Η «σκιά» του πολιτικού ρίσκου έχει εκλείψει από τις εκθέσεις και τις αναλύσεις που αφορούν την Ελλάδα εδώ και τουλάχιστον τρία χρόνια, παρά τις αρχικές ανησυχίες επενδυτών και Οργανισμών για τις επιπτώσεις της πανδημίας στην εύθραυστη ελληνική οικονομία, οι οποίες δεν επιβεβαιώθηκαν.

Μπαίνοντας, όμως, στην τελική ευθεία για τις κάλπες, και ενώ το πολιτικό κλίμα έχει βαρύνει μετά την τραγωδία στα Τέμπη, εύλογα μπορεί να αναρωτηθεί κανείς πώς «μετράνε» οι βασικοί οι παίκτες της διεθνούς αγοράς τα νέα δεδομένα και ποια μηνύματα εκπέμπουν στην Αθήνα και τους συνομιλητές τους. Το βασικό συμπέρασμα είναι ένα και μοναδικό: «Οι άνθρωποι της αγοράς “ψηφίζουν” πολιτική σταθερότητα».

Το ότι οι πρώτες κάλπες θα στηθούν με σύστημα απλής αναλογικής δεν είναι μυστικό, όπως δεν είναι μυστικό ότι το σενάριο της αυτοδυναμίας ήταν αδύναμο και πριν από τις τελευταίες εξελίξεις. Αυτό το δεδομένο έχει αποτιμηθεί προ πολλού από επενδυτικές τράπεζες και οίκους αξιολόγησης, εξ ου και η απόλυτη ηρεμία στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων ακόμα και τις τελευταίες δέκα ημέρες των τραπεζικών αναταράξεων. Το βασικό σενάριο από εκεί και πέρα προβλέπει σχηματισμό κυβέρνησης μετά τις δεύτερες κάλπες. Τι φοβούνται οι άνθρωποι που κρατάνε στα χέρια τους την επενδυτική βαθμίδα, άρα και την επιστροφή της Ελλάδας στην απόλυτη κανονικότητα; Το ενδεχόμενο αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων.

ekloges

Eκτός ατζέντας

«Μια πολύμηνη εκλογική περιπέτεια βρίσκεται εκτός ατζέντας των οίκων αξιολόγησης. Θεωρούν ότι υπάρχει ορθολογισμός στη χώρα μετά τα όσα συνέβησαν στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν», σημειώνει η ίδια πηγή. Επί της ουσίας, οι άνθρωποι της αγοράς θεωρούν δεδομένο ότι μετά τις δεύτερες κάλπες, στη χειρότερη περίπτωση, θα πρέπει να σχηματιστεί βιώσιμη κυβέρνηση συνεργασίας. Διαλύοντας, δε, τα σενάρια που διακινούν κάποιοι κύκλοι εντός και εκτός Ελλάδας για μεταβατική κυβέρνηση τεχνοκρατών, το σαφές μήνυμα των ανθρώπων της αγοράς είναι η ψήφος εμπιστοσύνης στον σημερινό πρωθυπουργό, ως εκφραστή των πολλών και αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, που θα πρέπει να συνεχιστούν χωρίς καθυστέρηση.

Βασική παράμετρος των αναλύσεων που έχουν εκπονηθεί για την Ελλάδα είναι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Ηδη, η ανατροπή του χρονοδιαγράμματος των εκλογών έχει βγάλει από το τραπέζι το σενάριο της αναβάθμισης πριν από το δεύτερο εξάμηνο. Η αναβάθμιση των προοπτικών της οικονομίας και μόνο από τη Moody’s είναι απολύτως ενδεικτική του πώς σταθμίζουν τις εξελίξεις οι οίκοι αξιολόγησης, και με αυτό το δεδομένο η αξιολόγηση από την S&P στις 21 Απριλίου και η αντίστοιχη από τη Fitch στις 9 Ιουνίου αναμένεται να περάσουν άκαρπες.

Crash test

Το βασικό σενάριο και στοίχημα είναι να πατήσουν οι οίκοι αξιολόγησης το «κουμπί» της αναβάθμισης το τελευταίο τετράμηνο του έτους. Το πρώτο crash test θα γίνει από την DBRS στις 8 Σεπτεμβρίου και έναν μήνα μετά (20 Οκτωβρίου) θα ξαναπάρει τη σκυτάλη η S&P. Το τελευταίο ραντεβού της χρονιάς είναι την 1η Δεκεμβρίου με τη Fitch. Οσο για την αξιολόγηση από τη Moody’s στις 15 Σεπτεμβρίου είναι μάλλον αδιάφορη, καθώς ο οίκος κρατά την Ελλάδα τρία σκαλοπάτια μακριά από την επενδυτική βαθμίδα.

Το στοίχημα είναι να πατήσουν οι οίκοι αξιολόγησης το «κουμπί» της αναβάθμισης το τελευταίο τετράμηνο του έτους


Αν δεν έχει ξεκαθαρίσει απολύτως μέχρι τότε το πολιτικό σκηνικό, χωρίς αστερίσκους και παρενθέσεις, τότε θα αρχίσει να υλοποιείται το «μαύρο» σενάριο των αγορών. Η αναβάθμιση θα κυλήσει μέσα στο 2024 και σε συνθήκες νέας δημοσιονομικής πραγματικότητας, με τους νέους κανόνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το πολιτικό σύστημα θα «παίζει» τις τύχες της χώρας στα ζάρια. Οπως επισημαίνει αρμόδια πηγή, στο τέλος της επόμενης χρονιάς τελειώνει το πρόγραμμα επαναγοράς κρατικών τίτλων από την ΕΚΤ και, αν η Ελλάδα δεν έχει ανακτήσει ως τότε την επενδυτική βαθμίδα, τα ομόλογα που θα διακρατεί η ΕΚΤ θα ξαναγίνουν «κουρελόχαρτα», με ό,τι αυτό συνεπάγεται. «Ποιος θα τολμήσει να πάρει τέτοια ευθύνη, να τινάξει στον αέρα ό,τι έχει γίνει ως σήμερα;», αναρωτιέται η ίδια πηγή, εκτιμώντας ότι θα επικρατήσει τελικά η λογική. Οπως παρατηρεί, μάλιστα, κυβερνητικός αξιωματούχος, «μετά τα Τέμπη αυξήθηκε ο πολιτικός κίνδυνος, αλλά όχι σε τέτοιον βαθμό που να ανατρέπει την αρχική πρόβλεψη, δηλαδή την ανανέωση της κυβερνητικής θητείας».

Αν και αποτελεί πάγια τακτική των Ευρωπαίων τεχνοκρατών να μην εμπλέκονται στα εσωτερικά των κρατών-μελών, η τακτική αξιολόγηση στο πλαίσιο της Μεταπρογραμματικής Εποπτείας, που ξεκινά την επόμενη εβδομάδα, πιθανότατα θα δώσει την ευκαιρία στους Ελληνες αξιωματούχους να «εισπράξουν» κλίμα. Δεν πρέπει να λησμονεί, άλλωστε, κανείς ότι, αν και η Ελλάδα έχει βγει από τον «κορσέ» της ενισχυμένης εποπτείας, εξακολουθεί να δεσμεύεται από ανειλημμένες υποχρεώσεις, ενώ και τα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης καθιστούν απαγορευτικά ακόμα και τα σενάρια της παρατεταμένης πολιτικής αβεβαιότητας.

*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο ‘’MoneyPro’’ της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 24/3/23