«Όχι» λέει το Συμβούλιο της Επικρατείας στην απασχόληση των υπαλλήλων ή συνταξιούχων του Δημόσιου, του ευρύτερου Δημόσιου τομέα και των ΝΠΔΔ ως εκπαιδευτών υποψηφίων οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσικλετών.

Το Δ´ τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας αποφάνθηκε με τέσσερεις αποφάσεις του ότι είναι συνταγματικός ο νόμος 4413/2016 ο οποίος καθιέρωσε το ασυμβίβαστο του επαγγέλματος του εκπαιδευτή οδηγών αυτοκινήτων (Σχολές Οδηγών) με αυτό του δημοσίου κ.λπ. υπαλλήλου.

Στο Συμβούλιο της Επικρατείας είχαν προσφύγει 22 εκπαιδευτές οδηγών αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών, οι οποίοι παράλληλα είχαν την ιδιότητα του υπαλλήλου ή συνταξιούχου του Δημόσιου, του ευρύτερου Δημόσιου τομέα και των ΝΠΔΔ.

Προηγήθηκαν οι αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με τις οποίες απορρίφθηκαν οι αιτήσεις τους, με τις οποίες ζητούσαν να ακυρωθεί η απόφαση και το έγγραφο για την παύση ισχύος των αδειών ασκήσεως επαγγέλματος εκπαιδευτικών υποψηφίων οδηγών αυτοκινήτων, κ.λπ., που εκδόθηκαν σε επιταγή του νόμου 4413/2016.

Το Εφετείο έκρινε ότι οι διατάξεις του νόμου 4413/2016 ως προς το σκέλος που καθιερώνουν το ασυμβίβαστο του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού των Σχολών Οδηγών, δεν αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της ισότητας (άρθρο 4 Συντάγματος), της επαγγελματικής ελευθερίας (άρθρο 5 Σ.), της ελευθερίας της εργασίας (άρθρο 22 Σ.) και της αναλογικότητας (άρθρο 25 Σ.).

Αντίθετα, οι προσφεύγοντες υποστήριζαν, μεταξύ των άλλων, ότι παραβιάζεται η συνταγματική αρχή της ισότητας, καθώς ο περιορισμός αυτός επιβάλλεται σε συγκεκριμένη κατηγορία εκπαιδευτών, χωρίς να καταλαμβάνει εκπαιδευτές χειριστών αεροπλάνων, ελικοπτέρων, κ.λπ., που κατέχουν αντίστοιχες θέσεις στον Δημόσιο και τελούν υπό ουσιωδώς όμοιες συνθήκες, ενώ ορισμένοι εκ των προσφευγόντων είναι 3τέκνοι και προστατεύονται από το άρθρο 21 του Συντάγματος.

Τελικά, με τις αποφάσεις του Δ΄ Τμήματος του ΣτΕ (2675-2678/2020) οι εφέσεις εκπαιδευτών απορρίφθηκαν ως αβάσιμες, επαναλαμβάνοντας στην ουσία το σκεπτικό των εφετειακών αποφάσεων.