Στον πιο ιδιόμορφο ρόλο της ζωής του συναντούμε αυτόν τον καιρό τον Αλέκο Συσσοβίτη, καθώς ο γνωστός ηθοποιός υποδύεται έναν σαλτιμπάγκο του τσίρκου στο έργο «Lulu» του Γερμανού συγγραφέα Φρανκ Βέντεκιντ στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης». Πρόκειται για μια πολύ σημαντική στιγμή του, αφού το έργο σκηνοθετεί ο Γιάννης Χουβαρδάς, ο άνθρωπος που του σύστησε την τέχνη της υποκριτικής πριν 22 χρόνια δίνοντας του τον πρώτο του ρόλο στο θέατρο.
Η Λούλου είναι μια διαβολική γυναίκα με ασυγκράτητη λαγνεία και ακατάλυτο μυστήριό. Σχετίζεται διαδοχικά με τρεις άνδρες, τους οποίους καταστρέφει τον ένα μετά τον άλλο σε μια ιστορία με άκρατο ερωτισμό. Συναντήσαμε τον γνωστό ηθοποιό και μιλήσαμε μαζί του για αυτόν τον τόσο ιδιαίτερο ρόλο του.

Για τι ακριβώς μιλάει το έργο αυτό;

Το έργο είναι διαχρονικό και έχει να κάνει με την δυαδική σχέση των δυο φύλων. Η γυναίκα εκείνη την εποχή στην Β.Ευρώπη αλλά και εδώ στην Ελλάδα ίσως έως και τώρα, ζούσε σε μια φαλλοκρατική κοινωνία. Οι άντρες ήταν εγκλωβισμένοι μέσα στις αστικές διαστάσεις τους. Και είναι πολύ δύσκολο οι μεγαλοαστοί να ξεφύγουν από αυτήν την ταυτότητα, το ίδιο και οι μικροαστοί, παρόλο που ελπίζουν να ανέβουν τα σκαλιά για να αλλάξουν ταξική θέση. Άρα πάντα κουβαλούν και προβάλλουν σε σχέση με την συμπεριφορά τους με τη γυναίκα την αστική τους υπόσταση. Χρησιμοποιούν τη γυναίκα ως μέσον, είτε αναρρίχησης σε μια υψηλή τάξη, είτε εγκλωβίζοντάς την μέσα σε ένα ρόλο να κάνει την ερωμένη. Εκείνη την εποχή ο Βέντεκιντ γράφει ένα έργο που έχει μια ιδιαίτερα φεμινιστική τάση. Η Λούλου παρόλο που έχει μεγαλώσει φτωχή, ορφανή και πολύ δύσκολα, έχει μηυθεί σε μια σκληρή κοινωνία των μπαρ. Έχει σκληρύνει η καρδιά της. είναι ένα πολύ ερωτικό άτομο με όλους τους άντρες που την περικλείουν, αλλά παράλληλα θα σηκώσει και ανάστημα. Το έργο είναι από τις πρώτες γραφές που αναφέρονται στην προσπάθεια μιας γυναίκας για ανεξαρτησία. Μέσα σε μια φαλλοκρατική κοινωνία, μπαίνει μια φεμινιστική θέση. Αυτό το στοιχείο κάνει το έργο σύγχρονο. Το έργο δείχνει πως μια γυναίκα μπορεί να διεκδικήσει τη θέση της μέσα σε μια κοινωνία. Μέσα από αυτήν την αιρετική, επαναστατική πρόθεση. Έχει ενδιαφέρον το πώς μπλέκονται οι άνδρες μαζί της, ποια είναι η ιστορία του καθενός με αυτήν. Το ζητούμενο είναι ότι βλέπουμε τα δυο φύλλα και το κάθε ένα από αυτά θα προσπαθήσει να διεκδικήσει για το δικό του συμφέρον την σχέση.

Ο έρωτας έχει πολλά πρόσωπα;

Ο Σοπενχάουερ έλεγε πως ο έρωτας είναι το εισιτήριο για την γεννητικότητα, για να μπορέσει ο άνθρωπος να διαιωνίσει το είδος του. Είναι εκ φύσεως δέσμιος του έρωτα. Σαφέστατα με τον καθένα που ερχόμαστε σε σχέση, θα υπάρχει μια διαφορετικότητα. Οπότε τα πολλά πρόσωπα του έρωτα αλλάζουν σύμφωνα με τα άτομα που εμπλέκονται στον έρωτα.

