Χωρίς τέλος τα ιστορικά χαμηλά για τα ελληνικά ομόλογα
Συνεχίζεται η θεαματική υποχώρηση της απόδοσης του 10ετούς ομολόγου, που οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην αναβάθμιση από την Standard & Poor’s, που έστειλε ένα σαφές μήνυμα προς τους επενδυτές για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.
Το κόστος δανεισμού της Ελλάδας στην δευτερογενή αγορά στις συναλαγές της Δευτέρας υποχωρεί στο επίπεδο του 1,20%, με αποτέλεσμα το spread με το γερμανικό 10ετές να περιορίζεται στις 155 μονάδες βάσης και με το ιταλικό 10ετές σχεδόν να εξαλείφεται φτάνοντας έως τις 10 μονάδες βάσης.
Να σημειωθεί ότι το περσινό Νοέμβριο το επιτόκιο του 10ετούς βρισκόταν στο 4,5%, ενώ λίγους μήνες αργότερα η έκδοση του νέου ομολόγου «έκλεισε» με απόδοση 3,9%, προκαλώντας -και δικαίως- ενθουσιασμό, κυρίως λόγω της έντονης παρουσίας μακροπρόθεσμων επενδυτών. Φτάνοντας στο σήμερα, το 10ετές βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, και είναι ηλίου φαεινότερον ότι το κύμα των θετικών εξελίξεων έχει λάβει τη μορφή… τσουνάμι.
Το νέο ιστορικό χαμηλό που καταγράφει η απόδοση του 10ετους ομολόγου μπορεί να θεωρηθεί μια επιβεβαίωση της οικονομική πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης. Οι επενδύσεις είναι ο κύριος στόχος της κυβέρνησης και η προσήλωση αυτή επιβεβαιώνεται και από την θετική ανταπόκριση της αγοράς.
Αν και δεν υπάρχει μαγικό ραβδάκι, σύμφωνα με πληροφορίες της εφημερίδας «Παραπολιτικά», από τις επαφές που έχουν Ελληνες αξιωματούχοι και τεχνοκράτες με στελέχη της αγοράς -και μιλάμε για εκπροσώπηση σε επίπεδο CEOs- έχει γίνει σαφές ότι οι ξένοι βλέπουν, πλέον, αυτό που ήταν ώς τώρα «θολό»: τη διάθεση των ελληνικών Αρχών να κάνουν τομές, έτσι ώστε η ελληνική οικονομία να πάψει να είναι «μπανανία» και να ανοίξει σε επενδύσεις. Δύο στοιχεία προκύπτουν από τις αλλεπάλληλες επαφές:
1) το μειωμένο πολιτικό ρίσκο, λόγω της ισχυρής κυβέρνησης πλειοψηφίας, ενισχύει την πεποίθηση ότι οι μεταρρυθμίσεις που εξαγγέλλονται και ψηφίζονται, αυτήν τη φορά θα εφαρμοστούν,
2) το διαρκώς βελτιούμενο προφίλ του ελληνικού χρέους. Πέρα από το προφανές, δηλαδή τη μείωση του κόστους δανεισμού, που εξασφαλίζει η «βύθιση» των επιτοκίων, αυτό που αναμένεται, πιθανότατα εντός του Νοεμβρίου, είναι η αναθεώρηση της Ανάλυσης Βιωσιμότητας από την Κομισιόν, έτσι ώστε να ευθυγραμμιστεί με τις εξελίξεις στα ελληνικά ομόλογα. Οι παραδοχές για επιτόκια της τάξης του 4%-4,5% ανήκουν στο παρελθόν και πλέον οι υπολογισμοί με βάση το κλείσιμο του spread στο 1,75% οδηγούν σε σημαντική βελτίωση της καμπύλης του χρέους σε βάθος 30- 40 ετών. Ο
πως επισημαίνουν, δε, αρμόδιες πηγές, εάν επιβεβαιωθούν έστω στο ελάχιστο και οι προβλέψεις για υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, τότε καταρρίπτονται όλα τα επιχειρήματα για την αναγκαιότητα υψηλών πλεονασμάτων.