Ευπατρίδη και Πατριάρχη για το τραπεζικό σύστημα χαρακτήρισε τον Γιάννη Κωστόπουλο ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, σχολιάζοντας την απώλεια του τραπεζίτη.

«Η λέξη που μου έρχεται στο μυαλό είναι ένας ευπατρίδης, ένας άνθρωπος που, με ό,τι ασχολήθηκε, πέτυχε.
Θα έλεγα πραγματικά ένας Πατριάρχης για το τραπεζικό σύστημα, αλλά και πολύ περισσότερο από αυτό. Ένας ευπατρίδης, ένας πατριώτης που αγαπούσε πολύ την πατρίδα του, που ασχολήθηκε πολύ με την ιστορία της πατρίδας του και που έπρεπε να τον ακούς πάντα. Είχε μία σωστή άποψη και μία νηφαλιότητα. Άκουγε, δεν έπαιρνε αποφάσεις εν θερμώ, συμβούλευε. Αυτά τα λόγια έρχονται στο μυαλό μου», δήλωσε ο κ. Στουρνάρας, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Θέμα Radio 104,6».

«Ο Γιάννης Κωστόπουλος είναι όλη η ιστορία του σύγχρονου ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Μαζί του είχα συνεργαστεί αρκετά. Θυμάμαι, μαζί και με τον μακαρίτη τον Θόδωρο Καρατζά, όταν ήμασταν στο προεδρείο της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών από το 2000 μέχρι το 2004. Ο Θόδωρος Καρατζάς ήταν πρόεδρος, ο Γιάννης Κωστόπουλος α’ αντιπρόεδρος κι εγώ β’ αντιπρόεδρος. Είχαμε πολύ καλή συνεργασία και τη θυμάμαι με μεγάλη νοσταλγία», συνέχισε ο κ. Στουρνάρας.

«Θυμάμαι το πρώτο του τηλέφωνο. Γνωριζόμασταν όχι πολύ καλά. Γνωριστήκαμε πολύ καλά το 1998. Όταν γύρισα από τις Βρυξέλλες (ήμουν πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων), όπου μετά από μακρά προεργασία και διαπραγμάτευση είχαμε πετύχει μία επιθυμητή κεντρική ισοτιμία για να μπει η Ελλάδα στο ευρώ. Θυμάμαι ότι ο Γιάννης με πήρε στο τηλέφωνο και μου είπε: “Δεν γνωριζόμαστε πολύ καλά, αλλά οφείλω να σας πω ότι είναι η πρώτη υποτίμηση απ’ ό,τι γνωρίζω, και έχω διαβάσει πολύ οικονομική ιστορία, που δεν διέρρευσε. Μας πιάσατε στον ύπνο”. Έτσι ακριβώς. Δεν το περίμενε κανείς, δεν το ήξερε κανένας. Σας λέω την άποψη του πλέον έγκυρου εκείνη την εποχή τραπεζίτη», πρόσθεσε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος.

Απαντώντας σε ερώτηση για την τραπεζική κρίση και τις διαφορές με εκείνη την περίοδο ο κ. Στουράνας δήλωσε:

«Ενώ για τις περισσότερες χώρες η κρίση ήταν τραπεζική, στην Ιρλανδία για παράδειγμα, στην Ισπανία ως έναν βαθμό, στην Κύπρο, η Πορτογαλία ήταν κάπου στη μέση, στην Ελλάδα ήταν η κρίση που προήλθε από τον δημόσιο τομέα και μεταφέρθηκε στο τραπεζικό σύστημα. Τώρα βέβαια μιλάμε με το όφελος της στερνής γνώσης και πρέπει να είμαστε προσεκτικοί. Στην Ελλάδα η κρίση προήλθε από το Δημόσιο, από το κράτος, από τα μεγάλα δίδυμα ελλείμματα που οδήγησαν σε μία κρίση χρέους, και ως κρίση χρέους μεταφέρθηκε στο τραπεζικό σύστημα.

Δηλαδή, αν μου επιτρέπεται να πω την έκφραση, δεν έφταιγε, δεν ήταν το τραπεζικό σύστημα η αιτία της ελληνικής κρίσης. Ήταν, δυστυχώς, το ελληνικό δημόσιο και οι αποφάσεις οικονομικής πολιτικής που είχαν κατά καιρούς ληφθεί που οδήγησαν σε πολύ μεγάλα ελλείμματα και άρα σε μία κρίση χρέους που μεταφέρθηκε στο τραπεζικό σύστημα.

Διότι όταν το Δημόσιο μιας χώρας έχει πολύ μεγάλο πρόβλημα, έχουν και οι τράπεζες που κρατούν τα ομόλογά του, η κρίση δημιουργεί ύφεση, η ύφεση δημιουργεί “κόκκινα” δάνεια, έτσι ακριβώς πέρασε η κρίση από το Δημόσιο προς τις ελληνικές τράπεζες. Απ’ ό,τι θυμάμαι, ο ισολογισμός των ελληνικών τραπεζών ποτέ δεν ξεπέρασε μιάμιση φορά το ΑΕΠ, όταν σε άλλες χώρες ήταν επτά, και οκτώ, και εννιά φορές το ΑΕΠ. Δεν μπορούμε να πούμε, δηλαδή, ότι στην Ελλάδα είχαμε τραπεζική φούσκα».

Τέλος, ερωτηθείς σχετικά με το πώς έβλεπε τα τελευταία χρόνια ο Γιάννης Κωστόπουλος το τραπεζικό σύστημα, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε:

«Με τον Γιάννη Κωστόπουλο είχαμε επαφή μέχρι πέρσι, τρώγαμε αρκετά συχνά. Ήταν ένας φιλοσοφημένος άνθρωπος. Δεν νομίζω να είχαμε κάποια διαφωνία για το πώς εξελίχθηκε το τραπεζικό σύστημα, δεδομένης της κρίσης. Δεν μπορούσες να κάνεις άλλα πράγματα. Βασικός στόχος ήταν να εξασφαλισθούν οι καταθέσεις μέσα στη διάρκεια της κρίσης και αυτό το πετύχαμε. Από κει και πέρα όλα τα άλλα ήταν δευτερεύοντα. Πετύχαμε τον βασικό στόχο, να διασφαλίσουμε αυτό που λέμε χρηματοπιστωτική σταθερότητα, δηλαδή ακόμη και στις πιο δύσκολες μέρες της προηγούμενης δεκαετίας δεν κινδυνεύσαμε ποτέ ουσιαστικά με τα μέτρα που είχαμε πάρει. Διασφαλίστηκαν οι καταθέσεις των Ελλήνων και αυτό είναι πάρα πολύ βασικό».