JP Morgan: Πέντε παράγοντες στηρίζουν την άνοδο των μετοχών
Πέντε πολύ σημαντικοί παράγοντες στηρίζουν την περαιτέρω άνοδο των μετοχών, όπως επισημαίνει η JP Morgan και για αυτό, δηλώνει απόλυτα overweight στις αγορές το επόμενο διάστημα. Όπως επισημαίνει στη νέα της έκθεση στρατηγικής για το β’ τρίμηνο, ενώ η γεωπολιτική κρίση και η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής αποτελούν εμπόδια, τα risk assets, όπως οι μετοχές έχουν μια σειρά από σημαντικές στηρίξεις που περιλαμβάνουν την ισχυρή δυναμική δραστηριότητας πριν από το σοκ, τις υποστηρικτικές αγορές εργασίας, τον τερματισμό του αντίθετου ανέμου της COVID και τη χαλάρωση της πολιτικής της Κίνας. Τα πρώτα στάδια της σύσφιξης της Fed δεν πρέπει να θεωρηθούν αρνητικά για τις μετοχές, όπως σημειώνει, καθώς ιστορικά τείνουν να σημειώνουν νέα υψηλά μετά την αρχική αστάθεια.
Πολλοί έχουν εκπλαγεί από την πρόσφατη ανθεκτικότητα των μετοχών, όπως σημειώνει. Ενώ η εξωγενής γεωπολιτική κρίση συνεχίζει να αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις για τις οικονομίες, η δυναμική της δραστηριότητας πριν από αυτό το σοκ ήταν ανθεκτική. Οι αγορές εργασίας παραμένουν πολύ υποστηρικτικές, η πανδημία δεν έχει πλέον επιπτώσεις στην δραστηριότητα, η επιθετική πολιτική τα Fed έχει ήδη αποτιμηθεί, ίσως και με το παραπάνω, και ο πληθωρισμός θα κορυφωθεί σύντομα, προσφέροντας ανακούφιση, σημειώνει η JP Morgan.
Ταυτόχρονα, η δημοσιονομική πολιτική είναι πιθανό να είναι υποστηρικτική στα περισσότερα μέρη του κόσμου, ενεργώντας για να προστατεύσει τον καταναλωτή από τις αλλαγές των τιμών των εμπορευμάτων.
Τα γεωπολιτικά σοκ ιστορικά δεν έτειναν να κυριαρχούν στις αγορές για μεγάλο χρονικό διάστημα και οι μετοχές σταθεροποιήθηκαν σύντομα μετά την αρχική επανατιμολόγηση, όπως σημειώνει η αμερικάνικη τράπεζα, προσθέτοντας πως οι τρέχουσες αποτιμήσεις είναι πολύ ελκυστικές, με τις μετοχές της Ευρωζώνης να διαπραγματεύονται με P/E σε σχέση με τις ΗΠΑ κοντά στα χαμηλά 30 ετών, στο ίδιο επίπεδο με τα χειρότερα σημεία της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης.
Συνολικά, η JP Morgan εντοπίζει πέντε σημαντικούς παράγοντες οι οποίοι στηρίζουν τις περαιτέρω πολύ καλές αποδόσεις για τις μετοχές και για αυτόν τον λόγο συστήνει στους επενδυτές να συνεχίζουν να είναι υπέρ του ρίσκου στο β’ τρίμηνο.
Πρώτον, το μομέντουμ της δραστηριότητας είναι πιθανό να σταματήσει βραχυπρόθεσμα, αλλά η πορεία του δεν θα ανατραπεί. Ακόμη και αν ληφθούν υπόψη οι πιο πρόσφατες κινήσεις των τιμών των εμπορευμάτων, οι οικονομολόγοι της JPM εξακολουθούν να προβλέπουν ανάπτυξη πάνω από την τάση. Το πραγματικό ΑΕΠ της Ευρωζώνης για το 2022 αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,9%, ρυθμός που υποδηλώνει ότι τα εταιρικά κέρδη είναι πιθανό να παραμείνουν σε ανοδική τάση. Η πλήρης ύφεση δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση πιθανό σενάριο, δεδομένης των συνεχιζόμενων εξαιρετικά ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης, των πολύ ισχυρών αγορών εργασίας, της μη μόχλευσης των καταναλωτών, των ισχυρών εταιρικών ταμειακών ροών, των ισχυρών ισολογισμών των τραπεζών, καθώς και της στροφής προς το καλύτερο στις προοπτικές πολιτικής της Κίνας, ενώ ο αντίκτυπος της COVID-19 θα εξασθενίσει περαιτέρω. Επιπλέον, το καθαρό αποτέλεσμα της τρέχουσας κρίσης θα μπορούσε να είναι μια ακόμη πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική από ό,τι είχε αρχικά υποτεθεί.
