Αν και το 2022 αναμένεται ευρέως να είναι ένα έτος οικονομικής ανάκαμψης και συνέχισης των καλών επιδόσεων των αγορών, η Capital Economics δέχθηκε πολλά ερωτήματα γεμάτα σημαντικές ανησυχίες από τους πελάτες της και έτσι αποφάσισε να εντοπίζει τους πιθανούς κινδύνους για το 2022, αυτούς τους παράγοντες δηλαδή οι οποίοι μπορεί να ανατρέψουν τα προγνωστικά.

Όπως επισημαίνει, ένα καλός τρόπος για να εντοπιστούν οι κίνδυνοι είναι να διαχωριστούν οι οικονομικοί από τους μη οικονομικούς παράγοντες και να επικεντρωθεί κανείς σε γεγονότα που έχουν εύλογη πιθανότητα να συμβούν και θα έχουν σημαντικές συνέπειες αν όντως συμβούν.


Πού κρύβονται λοιπόν οι κίνδυνοι για το 2022; Στο μη οικονομικό μέτωπο, υπάρχουν πολλά πιθανά πολιτικά σημεία ανάφλεξης φέτος. Εάν οι γαλλικές εκλογές τον Απρίλιο οδηγήσουν σε έναν δεξιό λαϊκιστή πρόεδρο, τότε θα έχουν σημαντικές πολιτικές επιπτώσεις αλλά και σημαντικό αντίκτυπο στις αγορές στην ευρωζώνη. Σε αυτό το σημείο, η Capital Economics σημειώνει πως το βασικό της σενάριο παραμένει ότι ο Πρόεδρος Μακρόν θα επανεκλεγεί.


Εκλογές αναμένονται επίσης στη Βραζιλία, όπου τα θεσμικά όργανα της χώρας αντιμετωπίζουν τη δυσκολότερη πρόκληση από την επιστροφή στη δημοκρατία τη δεκαετία του 1980. Ο κίνδυνος μιας αμφισβητούμενης ψήφου εκεί, καθώς και αυτός μιας απότομης στροφής προς τα αριστερά, θα μπορούσε να προκαλέσει ισχυρό sell-off στις αγορές ομολόγων και μετοχών της χώρας και να βαρύνει πολύ το εγχώριο νόμισμα.


Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι επίσης είναι σημαντικοί, όπως επισημαίνει. Η πιο άμεση απειλή προέρχεται από τη συσσώρευση ρωσικών στρατευμάτων στα σύνορα με την Ουκρανία. Μια σύγκρουση είναι απίθανο να έχει σημαντικές επιπτώσεις για τις αγορές πέρα από τη Ρωσία και την Ουκρανία, αλλά θα ενίσχυε την ανοδική πίεση στις παγκόσμιες τιμές της ενέργειας και θα εντείνει τις πληθωριστικές πιέσεις στον υπόλοιπο κόσμο.

Αλλά οι μεγαλύτεροι μη οικονομικοί κίνδυνοι για τις αγορές και την οικονομία προέρχονται από την εξέλιξη της πανδημίας, όπως τονίζει η Capital Economics. H Όμικρον έχει «φέρει» μαζί της την πιθανότητα να εμφανιστεί μια πολύ λιγότερο θανατηφόρα παραλλαγή του ιού και να γίνει το κυρίαρχο στέλεχος. Αυτό θα άνοιγε το δρόμο για μια ταχύτερη επιστροφή σε έναν πιο φυσιολογικό τρόπο οικονομικής ζωής και θα ήταν θετικό για την αύξηση του ΑΕΠ, ιδιαίτερα σε εκείνες τις οικονομίες όπου τα ποσοστά εμβολιασμού είναι ακόμη χαμηλά. Αλλά είναι επίσης πιθανό να εμφανιστεί μια πιο επικίνδυνη, ανθεκτική στα εμβόλια παραλλαγή, που απαιτεί την εκ νέου επιβολή αυστηρότερων περιορισμών. Αυτό με τη σειρά του θα οδηγούσε σε σημαντική επιβάρυνση στην παραγωγή και σε σημαντικές αρνητικές συνέπειες για την οικονομία και τις αγορές.


