Διαφορετικές εκδοχές για την ύπαρξη ή όχι ναζιστικού χαιρετισμού στους κόλπους της Χρυσής Αυγής έδωσαν οι πρώην βουλευτές Ηλίας Παναγιώταρος και Κωνσταντίνος Μπαρμπαρούσης ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας. Ο Ηλ. Παναγιώταρος υποστήριξε σχετικά με το ναζιστικό χαιρετισμό πως απαγορευόταν αυτό και όταν βλέπανε κάτι τέτοιο λέγαμε «κατέβασε το χέρι κάτω».

Από την άλλη, ο Κωνσταντίνος Μπαρμπαρούσης ανέφερε πως τους αρέσει, είναι ό, τι καλύτερο «χαιρετάω κανονικά. Απλώς χαιρετάω. Δηλαδή αν χαιρετούσα έτσι (σς: κάνει κίνηση) θα ήμουν από τη Μύκονο; Ο χαιρετισμός είναι γλώσσα του σώματος. Το δεξιά είναι το θετικό, το αριστερά το αρνητικό. Ο Χιτλερ εμπνεύστηκε από εμάς. Πως θα χαιρετίσεις τη σημαία ή ένα τιμώμενο πρόσωπο; Έχουν δαιμονοποιήσει τον Χιτλερ. Εμένα μου αρέσει ο χαιρετισμός αυτός, έχει καλή ενέργεια».

Ο Ηλίας Παναγιώταρος στην απολογία του δήλωσε αθώος, υιοθέτησε τα περί πολιτικής δίωξης που υποστήριξαν και οι υπόλοιποι βουλευτές και αυτοχαρακτηρίστηκε « Έλληνας πατριώτης, λαϊκός εθνικιστής χριστιανός ορθόδοξος».

Ο πρώην βουλευτής ανέφερε πως εντάχθηκε στη Χρυσή Αυγή το 1993 και έδωσε διαφορετικές ερμηνείες για τη νύχτα τη δολοφονίας του Παύλου Φύσσα.

Αρχικά, είπε στο δικαστήριο ότι εκείνη την ημέρα ετοίμαζαν διανομή τροφίμων και όχι ομιλία του Ν. Μιχαλολιακου.

Ωστόσο, μετά τις ερωτήσεις της έδρας που του επισημάνθηκε πως άλλοι κατηγορούμενοι ανάφεραν ότι θα γινόταν ομιλία και ότι εκείνη τη νύχτα βγήκαν να μοιράσουν τρικακια, ο Ηλίας Παναγιώταρος αναθεώρησε λέγοντας πως «μπορεί να γινόταν ομιλία, δεν το ξέρω, ήξερα για διανομή μετά από κάποιες ημέρες».

Λίγο αργότερα ο ίδιος υποστήριξε ότι τον Ρουπακιά, τον Καζαντζόγλου και τους εμπλεκόμενους στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, τους γνώρισε μετά το μοιραίο βράδυ. «Το επόμενο πρωί έμαθα για το περιστατικό. Μου είπαν για ποδοσφαιρικό γεγονός. Έμαθα τα ονόματα. Εκεί άκουσα το όνομα Ρουπακιάς και ότι είναι στα γραφεία της Νίκαιας. Κάποια στογμη μαθεύτηκε ποιος είναι αυτός. Στην πορεία μαθαίναμε ονόματα, όπως όλοι» είπε ο κατηγορούμενος.

Ο Ηλίας Παναγιώταρος περιέγραψε πως η Χρυσή Αυγή αντέδρασε άμεσα με διαγραφές μελών. «Όποιον εμπλέκονταν τον διαγράψαμε χωρίς εξηγήσεις! Μιλάμε για φόνο, όχι απλή εξύβριση. Τον Πατέλη δεν τον ξαναείδαμε. Εκείνη την ημέρα κλείσαμε τα πάντα. Τους έδιωξε όλους» ανάφερε.

Όταν του επισημάνθηκε ότι ο Γ. Πατέλης στην δίκη του απολογία είπε πως δεν αντιμετώπισε πρόβλημα με την Χρυσή Αυγη και δεν τον έδιωξε κανείς, αλλά και ο Ν. Μίχος ανεφερε πως ζήτησε διαγραφές και δεν έγιναν, ο κατηγορούμενος επέμεινε στη θέση του, μη μπορώντας να εξηγήσει τις απολογίες των συγκατηγορουμένων του.

Σχετικά με τους χαρακτηρισμούς «σκουπίδια και υπάνθρωποι» για τους αλλοδαπούς, ο κατηγορούμενος τήρησε την ίδια γραμμή με τους υπόλοιπους βουλευτές λέγοντας ότι «υπάνθρωποι είναι όσοι κάνουν παράνομες πράξεις, είτε είναι Έλληνες, είτε αλλοδαποί».

Ο κατηγορούμενος πάντως για όλα τα επεισόδια που ερωτήθηκε υποστήριξε πως δέχτηκαν επίθεση, όπως στην περίπτωση της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης στο Πέραμα.

Από την πλευρά του, ο Κωνσταντίνος Μπαρμπαρούσης αρνήθηκε την εμπλοκή του στην υπόθεση, χαρακτήρισε «άσχημο πράγμα» τη δολοφονία Φύσσα, έκανε λόγο για παιδιά του «εξουσιαστικού χώρου με μπαμπάδες βουλευτές» και «σφαγές που έκαναν κουμουνιστές».

Κατά τη διάρκεια της απολογίας του υποστήριξε ότι ο όρος βουλευτής έχει συνδυαστεί με κακές πράξεις και αυτός ήθελε να μπει στη Βουλή για να αλλάξει το σύστημα. «Εγώ ήθελα να γίνω βουλευτής για να αλλάξω αυτό το πράγμα που το λέμε δημοκρατία και το μόνο δημοκρατικό που γίνεται στον τόπο είναι οι εκλογές κάθε 3-4 χρόνια. Μας έκοψαν την χρηματοδότηση ας πούμε, δημοκρατία αλά καρτ».

Κ: Οι κουμουνιστές έχουν κάνει εγκλήματα, το ίδιο και οι καπιταλιστές, όπως και ο εθνικοσοσιαλισμός στη Γερμανία. Είμαι εθνικιστής και αγαπώ την πατρίδα μου.

Π: Για τον εθνικοσοσιαλισμό γιατί μου λέτε;

Κ: Αφού σας ενδιαφέρει. Δε θα με ρωτούσατε;

Π: Δεν κατάλαβα γιατί αναφερθήκατε.

Κ: Για να μην τα ξεχάσω, αφού ξέρω σας ενδιαφέρει.

Για την ενδυμασία των μελών της Χρυσής Αυγής και τα παραγγέλματα είπε: «Εμείς προσπαθούσαμε να μη πηγαίνουμε σαν ασκέρι. Θέλαμε να είμαστε συγκροτημένοι, όχι με παραγγέλματα αλλά να είμαστε μαζί. Φορούσαμε την μπλούζα της Χρυσής Αυγής που τη βάζαμε αε εκδηλώσεις. Και στα γήπεδα έτσι πας ή σε μεγάλες εκδηλώσεις. Κάποιοι το φορούσαν το μπλουζάκι με στρατιωτικό παντελόνι, κάποιοι με τζιν. Δε μπορούσες να πεις στον άλλο τι θα φορέσει αν του αρέσει έτσι».