Στη θλίψη βυθίστηκε το μεσημέρι της Τρίτης όλος ο καλλιτεχνικός – και όχι μόνο – χώρος της Ελλάδας στο άκουσμα της είδησης του θανάτου του μεγάλου ηθοποιού, Ανδρέα Μπάρκουλη.

Ο εμβληματικός ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου, άφησε την τελευταία του πνοή στο Αγία Όλγα όπου νοσηλευότανε τις τελευταίες εβδομάδες.

Η ζωής του όλη σαν… ταινία

Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 4 Αυγούστου του 1936. Σπούδασε υποκριτική και κατά την αποφοίτησή του χαρακτηρίστηκε εξαιρετικό ταλέντο.

Εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο το 1956 και στον κινηματογράφο το αμέσως επόμενο έτος με την ταινία Μαρία Πενταγιώτισσα.

Η πορεία του ήταν αξιόλογη και πολλά υποσχόμενη στο θέατρο ως το 1973, όταν μία υπόθεση με ναρκωτικά τον έφερε αντιμέτωπο με τη δικαιοσύνη. Προφυλακίστηκε, αλλά αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση και το 1974 έφυγε στην Αμερική. Εκεί ασχολήθηκε με το τραγούδι και όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1983, αφοσιώθηκε στο ποιοτικό θέατρο, ερμηνεύοντας με μοναδική ευαισθησία σπουδαίους ρόλους μέχρι το τέλος της δεκαετίας του '80. Προβλήματα υγείας, όμως, τον απομάκρυναν σχετικά νωρίς από το θέατρο, ενώ συνέχισε με σποραδικές εμφανίσεις στην τηλεόραση τη δεκαετία του '90.

Κορίτσια ο Μπάρκουλής!

Ο Ανδρέας Μπάρκουλης  υπήρξε ένας από τους πιο αγαπητούς ηθοποιούς αλλά και εμβληματικός ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου. Ποιος μπορεί άλλωστε να ξεχάσει το σλόγκαν «Κορίτσια, ο Μπάρκουλης!» που αποτύπωνε τον πανικό που προκαλούσε σε κάθε του εμφάνιση μεταξύ του γυναικείου πληθυσμού.

Μάλιστα η φράση αυτή βγήκε σε μια παρέλαση στο Καλλιμάρμαρο. Μια κοπέλα μόλις είδε τον ηθοποιό, φώναξε «Κορίτσια, ο Μπάρκουλης!». Μάλιστα από τον πανικό που προκλήθηκε χάλασε και η παρέλαση, έτρεξαν όλα τα κορίτσια με τις ποδιές στον Μπάρκουλη. Από τότε η φράση αυτή έμεινε και πέρασε από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά.

Οι γυναίκες τις ζωής του

Ο Ανδρέας Μπάρκουλης είχε ανέβει τα σκαλιά της εκκλησίας τρεις φορές κι είχε αποκτήσει τρία παιδιά. Ενώ με την τελευταία του σύζυγο Μαρία και τον γιο του Νικόλα, πέρασε τα δύσκολα χρόνια του γηροκομείου, του κέντρου αποκατάστασης, αλλά και των νοσοκομείων.

Μαχητής ως το τέλος, «θέλω να ξανά περπατήσω. Το θέλω πάρα πολύ» δήλωνε. «Δεν νιώθω τα πόδια μου νεκρά μετά από πολύ καιρό. Με την βοήθεια του φυσιοθεραπευτή νιώθω πως δικαιούμαι να περπατήσω πάλι. Μπορεί να είμαι μεγάλος αλλά εγώ θέλω και το χρωστάω στο παιδί μου να αγωνιστώ για αυτό το οποίο και έχω στερηθεί πολύ τον τελευταίο καιρό, που δεν περπατάω».

Μάλιστα πριν από μερικά χρόνια είχε κυκλοφορήσει ένα βιβλίο για τη ζωή του Ανδρέα Μπάρκουλη αποκαλύπτοντας άγνωστα περιστατικά από τη ζωή του μεγάλου ηθοποιού.

 «Καλό κορίτσι, μεγάλη Αγάπη, τα πάθη μας χώρισαν... Έζησα καλά με την Αλέκα, ήταν από τους νεανικούς έρωτες αυτούς που ξυπνάς και πιστεύεις πώς όλα είναι αγνά, όμορφα και μεθαύριο θα καλυτερεύσουν κι άλλο. Ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτερή μου. Την λάτρεψα την Αλέκα! Μετά την ταινία "Η χαρτοπαίχτρα" άρχισε να μοιάζει με την καθημερινότητά μας. Η Αλέκα έπαιζε μερόνυχτα κι εγώ βολτάριζα με γκομενίτσες, αθώα φλερτ, χωρίς να επιδιώκω το σεξ, μήπως και την ταρακουνήσω.... 'Ένα βράδυ το τελευταίο μας, την προσκάλεσα για φαγητό, της ανακοίνωσα πώς δεν αντέχω άλλο να αναμετριέμαι με την τράπουλα κι έφυγα...» αναφέρεται στην βιογραφία του για την Αλέκα Στρατηγού!

