Έκθεση ΔΝΤ: Άμεση ελάφρυνση του ελληνικού χρέους
<p>Οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα ξεπεράσουν το όριο του 15%</p>
Την έκθεση για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους παρουσίασε το ΔΝΤ, στην οποία επισημαίνεται η ανάγκη για σημαντική αναδιάταξη (reprofiling) των όρων των ευρωπαϊκών δανείων στην Ελλάδα.
Ειδικότερα τοποθετεί το χρέος στο 174% του ΑΕΠ έως το 2020, ενώ μέχρι το 2022 αναμένεται να υποχωρήσει στο 167%.
Την ίδια στιγμή σημειώνει ότι οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες αναμένεται να ξεπεράσουν το όριο του 15% επί του ΑΕΠ μέχρι το 2024 και το 20% μέχρι το 2029, φτάνοντας το 30% περίπου μέχρι το 2040 και κοντά στο 60% του ΑΕΠ μέχρι το 2060.
Το χρέος αναμένεται να υποχωρήσει σταδιακά λίγο κάτω από το 160% του ΑΕΠ μέχρι το 2030, αλλά στη συνέχεια θα κινηθεί και πάλι ανοδικά φτάνοντας το 250% του ΑΕΠ μέχρι το 2060, αναφέρει το ΔΝΤ.
Κατά συνέπεια απαιτείται μια σημαντική αναδιάταξη (reprofiling) των όρων των ευρωπαϊκών δανείων στην Ελλάδα για να υποχωρήσουν οι ακαθάριστες δανειακές ανάγκες κατά περίπου 20% του ΑΕΠ έως το 2040 και επιπλέον 20% έως το 2060, αναφέρει το Ταμείο στην έκθεση του.
Το ταμείο προτείνει έναν συνδυασμό τριών μέτρων για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους:
Παράτασης των προθεσμιών λήξης: Παράταση των προθεσμιών λήξης για τα δάνεια του EFSF, του ESM και του Greek Loan Facility (GLF) της τάξης, έως 14 χρόνια για τα δάνεια του EFSF, 10 χρόνια για τα δάνεια του ESM και 30 χρόνια για τα δάνεια GLF θα μπορούσαν να μειώσουν τους δείκτες των ακαθάριστων δανειακών αναγκών και χρέους κατά περίπου 7% και 25% του ΑΕΠ έως το 2060 αντίστοιχα. Ωστόσο, από μόνο του αυτό το μέτρο δεν θα είναι αρκετό για να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα, αναφέρει το ΔΝΤ.
Διευκολύνσεις πληρωμών: τα δάνεια του EFSF έχουν ήδη παραταθεί και τα δάνεια του ESM έχουν δοθεί με μεγάλες περιόδους χάριτος και περιόδους ωρίμανσης. Περαιτέρω παράταση των καταβολών στην εξυπηρέτηση του χρέους θα μπορούσε να βοηθήσει να μειωθούν οι ακαθάριστες δανειακές ανάγκες περαιτέρω κατά 17% του ΑΕΠ έως το 2040 και 24% έως το 2060 και – επιτρέποντας στην Ελλάδα να ωφεληθεί από τα χαμηλά επιτόκια του ESM για περισσότερο – θα μπορούσε να μειωθεί το χρέος κατά 84% του ΑΕΠ έως το 2060
Σταθερό επιτόκιο: Για να διασφαλιστεί ότι το χρέος μπορεί να μείνει σε πτωτική πορεία, τα επίσημα επιτόκια θα πρέπει να σταθεροποιηθούν σε χαμηλά επίπεδα για μία παρατεταμένη περίοδο, που δεν θα υπερβαίνει το 1,5% έως το 2040. Στο πλαίσιο αυτό, ο ESM θα μπορούσε να επιχειρήσει να επωφεληθεί από το ακόμη ευνοϊκό περιβάλλον επιτοκίων, προσπαθώντας να "κλειδώσει" τα επιτόκια για το συνολικό ύψος των δανείων από EFSF/ESM στα τρέχοντα μακροπρόθεσμα επιτόκια της αγοράς, παράλληλα με την εξάλειψη του spread που εφαρμόζεται σήμερα στα δάνεια GLF. Eάν η αγορά για μακράς διάρκειας ομόλογα δεν μπορεί να απορροφήσει το συνολικά εκτιμώμενο απόθεμα ύψους 200 δισ. ευρώ που θα πρέπει να έχει τοποθετηθεί κατά τη διάρκεια του προγράμματος, τότε τα κράτη μέλη θα πρέπει να βρουν έναν άλλο τρόπο για να εξασφαλιστεί το κόστος της αναχρηματοδότησης του ελληνικού χρέους σε ένα περιβάλλον όπου η μακροπρόθεσμη σταδιακή ομαλοποίηση των επιτοκίων δεν διατίθεται για την Ελλάδα. Έτσι, η σταθεροποίηση των επιτοκίων απαιτεί επί της ουσίας μία δέσμευση από τα κράτη μέλη να αποζημιώσουν τον ESM για τις απώλειες που σχετίζονται με τα σταθερά επιτόκια για τα ελληνικά δάνεια, ή οποιαδήποτε άλλη παρόμοια δέσμευση. Αυτό σαφώς θα είναι εξαιρετικά αμφιλεγόμενο μεταξύ των κρατών - μελών λαμβανομένων υπόψιν των περιορισμών - πολιτικών και νομικών - σε εν λόγω δεσμεύσεις εντός της νομισματικής ένωσης. Αυτό το μέτρο σε συνδυασμό με τα δύο προαναφερθέντα θα βοηθήσει να μειωθεί το χρέος κατά 53% του ΑΕΠ έως το 2040 και 151% έως το 2060, και τις Ακαθάριστες Δανειακές Ανάγκες κατά 22% το 2040 και 39% έως το 2060, που ικανοποιεί τους στόχους βιωσιμότητας που αναφέρθηκαν προηγουμένως.