«Εντατικά μαθήματα» πληθωρισμού και επιτοκίων παίρνουν καθημερινά, εκούσια και ακούσια, χιλιάδες νοικοκυριά που προσπαθούν να αποκωδικοποιήσουν τον γρίφο του πληθωρισμού στην ευρωζώνη, τις διαφορές του με τον αμερικανικό δείκτη τιμών και το τι τελικά θα συμβεί στις τσέπες του μέσου καταναλωτή.

Σαν εκείνη την ιστορία που εξηγεί το πώς με αφορμή το δάνειο μιας γιαγιάς στην Αμερική ξεκίνησε η κρίση της Lehman Brothers στις ΗΠΑ, που σαν χείμαρρος ήρθε στην Ελλάδα ξεσκεπάζοντας από το 2009 την τεράστια «φούσκα» των κόκκινων δανείων, έτσι και σήμερα, νοικοκυριά και επιχειρήσεις προσπαθούν να ερμηνεύσουν πώς το φαινόμενο της πεταλούδας επηρεάζει κατανάλωση και δανεισμό.


Οι ελληνικές τράπεζες είναι προ των πυλών νέων αυξήσεων επιτοκίων, σε δάνεια και κάρτες, χωρίς όπως έχουμε επισημάνει, να δείχνουν να βιάζονται ιδιαίτερα. Το σήμα της νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για σταθερή και συνεχή άνοδο ευρωπαϊκών επιτοκίων, προφανώς και θα το υιοθετήσει υπάκουα η εγχώρια αγορά.

Το ερώτημα είναι τι θα σημαίνει αυτό στον μέσο Έλληνα που καλείται να αποστηθίσει τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού στην ευρωζώνη, από μία επιθετική αύξηση επιτοκίων.


«Άμεσα, όχι και σπουδαία πράγματα», όπως αφήνουν να εννοηθεί τραπεζικά στελέχη. «Είτε ακριβύνουν τα δάνειά του, με την επερχόμενη νέα αύξηση επιτοκίων, είτε του αποδοθούν μετά από δεκαετία κάτι ελάχιστες μονάδες βάσης σαν πριμ στην αποταμίευσή του, η εικόνα ουσιαστικά δεν αλλάζει».

Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα επηρεάσει κάποια συγκεκριμένα νοικοκυριά για τα οποία ακόμη και μια αύξηση 30 ευρώ στη δόση του δανείου τους, αποτελεί ζήτημα.


Οι επιχειρήσεις από την άλλη πλευρά, έχουν πολύ μεγαλύτερα θέματα να λύσουν. Οι επενδύσεις καθίστανται πολύ πιο ακριβές, το κόστος άντλησης κεφαλαίων επίσης. Και το χειρότερο, η έλλειψη πρώτων υλών και η μείωση της ζήτησης.

Το supply side fight και πώς το ερμηνεύουν Έλληνες τραπεζίτες
Και εδώ επιστρέφουμε στη συζήτηση περί της διαφορετικότητας του πληθωρισμού στην ευρωζώνη έναντι των ΗΠΑ. Εκεί, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η έξαρση του πληθωρισμού είναι αποτέλεσμα της υψηλής ζήτησης και η αύξηση των επιτοκίων – που σήμερα είναι στο 3-3,25% μετά την τρίτη κατά σειρά αύξηση από τη FED– αποτελούν ισχυρό όπλο.

Στην ευρωζώνη, ο πληθωρισμός είναι απότοκος της διαταραχής που προκάλεσε παγκοσμίως η πανδημία και επιπροσθέτως ο πόλεμος στην Ουκρανία. Τραπεζικά στελέχη μιλούν ανοιχτά πια για το supply side fight και για τον κίνδυνο στασιμοπληθωρισμού, «αμφισβητώντας» το κατά πόσο η άνοδος των επιτοκίων θα καταφέρει να «δαμάσει το τέρας».

Περιγράφοντας τις ανησυχίες αυτές, επιτελικό στέλεχος διεθνούς επενδυτικού οίκου υπογράμμιζε στο powergame.gr ότι «όσο η Κίνα συνεχίζει τη zero-covid πολιτική (σύμφωνα με την οποία τα εργοστάσια στην Κίνα κλείνουν με τα πρώτα 10 κρούσματα) θα συνεχίσει να επηρεάζεται η παραγωγή παγκοσμίως και θα υπάρχουν τριγμοί στην αλυσίδα προμηθειών. Στην προ covid εποχή, υπήρχαν τα αποθέματα που στήριζαν τις αγορές σε τέτοιες κρίσεις. Σήμερα, σχεδόν η νέα παραγωγή των Κινέζων πάει να γεμίσει τα άδεια αποθεματικά….».

Τόσο οι Έλληνες τραπεζίτες όσο και οι ομόλογοί τους στο εξωτερικό συμφωνούν ότι η αύξηση των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών είναι μονόδρομος (αν και ορισμένες φωνές λένε ότι η ΕΚΤ άργησε πολύ να προχωρήσει σε αυτή την πολιτική). Το ερώτημα που προφανώς και δεν μπορεί ακόμη να απαντηθεί, είναι αν, πότε και πόσο αποτελεσματικά, θα καταφέρει η Ευρώπη να τιθασεύσει το «τέρας» του πληθωρισμού.

Και μέχρι τότε, στον απόηχο των εξελίξεων αυτών, το εγχώριο καταναλωτικό και συναλλακτικό κοινό, όπως και σε άλλα κράτη- μέλη, θα προσπαθεί να κατανοήσει γιατί ξαφνικά η αύξηση των εισοδημάτων όχι μόνο δεν βελτίωσε τον οικογενειακό προϋπολογισμό, αλλά ξαφνικά, το διαθέσιμο εισόδημα είναι πολύ λιγότερο και οι τιμές των αγαθών πολύ πιο υψηλές.