Στην Ολομέλεια του ΣτΕ το ζήτημα της διαφοράς αποδοχών βουλευτών και δικαστών
Κρίθηκε ότι η μη αναπροσαρμογή της βουλευτικής αποζημίωσης δεν παραβιάζει καμία Συνταγματική διάταξη
Ενώπιον της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας συζητήθηκε με πρόεδρο τη Μαίρη Σαρπ και εισηγήτρια την Κωνσταντίνα Φιλοπούλου το εάν πρέπει να καταβληθεί ή όχι η διαφορά μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης και των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών οι οποίες αναβαθμίστηκαν με απόφαση του Μισθοδικείου στο ύψος των αποδοχών του προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων για την τριετία 2004-2007.
Το ζήτημα έφτασε στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με αφορμή την αίτηση που κατέθεσε ο πρώην βουλευτής Αρκαδίας της Νέας Δημοκρατίας, Πέτρος Τατούλης ο οποίος ζητάει να αναιρεθεί απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε σχετική αγωγή του.
Τόσο το Διοικητικό Πρωτοδικείο όσο και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών απέρριψαν την αγωγή του κ. Τατούλη, κρίνοντας ότι δεν υπήρξε παράλειψη των αρμοδίων οργάνων του Δημοσίου να αναβαθμίσουν τις αποδοχές του για την επίμαχη τριετία, καθώς δεν υπάρχει άνιση μεταχείριση σε βάρος των βουλευτών, αφού είναι διαφορετική η επαγγελματική εξέλιξη και τα χαρακτηριστικά κάθε κατηγορίας.
Ακόμη, κρίθηκε ότι η μη αναπροσαρμογή της βουλευτικής αποζημίωσης δεν παραβιάζει καμία Συνταγματική διάταξη.
Στη συνέχεια ο κ. Τατούλης κατέθεσε αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας στο οποίο εκκρεμούν και άλλα ανάλογα αιτήματα μικρής ομάδας βουλευτών μετά την απόρριψη των αγωγών τους από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.
Ειδικότερα, με την αγωγή του πρώην βουλευτή Αρκαδίας της Νέας Δημοκρατίας ζητείται να αναγνωριστεί, η υποχρέωση του Δημοσίου να του καταβάλει:
1) Το ποσό των 281.924 ευρώ, ως διαφορά μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης και των αναβαθμισμένων αποδοχών των δικαστικών, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με την απόφαση του Μισθοδικείου, για το χρονικό διάστημα 1.1.2004 έως 31.12.2007 και επικουρικά (δηλαδή εάν δεν γίνει από το ΣτΕ δεκτό το πρώτο σκέλος του αιτήματος) ζητάει το ποσό των 165.516 ευρώ, ως διαφορά μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης και των αποδοχών των δικαστών, όπως αυτές προσαυξήθηκαν με την «έκτακτη παροχή» του άρθρου 5 του νόμου 3620/2007 και της από 30.1.2008 κοινής υπουργικής απόφασης και
2) Το ποσό των 10.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την παράλειψη του Δημοσίου να αναβαθμίσει την βουλευτική αποζημίωσή του.
Το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφαση του.
Το ζήτημα έφτασε στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με αφορμή την αίτηση που κατέθεσε ο πρώην βουλευτής Αρκαδίας της Νέας Δημοκρατίας, Πέτρος Τατούλης ο οποίος ζητάει να αναιρεθεί απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε σχετική αγωγή του.
Τόσο το Διοικητικό Πρωτοδικείο όσο και το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών απέρριψαν την αγωγή του κ. Τατούλη, κρίνοντας ότι δεν υπήρξε παράλειψη των αρμοδίων οργάνων του Δημοσίου να αναβαθμίσουν τις αποδοχές του για την επίμαχη τριετία, καθώς δεν υπάρχει άνιση μεταχείριση σε βάρος των βουλευτών, αφού είναι διαφορετική η επαγγελματική εξέλιξη και τα χαρακτηριστικά κάθε κατηγορίας.
Ακόμη, κρίθηκε ότι η μη αναπροσαρμογή της βουλευτικής αποζημίωσης δεν παραβιάζει καμία Συνταγματική διάταξη.
Στη συνέχεια ο κ. Τατούλης κατέθεσε αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας στο οποίο εκκρεμούν και άλλα ανάλογα αιτήματα μικρής ομάδας βουλευτών μετά την απόρριψη των αγωγών τους από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.
Ειδικότερα, με την αγωγή του πρώην βουλευτή Αρκαδίας της Νέας Δημοκρατίας ζητείται να αναγνωριστεί, η υποχρέωση του Δημοσίου να του καταβάλει:
1) Το ποσό των 281.924 ευρώ, ως διαφορά μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης και των αναβαθμισμένων αποδοχών των δικαστικών, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με την απόφαση του Μισθοδικείου, για το χρονικό διάστημα 1.1.2004 έως 31.12.2007 και επικουρικά (δηλαδή εάν δεν γίνει από το ΣτΕ δεκτό το πρώτο σκέλος του αιτήματος) ζητάει το ποσό των 165.516 ευρώ, ως διαφορά μεταξύ της βουλευτικής αποζημίωσης και των αποδοχών των δικαστών, όπως αυτές προσαυξήθηκαν με την «έκτακτη παροχή» του άρθρου 5 του νόμου 3620/2007 και της από 30.1.2008 κοινής υπουργικής απόφασης και
2) Το ποσό των 10.000 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από την παράλειψη του Δημοσίου να αναβαθμίσει την βουλευτική αποζημίωσή του.
Το δικαστήριο επιφυλάχθηκε να εκδώσει την απόφαση του.