Μερικοί από τους πιο πιθανούς κινδύνους σε ότι αφορά την πανδημία επικεντρώνονται στην Κίνα, η οποία επί του παρόντος παλεύει με τα κρούσματα της Όμικρον. Εάν τα τοπικά μέτρα lockdown που εισήγαγε την περασμένη εβδομάδα δεν καταφέρουν να ανακόψουν την εξάπλωση της Όμικρον, το μεγαλύτερο μέρος της χώρας είναι πιθανό να αντιμετωπίσει σοβαρούς περιορισμούς οι οποίοι και θα εφαρμόζονται κατά διαστήματα κατά τη διάρκεια του έτους. Η προσέγγιση μηδενικού COVID μπορεί τελικά να αποδειχθεί αβάσιμη, αλλά η ηγεσία της Κίνας είναι πιθανό να την αποσύρει μέχρι να είναι σίγουρη για την εξέλιξη. Ο οικονομικός αντίκτυπος των εκτεταμένων περιορισμών στην Κίνα θα γίνει πάντως αισθητός πέρα από τα σύνορά της: θα χρειαστούν λίγα μόνο κλεισίματα λιμανιών για να στείλουν τις αναταραχές στην παγκόσμιας αλυσίδα εφοδιασμού στο βαθύ «κόκκινο».

Όσον αφορά στις απειλές που έχουν περισσότερο οικονομικό χαρακτήρα, η Κίνα αποτελεί και πάλι βασικό ζήτημα, τονίζει η Capital Economics. Ο οίκος έχει υποθέσει ότι η στήριξη της πολιτικής θα συμβάλει στη στήριξη των πωλήσεων ακινήτων και θα βάλει φρένο στην επιβράδυνση του κατασκευαστικού κλάδου γύρω στα μέσα του έτους. Η οικονομική ανάπτυξη είναι πιθανό να είναι πιο αδύναμη από ό,τι αναμένουν οι περισσότεροι το 2022 (και μετά), αλλά δεν προβλέπεται κατάρρευση. «Ωστόσο, μπορεί να έχουμε λανθασμένα εκτιμήσει το πρόβλημα που έχουν προκαλέσει οι χρεοκοπίες εταιρειών π στην εμπιστοσύνη των αγοραστών κατοικιών«, όπως τονίζει. Εάν οι πωλήσεις συνεχίσουν να αποδυναμώνονται, πολλοί περισσότερες κατασκευαστικές εταιρείες θα βρεθούν σε βαθιά προβλήματα, μαζί με τους πιστωτές τους στην αγορά ομολόγων και μεταξύ των τραπεζών της Κίνας.

Ωστόσο, υπάρχουν και πιθανότητες για ακόμη καλύτερα νέα για την παγκόσμια ανάπτυξη, όπως προσθέτει η Capital Economics. Ένα βασικό είναι ότι οι ελλείψεις εφοδιασμού θα μειωθούν τελικά πιο γρήγορα από ό,τι αναμένει η αγορά. Οι δείκτες του οίκου υποδηλώνουν ότι οι ελλείψεις προϊόντων έχουν ήδη αρχίσει να μειώνονται και αναμένει ότι αυτό θα συνεχιστεί κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους. Αλλά είναι πιθανό οι περιορισμοί από την πλευρά της προσφοράς να αρθούν πιο γρήγορα από ό,τι αναμένεται, κάτι που με τη σειρά του θα αφαιρούσε έναν από τους βασικούς παράγοντες που στηρίζουν τις προβλέψεις της για την ανάπτυξη του ΑΕΠ για το 2022 οι οποίες και είναι χαμηλότερες από το consensus.