Δεύτερον, η έναρξη της πολιτικής σύσφιξης της Fed δεν πρέπει να θεωρείται αρνητική για τις μετοχές, τουλάχιστον όχι στα αρχικά στάδια. Μετά την αρχική αστάθεια και την πτώση 5-10%, οι μετοχές τείνουν πάντα να σημειώνουν νέα ιστορικά υψηλά όλων των εποχών καθώς η Fed προχωρά στις αυξήσεις επιτοκίων. Η αντιστροφή στην καμπύλη αποδόσεων δεν σηματοδοτεί επικείμενη ύφεση ή πτώση των μετοχών. Από το σημείο της αντιστροφής της καμπύλης έως την πραγματική κορύφωση της αγοράς μετοχών, η οποία λαμβάνει χώρα περίπου ένα χρόνο αργότερα, ο S&P 500 ιστορικά σημειώνει άνοδο 15%, όπως τονίζει η JP Morgan.
Τρίτον, η κερδοφορία των εισηγμένων θα συνεχίσει να σημειώνει αύξηση, αρκεί η οικονομία της Ευρωζώνης να σημειώσει ανάπτυξη πάνω από 1% φέτος. Οι οικονομολόγοι της JPM εκτιμούν ότι οι άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις από τη ρωσο-ουκρανική κρίση θα καταλήξουν να μειώσουν την αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 1,7%. Οι νέες προβλέψεις τους είναι για 2,9% ανάπτυξη τι 2022, με την τιμή του πετρελαίου να κινείται στα 110 δολάρια.
Τέταρτον, οι αποδόσεις των μετοχών έναντι των αποδόσεων των εταιρικών και των κρατικών ομολόγων εξακολουθούν να προσφέρουν ένα σημαντικό μαξιλάρι αξίας, με τις μετοχές του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ευρωζώνης καθώς και πολλές αναδυόμενες αγορές, να είναι πολύ φθηνές σε σχέση με τα ομόλογα πλέον.
Τέλος, το κλίμα και η επενδυτική ψυχολογία είναι σαφώς επιφυλακτικά, ενώ οι θέσεις των επενδυτών στις μετοχές έχουν μειωθεί, τα οποία ιστορικά «δείχνουν» προς άνοδο των αγορών προσεχώς.
Πολλοί έχουν εκπλαγεί από την πρόσφατη ανθεκτικότητα των μετοχών, όπως σημειώνει. Ενώ η εξωγενής γεωπολιτική κρίση συνεχίζει να αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις για τις οικονομίες, η δυναμική της δραστηριότητας πριν από αυτό το σοκ ήταν ανθεκτική. Οι αγορές εργασίας παραμένουν πολύ υποστηρικτικές, η πανδημία δεν έχει πλέον επιπτώσεις στην δραστηριότητα, η επιθετική πολιτική τα Fed έχει ήδη αποτιμηθεί, ίσως και με το παραπάνω, και ο πληθωρισμός θα κορυφωθεί σύντομα, προσφέροντας ανακούφιση, σημειώνει η JP Morgan.
Ταυτόχρονα, η δημοσιονομική πολιτική είναι πιθανό να είναι υποστηρικτική στα περισσότερα μέρη του κόσμου, ενεργώντας για να προστατεύσει τον καταναλωτή από τις αλλαγές των τιμών των εμπορευμάτων.
Τα γεωπολιτικά σοκ ιστορικά δεν έτειναν να κυριαρχούν στις αγορές για μεγάλο χρονικό διάστημα και οι μετοχές σταθεροποιήθηκαν σύντομα μετά την αρχική επανατιμολόγηση, όπως σημειώνει η αμερικάνικη τράπεζα, προσθέτοντας πως οι τρέχουσες αποτιμήσεις είναι πολύ ελκυστικές, με τις μετοχές της Ευρωζώνης να διαπραγματεύονται με P/E σε σχέση με τις ΗΠΑ κοντά στα χαμηλά 30 ετών, στο ίδιο επίπεδο με τα χειρότερα σημεία της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης.