Όσο για την Καίτη Γκρέη, τη γυναίκα που έζησαν μαζί ένα χρόνο και την ζήτησε από την μαμά της την ώρα που τηγάνιζε ψάρια, ανέφερε: «Ο αρραβώνας μας αποτέλεσε μεγάλο γεγονός της εποχής... Μέχρι που οι επόμενες ασωτίες μου μας απομάκρυναν πλέον οριστικά. Πριν οριστικοποιηθεί αυτή μου η απόφαση το ναι της Καίτης και το διαζύγιό μου, με συνέλαβαν με την γνωστή κατηγορία του χασίς...».

«Ο καθρέπτης μου πότε πότε συνομιλούσε με το χάος... Το αλκοόλ και τα ναρκωτικά με συντηρούσαν στην άγνοια... Εκείνη την χρονιά έκανα μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες μου στο θέατρο. Τον "Έρωτα των Τεσσάρων συνταγματαρχών" του Ουστίνοφ. Ο επιχειρηματίας μου έλεγε θα μας έκλειναν μέσα... Είχα πολλά χρωστούμενα ως αντιστασιακός. Πέραν τούτο η υπογραφή μου το 71 για την αμνηστία των εξοριζομένων, κάτι τα γκομενικά που τα είχα κάνει μπάχαλο, μία που είχαν πάρει φόρα και με τις κατηγορίες στο στρατό που είχαν αποδώσει την πάτησα. Μου την έστησαν. Βρέθηκε πάνω μικροποσότητα χασίς. Η πρώην ιερόδουλος Ελένη Καραγιαννίδου -Ντρέβις... ομολόγησε εμπόριο ναρκωτικών, τους οδήγησε σε εμένα. Η αστυνομία ήρθε στο θέατρο την ώρα που έμπαινα στο αυτοκίνητό μου, με συνέλαβαν. Βρήκαν πάνω μου δυο τσιγαριλίκια κι ένα μικρό κομμάτι χασίς στο καμαρίνι μου. Παρόλο που μετέπειτα (Καραγιαννίδου -Ντρέβις) είπε πως εν αγνοία μου άφησε τα ναρκωτικά δεν μέτρησε. Όσο άφησε η τύπισσα, τόσο παρέδωσα στους αστυνομικούς, οπότε καμία απόδειξη χρήσης. Ήμουν όμως ο Μπάρκουλης ήταν επιτυχία να με βάλλουν στο εδώλιο. Ο επίλογος αυτής της ιστορίας ήταν πώς προφυλακίστηκα στα κρατητήρια της Αίγινας, βγήκε με εγγύηση 50.000 δραχμών και στις 16-041974 έφυγα στο εξωτερικό», ήταν η αφήγηση του ηθοποιού για τα δύσκολα εκείνα χρόνια και για τα γεγονότα που τον οδήγησαν στο εξωτερικό.

Οι σχέσεις του ηθοποιού με την μεγάλη κόρη του, Βίκυ

Αρκετές μέρες η μεγάλος ηθοποιός βρισκόταν διασωληνωμένος στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) του Κωνσταντοπούλειου Nοσοκομείου, «Αγία Ολγα». Εκεί σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας freddo η μοναδική αντίδραση του γνωστού ηθοποιού ήταν όταν τον επισκέφτηκε η κόρη του, Βίκυ Μπάρκουλη, με την οποία τα τελευταία χρόνια δεν είχαν σχέσεις. Πιο συγκεκριμένα με την κόρη του τα τελευταία χρόνια δεν είχε σχέσεις αλλά την Τρίτη βρέθηκε στο πλευρό του. Μάλιστα, εκεί ήταν που για χάρη του πατέρα της μίλησε και με την τελευταία σύζυγο του, Μαρία Μπάρκουλη, με την οποία δεν είχε επαφές.

Έπειτα η Βίκυ Μπάρκουλη πλησίασε τον πατέρα της και αφού κάθισε δίπλα του, του έπιασε το χέρι ψιθυρίζοντας «μπαμπά». Εκείνος την κατάλαβε και της κούνησε το κεφάλι του ενώ στη συνέχεια είδε δάκρυα να τρέχουν από τα μάτια του.

Οι μεγαλύτερες ταινίες του

Εμφανίστηκε σε περισσότερες από εκατό κινηματογραγικές ταινίες, ενώ πάντα το θέατρο αποτελούσε τη μεγάλη του αγάπη. Μερικές από αυτές είναι:

«Κοινωνία ώρα Μηδέν» (1966) ,

«Κοντσέρτο για πολυβόλα» (1967),

«Όλγα Αγάπη μου» (1968),

«Μια Ιταλίδα στην Ελλάδα» (1958),

«Διακοπές στην Αίγινα» (1958),

«Η Μουσίτσα»(1959),

«Μην είδατε τον Παναή» (1962),

 

"Ο σπαγγοραμμένος" (1967)

«Το Δόλωμα» (1964),

«Τζένη Τζένη» (1965),

«Ησαΐα μη Χορεύεις» (1969),

«Μια τρελή τρελή σαραντάρα» (1970)

«Θεία μου η χίπισσα» (1970)