνειρο αλλά δεν μπορούσα να ξυπνήσω», περιέγραψε η άτυχη γυναίκα ενώ αναφερόμενη στο δολοφόνο τόνισε πως έφτασε βάσει σχεδίου. «Θα σκότωνε εκείνη την ημέρα όποιον ήταν στο αυτοκίνητο. Με το που άνοιξε η γκαραζόπορτα ρίχνει τις δυο τυφλές. Ευτυχώς που δεν πήγε εκείνη την ημέρα και η κόρη μου με τον μπαμπά της όπως συνήθιζε, θα είχα χάσει και το παιδί μου», είπε. «Πέσαμε εντελώς έξω με αυτό τον άνθρωπο, δεν φανταζόμουν τι ήταν ικανός να κάνει», πρόσθεσε η μάρτυρας τονίζοντας πως κανείς δεν τους ζήτησε ποτέ συγνώμη.
«Εγώ τραβάω το δικό μου γολγοθά με τα παιδιά μου, το τελευταίο που με νοιάζει είναι αυτά τα λεφτά» είπε Ερωτηθείσα για το χρέος που εκκρεμεί μέχρι σήμερα και πρόσθεσε «για τον άντρα μου που μου στέρησε για τον πατέρα τον παιδιών μου για αυτό είμαι εδώ».

Η σύζυγος του θύματος τόνισε πως κίνητρο του δράστη ήταν η εκδίκηση και να μην πληρώσει.

Από την άλλη, η κόρη του θύματος περιέγραψε και εκείνη τι συνέβη την μοιραία ημέρα. «Με φιλάει ο μπαμπάς μου λέει καλό διάβασμα και φεύγει. Μετά από λιγο ακούω κάτι κρότους, ήταν συνεχόμενοι υπήρξε ένα κενό και ξανάρχισαν. Πετάχτηκα από το δωμάτιο, πάω να βγω στο μπαλκόνι και κοιτάω κάτω το δρόμο και ήταν ο μπαμπάς εξω από το αυτοκίνητο γεμάτος με αίματα και δεν κουνιόταν».
«Ο δολοφόνος είχε πάρει μέχρι και ρούχα για να αλλάξει και στη συνέχεια έφυγε ψύχραιμος» είπε η μάρτυρας εξηγώντας πως ο κατηγορούμενος ήταν το πρώτο πρόσωπο που πέρασε από το μυαλό της ότι θα μπορούσε να έχει σκοτώσει τον πατέρα της.
Η δίκη συνεχίζεται