Συνολικά, η JP Morgan εντοπίζει πέντε σημαντικούς παράγοντες οι οποίοι στηρίζουν τις περαιτέρω πολύ καλές αποδόσεις για τις μετοχές και για αυτόν τον λόγο συστήνει στους επενδυτές να συνεχίζουν να είναι υπέρ του ρίσκου στο β’ τρίμηνο.
Πρώτον, το μομέντουμ της δραστηριότητας είναι πιθανό να σταματήσει βραχυπρόθεσμα, αλλά η πορεία του δεν θα ανατραπεί. Ακόμη και αν ληφθούν υπόψη οι πιο πρόσφατες κινήσεις των τιμών των εμπορευμάτων, οι οικονομολόγοι της JPM εξακολουθούν να προβλέπουν ανάπτυξη πάνω από την τάση. Το πραγματικό ΑΕΠ της Ευρωζώνης για το 2022 αναμένεται να αυξηθεί κατά 2,9%, ρυθμός που υποδηλώνει ότι τα εταιρικά κέρδη είναι πιθανό να παραμείνουν σε ανοδική τάση. Η πλήρης ύφεση δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση πιθανό σενάριο, δεδομένης των συνεχιζόμενων εξαιρετικά ευνοϊκών συνθηκών χρηματοδότησης, των πολύ ισχυρών αγορών εργασίας, της μη μόχλευσης των καταναλωτών, των ισχυρών εταιρικών ταμειακών ροών, των ισχυρών ισολογισμών των τραπεζών, καθώς και της στροφής προς το καλύτερο στις προοπτικές πολιτικής της Κίνας, ενώ ο αντίκτυπος της COVID-19 θα εξασθενίσει περαιτέρω. Επιπλέον, το καθαρό αποτέλεσμα της τρέχουσας κρίσης θα μπορούσε να είναι μια ακόμη πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική από ό,τι είχε αρχικά υποτεθεί.
Δεύτερον, η έναρξη της πολιτικής σύσφιξης της Fed δεν πρέπει να θεωρείται αρνητική για τις μετοχές, τουλάχιστον όχι στα αρχικά στάδια. Μετά την αρχική αστάθεια και την πτώση 5-10%, οι μετοχές τείνουν πάντα να σημειώνουν νέα ιστορικά υψηλά όλων των εποχών καθώς η Fed προχωρά στις αυξήσεις επιτοκίων. Η αντιστροφή στην καμπύλη αποδόσεων δεν σηματοδοτεί επικείμενη ύφεση ή πτώση των μετοχών. Από το σημείο της αντιστροφής της καμπύλης έως την πραγματική κορύφωση της αγοράς μετοχών, η οποία λαμβάνει χώρα περίπου ένα χρόνο αργότερα, ο S&P 500 ιστορικά σημειώνει άνοδο 15%, όπως τονίζει η JP Morgan.
Τρίτον, η κερδοφορία των εισηγμένων θα συνεχίσει να σημειώνει αύξηση, αρκεί η οικονομία της Ευρωζώνης να σημειώσει ανάπτυξη πάνω από 1% φέτος. Οι οικονομολόγοι της JPM εκτιμούν ότι οι άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις από τη ρωσο-ουκρανική κρίση θα καταλήξουν να μειώσουν την αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 1,7%. Οι νέες προβλέψεις τους είναι για 2,9% ανάπτυξη τι 2022, με την τιμή του πετρελαίου να κινείται στα 110 δολάρια.
Τέταρτον, οι αποδόσεις των μετοχών έναντι των αποδόσεων των εταιρικών και των κρατικών ομολόγων εξακολουθούν να προσφέρουν ένα σημαντικό μαξιλάρι αξίας, με τις μετοχές του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ευρωζώνης καθώς και πολλές αναδυόμενες αγορές, να είναι πολύ φθηνές σε σχέση με τα ομόλογα πλέον.
Τέλος, το κλίμα και η επενδυτική ψυχολογία είναι σαφώς επιφυλακτικά, ενώ οι θέσεις των επενδυτών στις μετοχές έχουν μειωθεί, τα οποία ιστορικά «δείχνουν» προς άνοδο των αγορών προσεχώς.