Φωτιά στο Μάτι: «Μας έκαψαν ζωντανούς σαν να ήμασταν ποντίκια»
Μαρτυρίες από τους ανθρώπους που έζησαν τον όλεθρο της πυρκαγιάς
Οι ιστορίες που κρύβονται πίσω από την εθνική μας τραγωδία συγκλονίζουν. Το Κόκκινο Λιμανάκι βάφτηκε με αίμα. Πίσω στην αμμουδιά έχουν μείνει προσωπικά αντικείμενα των ανθρώπων που προσπάθησαν να διαφύγουν από τη θάλασσα. Την επομένη επέστρεψαν στον τόπο της καταστροφής και με τα μάτια τους γεμάτα δάκρυα κοίταζαν τριγύρω και φώναζαν:
«Μας κάψανε σαν τα ποντίκια». Στη θάλασσα επιχειρούν Λιμενικό και ιδιώτες δύτες. Η Κατερίνα Τοπούζογλου είναι μία από αυτούς. «Χτενίζουμε την περιοχή. Το Λιμενικό μας είπε πως είναι πολύ πιθανό να έχουν παρασυρθεί πτώματα προς την Αρτέμιδα. Χρειαζόμαστε και επιπλέον βοήθεια. Προσωπικά, ήρθα από τις Κυκλάδες, όπου εργάζομαι, για να προσφέρω τη βοήθειά μου», μας λέει.
«Εδώ ήταν το σπίτι της κόρης μου. Ο παράδεισός μας. Εμενε μόνιμα στον τρίτο όροφο.
Η φωτιά πέρασε στο διαμέρισμά μας χωρίς να το καταλάβει. Ευτυχώς, το παιδί έλειπε στη δουλειά», λέει με δάκρυα στα μάτια η κυρία Νότα. «Ευτυχώς, προλάβαμε να κατέβουμε στη θάλασσα. Οι άλλοι, που δεν το αντιλήφθηκαν, κάηκαν ζωντανοί», λέει ο κ. Ηλίας, ο οποίος περιγράφει καρέ-καρέ τον τρόπο με τον οποίο κατάφερε να διαφύγει:
«Πήραμε πετσέτες και κατεβήκαμε στη θάλασσα. Μετά επικράτησε το χάος. Ευτυχώς, ζούμε». Δίπλα στον κ. Ηλία στέκεται η σύζυγός του. Τα μάτια της δακρύζουν. Δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει τι έχει συμβεί: «Είχαμε τα κεφάλια μας μέσα στη θάλασσα για να μη μας κάψουν τα κουκουνάρια. Δεν βλέπαμε τίποτα. Κάναμε μόνο προσευχές. Μέχρι και τις 11 το βράδυ δεν είχε εμφανιστεί κανείς από το Λιμενικό.
Απλά, περιμέναμε. Ακούγαμε τον κόσμο να ουρλιάζει. Κάποιους τους βλέπαμε να καίγονται οι πλάτες τους και να τρέχουν στη θάλασσα να σωθούν. Ζήσαμε την απόλυτη φρίκη», λέει κλαίγοντας και θρηνεί τους νεκρούς που χάθηκαν άδικα. «Τρώγαμε και ακούγαμε στις ειδήσεις ότι η φωτιά είναι υπό έλεγχο.
Εκείνη την ώρα κατέβαινε η αδελφή μου από τον Βουτζά που ήταν σε ένα σπίτι και μας φώναζε “γρήγορα, τρέξτε, έρχεται η φωτιά, πλησιάζει, θα καούμε”. Ευτυχώς, φύγαμε εγκαίρως και πήγαμε προς τη Νέα Μάκρη. Το σπίτι έχει καεί, αλλά μπροστά σε αυτό που έγινε, το σπίτι είναι το λιγότερο. Κάηκαν άδικα τόσοι άνθρωποι και ένας δεν βγήκε να πει συγγνώμη», δηλώνει η κυρία Χριστιάννα.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΤΙΚΑ, Σάββατο 28 Ιουλίου, 2018