Μέσα σε όλα αυτά, ωστόσο, οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι του έτους επικεντρώνονται στο ζήτημα που έχει απασχολήσει έντονα τις χρηματοπιστωτικές αγορές το τελευταίο διάστημα – τον πληθωρισμό. Η Capital Economics προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί φέτος, αλλά με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι αναμένουν οι περισσότεροι. Εάν οι περιορισμοί προσφοράς τόσο στις αγορές προϊόντων όσο και στην αγορά εργασίας μειωθούν πιο γρήγορα από ό,τι αναμένεται, τότε είναι πιθανό ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί επίσης πιο γρήγορα.

Αλλά οι αγορές ανησυχούν περισσότερο για τον κίνδυνο ο πληθωρισμός να αποδειχθεί πιο επίμονος. Η ισχυρή ζήτηση, οι «σφιχτές» αγορές εργασίας, τα συμπιεσμένα περιθώρια κέρδους και οι τεντωμένες αλυσίδες εφοδιασμού υποδηλώνουν ότι οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό είναι ανοδικοί. Έτσι, ενώ οι ονομαστικοί ρυθμοί πληθωρισμού είναι πιθανό να μειωθούν το 2022 καθώς ο πληθωρισμός των αγαθών υποχωρεί, είναι πιθανό ο υποκείμενος πληθωρισμός να γίνει πράγματι μεγαλύτερη ανησυχία για τις κεντρικές τράπεζες καθώς προχωράμε στη διάρκεια του έτους.

Το βασικό στοιχείο που πρέπει να προσέξουμε, όπως τονίζει, είναι εάν η άνοδος του πληθωρισμού αγαθών πέρυσι μετατοπίζεται πλέον στον πληθωρισμό των υπηρεσιών. Όπως έχουν τα πράγματα, οι αγορές αναμένουν ότι η Fed και η Τράπεζα της Αγγλίας θα αυξήσουν τα επιτόκια φέτος. Δεν είναι αδιανόητο ότι, αντιμέτωπη με ενδείξεις διευρυνόμενων πιέσεων στις τιμές, η ΕΚΤ να αναγκαστεί να ενταχθεί και αυτή στον κύκλο σύσφιξης. H Capital Economics εκτιμά ότι η ΕΚΤ είναι πολύ πιθανό να τερματίσει τις καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων τον Δεκέμβριο του 2022 και να μηδενίσει το επιτόκιο καταθέσεων έως τέλος 2023, από -0,5% σήμερα. Όπως επισημαίνει, τρεις είναι οι λόγοι που «δείχνουν» προς αύξηση των επιτοκίων στην ευρωζώνη:

ο πληθωρισμός είναι πιθανό να είναι λίγο υψηλότερος από ό,τι αναμενόταν, τα επόμενα 2-3 χρόνια,
οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής έχουν σιωπηρά παραδεχτεί ότι ενδέχεται να πλησιάζουν οι αυξήσεις επιτοκίων και
τα επιτόκια διεθνώς αυξάνονται.
Έτσι, «βλέπει» πέντε αυξήσεις από την ΕΚΤ της τάξης των 10 μονάδων βάσης μεταξύ του Μαρτίου του 2023 και του Δεκεμβρίου 2023, πράγμα που σημαίνει ότι η ευρωζώνη θα «βγει» από το περιβάλλον των αρνητικών επιτοκίων την επόμενη χρονιά.

Το 2022 είναι πιθανό να είναι μια χρονιά κατά την οποία τα επιτόκια και οι αποδόσεις των ομολόγων θα αυξηθούν, αντίθετα σε αυτό που είδαμε στη διετία 2020-2021. Ωστόσο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία, και μάλιστα για τις τιμές όλων των assets, είναι ότι αυτό θα συμβεί πιο γρήγορα και με πιο άτακτο τρόπο από ό,τι προβλέπουν επί του παρόντος οι αγορές. Και ο πιο πιθανός λόγος για τον οποίο μπορεί να συμβεί αυτό είναι ότι ο πληθωρισμός υποχωρεί πιο αργά από ό,τι αναμένουν οι κεντρικές τράπεζες.