Συγγενείς, φίλοι, θαυμαστές, άνθρωποι που απλά τον γνώρισαν και κυρίως όσοι συνεργάστηκαν μαζί του βρέθηκαν στο Α’ Νεκροταφείο για να αποχαιρετίσουν τον Νίκο Κούνδουρο. Ο σπουδαίος σκηνοθέτης, που με τις ταινίες του είχε τιμήσει την Ελλάδα στο εξωτερικό, έφυγε από τη ζωή την περασμένη Τετάρτη (22.02.2017) σε ηλικία 90 ετών. Το τελευταίο διάστημα νοσηλευόταν με αναπνευστικά προβλήματα.


Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, ο επικεφαλής του Ποταμιού, Σταύρος Θεοδωράκης, αλλά και ο πρώην ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Μανώλης Γλέζος είναι μεταξύ των ατόμων που θα συνοδεύουν τον σκηνοθέτη στην τελευταία του κατοικία.


Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, Πάνου Σκουρλέτη η κηδεία του σπουδαίου Έλληνα σύγχρονου σκηνοθέτη θα τελεσθεί με δημόσια δαπάνη.

Ο Νίκος Κούνδουρος είχε γεννηθεί στην Αθήνα αλλά οι γονείς του, από ατελείωτες γενιές Κρητικοί, δεν ανέχονταν να πολιτογραφηθεί σαν Αθηναίος. Για τον λόγο αυτό τον είχαν μεταφέρει νεογέννητο στην Κρήτη, τυλιγμένο σε μία πάνα, ώστε να γραφτεί στα δημοτολόγια του Αγίου Νικολάου της Κρήτης στις 15 Δεκεμβρίου του 1926. Ήταν γιος του δικηγόρου και πολιτικού Ιωσήφ Κούνδουρου.

Σπούδασε ζωγραφική και γλυπτική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας από την οποία και αποφοίτησε το 1948. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ενταχθεί στις τάξεις του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, και μετά τον πόλεμο εξορίστηκε στη Μακρονήσο, λόγω των αριστερών φρονημάτων του. Στα 28 του χρόνια αποφάσισε να ασχοληθεί με τον κινηματογράφο. Ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως σκηνοθέτης με τη Μαγική Πόλη (1954), όπου συνδύασε τις επιρροές του από το νεορεαλισμό με την εικαστική του ματιά. Με το σύνθετο και πρωτοποριακό έργο Ο Δράκος (1956), ο Νίκος Κούνδουρος καθιερώνεται. Ακολούθησαν «Οι παράνομοι» (1958), «Το ποτάμι» (1959), «Μικρές Αφροδίτες» (1963), «Το πρόσωπο της Μέδουσας» (1967), «Τα τραγούδια της φωτιάς» (1974), «1922» (1978) κ.ά.