Μπορεί ο καθηγητής Πνευµονολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Κρήτης Νίκος Τζανάκης να υποστηρίζει ότι η χώρα µας έφτασε σε τόσο υψηλό επίπεδο καταγεγραµµένων ηµερήσιων κρουσµάτων του νέου κοροναϊού εξαιτίας της διενέργειας πολύ µεγάλου αριθµού τεστ, γεγονός το οποίο έχει ως αποτέλεσµα να καταγράφονται πλέον ακόµα και οι ασυµπτωµατικοί και οι ολιγοσυµπτωµατικοί φορείς του νέου κοροναϊού, κάτι το οποίο δεν συνέβαινε µέχρι πρότινος, αλλά η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Μίνα Γκάγκα, έχει εντελώς διαφορετική άποψη για το θέµα.

Μιλώντας στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», η κ. Γκάγκα µάς εξηγεί: «Η γνώµη µου είναι ότι τα πραγµατικά κρούσµατα του νέου κοροναϊού είναι πολύ περισσότερα σε σχέση µε εκείνα τα οποία καταγράφει το ηµερήσιο επιδηµιολογικό δελτίο του Εθνικού Οργανισµού ∆ηµοσίας Υγείας (ΕΟ∆Υ). Οι καταγραφές του ΕΟ∆Υ θα µας “δώσουν” ακόµα πιο υψηλά επίπεδα ηµερήσιων κρουσµάτων και να ευχόµαστε να µη ζήσουµε µια σχετική “έκρηξη”. Ποιος είναι ο λόγος για αυτήν τη ραγδαία αύξηση των κρουσµάτων; Νοµίζω η αιτία είναι ότι διανύουµε πλέον µια ψυχρή εποχή του χρόνου και έχουµε ήδη αρχίσει να διασκεδάζουµε σε κλειστούς χώρους της εστίασης και της ψυχαγωγίας, ενώ στους χώρους εργασίας µας κλείνουµε επίσης τα παράθυρα».

ΜΙΝΑ ΓΚΑΓΚΑ: Έχουμε ήδη αρχίσει να διασκεδάζουμε σε κλειστούς χώρους της εστίασης και της ψυχαγωγίας, ενώ στους χώρους εργασίας μας κλείνουμε επίσης τα παράθυρα


Ρωτάµε, επίσης, την κ. Γκάγκα εάν θεωρεί ότι η πληµµελής τήρηση των πάντα αναγκαίων µέτρων ατοµικής προστασίας, δηλαδή η χρήση της µάσκας, η τήρηση των φυσικών αποστάσεων και η αναπνευστική και η ατοµική υγιεινή από τους πολίτες της χώρας µας, έχει συµβάλει σηµαντικά, προϊόντος του χρόνου, στη ραγδαία αυτή αύξηση των κρουσµάτων του νέου κοροναϊού. «Οχι, δεν πιστεύω ότι η αύξηση των κρουσµάτων οφείλεται σε αυτό που λέτε», αντιτείνει η αναπληρώτρια υπουργός και τονίζει: «Η πληµµελής τήρηση των µέτρων ατοµικής προστασίας χαρακτηρίζει τη χώρα µας στη διάρκεια του χρόνου, ακόµα και κατά τη διάρκεια του περασµένου καλοκαιριού. Οµως, µόνο τώρα, στο τρέχον χρονικό διάστηµα, έχουµε αυτή την εκτόξευση των κρουσµάτων. Οχι, δεν είναι η αιτία ο βαθµός τήρησης των µέτρων ατοµικής προστασίας, όσο κι εάν έχει και αυτή η παράµετρος τη δική της σηµασία. Εκτόξευση κρουσµάτων έχουµε γιατί συνωστιζόµαστε πλέον σε κλειστούς χώρους και γνωρίζουµε ότι σε τέτοιους χώρους ο ιός γίνεται πολλαπλά πιο µεταδοτικός, και µάλιστα σε πολύ µικρότερο χρονικό διάστηµα».

ΝΙΚΟΣ ΤΖΑΝΑΚΗΣ: Εάν, κατά έναν μαγικό τρόπο, είχαμε εμβολιαστεί σε ένα ποσοστό 95% στις ηλικίες άνω των 60 ετών, θα είχαμε 7-8 θανάτους την ημέρα


«Καμπανάκι» Τζανάκη για τις νοσηλείες

Για τον κ. Τζανάκη µεγάλη σηµασία δεν έχει τόσο το ύψος του επιπέδου των ηµερήσιων κρουσµάτων του νέου κοροναϊού, όσο το συγκεκριµένο ποσοστό των νέων διαγνώσεων οι οποίες µετατρέπονται σε νοσηλείες ασθενών µε νόσο COVID-19 και, ασφαλώς, σε διασωληνώσεις ασθενών µε πολύ σοβαρή νόσο COVID-19. «Για την ηλικιακή οµάδα των 80-84 ετών µόνον το 74,4% επί του συνόλου της εν λόγω οµάδας έχει εµβολιαστεί», υπενθυµίζει ο κ. Τζανάκης και συµπληρώνει: «Στις ηλικίες αυτές οι εµβολιασµένοι είναι σε χαµηλά ποσοστά. Είναι τραγικό. Πρέπει να τους βρούµε και να τους εµβολιάσουµε προσωπικά. Οι γιατροί να πάνε να τους βρουν. Εάν, κατά έναν µαγικό τρόπο, είχαµε εµβολιαστεί σε ένα ποσοστό 95% στις ηλικίες άνω των 60 ετών, θα είχαµε 7-8 θανάτους την ηµέρα. Σύµφωνα µε τα µοντέλα που χρησιµοποιούν οι επιδηµιολόγοι, για κάθε 1.000 κρούσµατα έχουµε 10 επιπλέον θανάτους και 70-100 περισσότερους διασωληνωµένους».

ΙΩΑΝΝΑ ΤΖΟΥΛΑΚΗ: Η χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη στις κατηγορίες άνω των 60 ετών και η μη τήρηση των μέτρων από τους πολίτες οδήγησαν σε εκτόξευση κρουσμάτων


Με τον κ. Τζανάκη φαίνεται ότι συµφωνεί και η καθηγήτρια Επιδηµιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Ιωαννίνων Ιωάννα Τζουλάκη. Μιλώντας σήµερα στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ», η κ. Τζουλάκη χαρακτηρίζει ως γνωστές τις αιτίες και ως αναµενόµενη εξέλιξη την τρέχουσα εκτόξευση των ηµερήσιων κρουσµάτων του νέου κοροναϊού µας, ενώ εκτιµά ότι οι συγκεκριµένες αιτίες που οδήγησαν στην εκτόξευση των κρουσµάτων είναι «η χαµηλή εµβολιαστική κάλυψη στις ηλικιακές κατηγορίες άνω των 60 ετών, καθώς και η µη τήρηση των µέτρων από τους πολίτες».