Στο ζήτημα της αβεβαιότητας την οποία χαρακτηρίζει ως το μεγαλύτερο εχθρό για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας επικεντρώνεται η τριμηνιαία έκθεση του γραφείου προϋπολογισμού του κράτους στη Βουλή η οποία δημοσιοποιήθηκε το μεσημέρι της Πέμπτης. Η Έκθεση τοποθετεί τα αίτια για το γεγονός ότι η κρίση δεν έχει ξεπερασθεί μετά από 6 χρόνια Μνημονίων όχι μόνο στα μέτρα λιτότητας αλλά στις επιπτώσεις της αβεβαιότητας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Επιστημονική Ομάδα υπό τον καθηγητή Π.Λιαργκόβα δεν διστάζει να κουνήσει το δάχτυλο στην κυβέρνηση επισημαίνοντας ότι ενώ σύμφωνα με το Μνημόνιο η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να υιοθετήσει και να ενστερνιστεί το πρόγραμμα κάποιες παλινωδίες και ασάφειες γύρω από συγκεκριμένα μέτρα όπως π.χ ο ΦΠΑ στην εκπαίδευση εντείνουν την αβεβαιότητα.

«Ο σπουδαιότερος όρος για ταχύτερη ανάκαμψη και, κυρίως, για να είναι αυτή σε διατηρήσιμη βάση, είναι να εξαλειφθεί η αβεβαιότητα τόσο ως προς τη γενική κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής, όσο και ως προς τη διαχείριση θεμάτων. Αυτό θα επιτευχθεί αν ακολουθηθεί ο οδικός χάρτης του νέου Μνημονίου. (…) Την αβεβαιότητα τροφοδοτούν η συνεχής αναζήτηση «ισοδυνάμων» για να γίνουν τροποποιήσεις, οι ασάφειες σε φορολογικά ζητήματα (φορολόγηση μισθώματος ακινήτων, ΦΠΑ στην εκπαίδευση, ΕΝΦΙΑ), οι ανασχεδιασμοί στο ασφαλιστικό κ.ά. Την αβεβαιότητα τροφοδοτεί και η αρνητική στάση του συνόλου της αντιπολίτευσης σε κάθε σχεδόν μέτρο εφαρμογής του τρίτου «Μνημονίου». Και τούτο, παρά το γεγονός ότι στήριξε με την ψήφο της στη Βουλή το πλαίσιο πολιτικής, που υποδεικνύεται από το νέο Μνημόνιο» αναφέρεται χαρακτηριστικά στην Έκθεση.

«Συνολικά, η έστω μετρίως θετική πορεία που καταγράφηκε το 2014 και τα δύο πρώτα τρίμηνα του 2015 έχει αναστραφεί. Ο υπαρκτός κίνδυνος είναι η χώρα να διολισθήσει σε βαθύτερη ύφεση ή και σε μια μακροχρόνια στασιμότητα» αναφέρεται χαρακτηριστικά στα συμπεράσματα ενώ ξεχωριστά κεφάλαια αφιερώνονται για την επιστροφή στην ύφεση, την αύξηση της ανεργίας, την αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, την μείωση των εξαγωγών και την πλήρη αβεβαιότητα λόγω των πολιτικών αντιφάσεων στον τομέα των μεταρρυθμίσεων.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους αφιερώνει μεγάλο μέρος και στο ζήτημα των φόρων υποστηρίζοντας ότι η εμπειρία δείχνει πως αύξηση των φορολογικών συντελεστών συνήθως δεν αυξάνει τα έσοδα αλλά ενισχύει τη φοροδιαφυγή και επιτείνουν την ύφεση. «Η ομοιότητά του με τα προηγούμενα είναι ότι το τρίτο Μνημόνιο περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις, που εκκρεμούν από το παρελθόν και δημοσιονομικά μέτρα, πολλά εκ των οποίων, είναι οριζόντια (π.χ. αύξηση του ΦΠΑ) και επιτείνουν την ύφεση.

«Σε γενικές γραμμές, τα φορολογικά μέτρα έχουν αποφασισθεί χωρίς να εκτιμάται το γεγονός αν μπορούν να εφαρμοστούν, πού μπορούν να εφαρμοστούν, τί επιπτώσεις θα έχουν αν εφαρμοστούν και, βεβαίως, τί επιπτώσεις θα έχουν εάν δεν εφαρμοστούν από όλους» αναφέρει η Έκθεση παρουσιάζοντας μάλιστα και ένα ιδιαιτέρως ενδιαφέρον διάγραμμα από το οποίο αποδεικνυεται ότι οι φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα είναι αρκετά πάνω από το μέσο όρο των χωρών της Ευρωζώνης.

Ολόκληρη η Έκθεση