Σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη που έδωσε στην Έλενα Κατρίτση, η οποία θα προβληθεί την Κυριακή, ο Νίκος Γαλανός περιέγραψε πώς ξεκίνησε να παίζει χαρτιά και τι ήταν εκείνο που τον έκανε να σταματήσει αυτό το πάθος.

«Ήταν μια πενταετία που ξεκινήσαμε να παίζουμε φιλαράκια και στο τέλος έγινε ένα σπίτι όπου είχε πέντε τραπέζια και χαρτοπαίζαμε κάθε Σάββατο βράδυ. Δυο φορές, όταν ήμουν με την Αλίκη στο θέατρο, έτυχε να πάω απευθείας. Είχα τελειώσει δύο παραστάσεις το Σάββατο, από το βράδυ χαρτί και έφευγα στις 5 και πήγαινα στο θέατρο κατευθείαν για να βγάλω άλλες δύο παραστάσεις. Πολύ επικίνδυνο!», είπε αρχικά ο Νίκος Γαλανός. «Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι είμαι ηλίθιος που έπαιζα χαρτί διότι χρωστούσα λεφτά που είχα χάσει κι έπρεπε να πουλήσω το αυτοκίνητό μου για να ξεχρεώσω. Κι επίσης μια φορά, στην απογευματινή παράσταση, με πήρε ο ύπνος ενώ ήμουν όρθιος και παραλίγο να πέσω. Και είπα “σοβαρέψου, δεν μπορείς να συνεχίσεις έτσι”. Και το έκοψα».

Ο ηθοποιός, όπως γίνεται γνωστό μέσα από την εκπομπή, έχει περάσει από διάφορα μονοπάτια κι έχει ψάξει αρκετά να βρει τον εαυτό του.

Ειδικότερα, στις αρχές της δεκαετίας του ’70 γνώρισε τον Βουδισμό κι είχε μιλήσει για την πιθανότητα να μονάσει. Μάλιστα σε παλαιότερη συνέντευξή του στον Νίκο Χατζηνικολάου είχε πει: «Προσπάθησα να εμβαθύνω και σε θρησκευτική ιδεολογία. Θα στο πω πάλι σε σένα για πρώτη φορά, εγώ ένα φεγγάρι γύρω στο ’70, είχε έρθει εδώ ο Δαλάι Λάμα, ιδιωτικά. Ήμασταν μια ομάδα γύρω στα 15-18 άτομα και είχαμε φέρει τον Δαλάι Λάμα. Με έχει βαφτίσει ο Δαλάι Λάμα. Η περίοδος τότε των αναζητήσεων μέσα από τον Βουδισμό, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ήμουν χριστιανός ορθόδοξος ή ότι δεν είμαι. Ήμουν και είμαι. Ο Βουδισμός είχε κάποια άλλα στοιχεία, δεν είναι τόσο ακραία θρησκευτικά, είναι λίγο πιο ανθρωποκεντρική η ιδεολογία και όχι τόσο αυτό που έχουμε εμείς στην Ορθοδοξία. Μετά προχώρησα και σε άλλες αναζητήσεις» είχε πει, ενώ για τις επισκέψεις στην Αθωνική Πολιτεία είχε αναφέρει: «Πήγαινα στο Άγιον Όρος και τώρα πάω. Έχω φίλους στο Άγιον Όρος και έχω και χώρο δικό μου σε μονή, που μπορώ να πάω να μείνω».

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΟΝ ΤΙΜΕ