Ποιον ρόλο υποδύεστε στην παράσταση;

Εγώ κάνω έναν σαλτιμπάγκο του τσίρκου, γιατί είχε μια συμπάθεια ο Βένεκτιντ με το καμπαρέ και το τσίρκο. Ο σαλτιμπάγκος αυτός διεκδικεί τη θέση του μέσα στο χώρο της Λούλου, προσπαθεί να ξεφύγει από τη δική του μιζέρια και να ανέβει σε μια άλλη τάξη μέσω αυτής. Μένει κοντά της μέχρι το τέλος προσπαθώντας να την κερδίσει με τον δικό του τρόπο. Ο συγκεκριμένος χαρακτήρας δεν προβάλει τόσο πολύ τον έρωτα. Αν υπάρχει έρωτας το γνωρίζουν μόνο οι δυο τους, αλλά κάποια στιγμή τον συνάντησε στο τσίρκο και τον έβαλε στο σπίτι της.
ALEKOS

Είχε δυσκολίες αυτός ο ρόλος;

Είναι η τρίτη φορά που ο Γιάννης Χουβαρδάς καταπιάνεται με το έργο αυτό και το γνωρίζει σε βάθος. Και φώτισε σε βάθος και τους ρόλους. Υπάρχει μια σωματική δυσκολία στην ενσάρκωση του ρόλου, αλλά επειδή γυμνάζομαι το καταφέρνω εύκολα. Η δυσκολία είναι ότι πρέπει να κρατηθεί στην παράσταση μια υψηλή θερμοκρασία, ένα μέτρο. Ο ρόλος μου έχει αρκετές σωματικές απαιτήσεις. Υπάρχουν εντάσεις και για να είναι αληθινή η ένταση και όχι κατασκευασμένη, πρέπει να έχουμε μια καλή συγκέντρωση. Αλλά δεν είναι από τους δυσκολότερους ρόλους που έχω κάνει. Γιατί τα τελευταία χρόνια καταπιάνομαι με αρκετά πιο δύσκολους ρόλους, αλλά η σωματικότητά του και η αλήθεια του και η εσωτερική του ένταση είναι πολύ χρήσιμα πράγματα.

Ο Γιάννης Χουβαρδάς είναι ο άνθρωπος που σας έβαλε στο θέατρο πριν κάποια χρόνια. Τι είναι για εσάς αυτός ο άνθρωπος και πως είναι τώρα η συνεργασία σας;

Είναι η δεύτερη φορά που δουλεύω με τον Χουβαρδά. Η πρώτη μαζί του ήταν και η παρθενική μου στο θέατρο πριν 22 χρόνια. Είναι ένα μεγάλο κομμάτι ζωής, αλλά από την άλλη είναι σαν μην πέρασε μια μέρα. Γιατί η ζωή μας όλη είναι ένα κλείσιμο του ματιού. Σε τέτοιες περιπτώσεις η σχέση μας με τον χρόνο είναι πολύ σημαντική. Άλλη εντύπωση έχουμε με το χρόνο και άλλη έχει αυτός για εμάς. Φυσικά ωρίμασα υποκριτικά όλα αυτά τα χρόνια. Όλοι μέσα από αυτήν την δουλειά, προσπαθούμε να αποκτήσουμε αυτογνωσία. Σκαλίζουμε τα κείμενα, τους χαρακτήρες και αυτά φωτίζονται όταν ταυτίζονται με μια δική μας αλήθεια, πλευρά. Ο χρόνος που πέρασε μας έφερε κάτι καλό και στους δυο μας. Είναι πολύ πιο φιλική η σχέση μας τώρα. Είμαστε και οι δυο πιο ώριμοι και σαν άνθρωποι, όχι μόνο ως καλλιτέχνες. Πιο σοφοί και πιο μεστοί. Είναι μια καλή συνεργασία. Ο Γιάννης Χουβαρδάς ξέρει τι θέλει, αλλά παράλληλα θα σου δώσει χώρο να ακούσει κι εσένα για να πάρει κι από αυτό. Έτσι γίνονται καλύτεροι οι καλλιτέχνες, όταν δεν εγκλωβίζονται.

Κάτι άλλο άξιο θαυμασμού σε εσάς είναι ότι είστε αυτοδημιούργητος ηθοποιός, καθώς δεν έχετε πάει σε Δρματική Σχολή. ΑΠό το ξεκίνημά σαςέως τώρα που είστε φτασμένος και πολύ πετυχημένος ηθοποιός, τι μεσολάβησε; Τι σας ωρίμασε και σας βοήθησε;

Πιστεύω ότι οι άνθρωποι που έχουν βιώσει έντονες καταστάσεις στη ζωή τους, όταν βρουν την αυτοπεποίθηση τους στο θέατρο, κι όταν μάθουν και μερικά τεχνικά πράγματα, γίνονται ένα πάρα πολύ καλό υλικό. Μπορούν να κάνουν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα. Εγώ δεν είχα πάει σε δραματικές σχολές. Είμαι αυτοδίδακτος. Ξεκίνησα να παίζω θέατρο στα 29 μου. Έως τότε είχα ζήσει μια ζωή με πολλές εμπειρίες. Εργάζομαι από τα 13 μου στις οικοδομές. Μετά δούλεψα σε συνεργεία και σπούδασα μηχανικός αυτοκινήτων. Στη συνέχεια δούλευα σε λαχαναγορές και 15 χρόνια σε μπαρ, εστιατόρια ως μπάρμαν, DJ. Έκανα και κατασκευές σπιτιών γιατί προέρχομαι από οικογένεια που ήταν μέσα στην οικοδομή. Έκανα δυο χρόνια μόντελινγκ και μετά ξεκίνησα την υποκριτική. Οπότε έχω περάσει από πολλά. Τα βιώματα ήταν ένα καλό κάρβουνο, ώστε να υπάρχει ένα καλό κάρβουνο και να φουντώσει αυτή η φλόγα που είχα.

Άρα στο θέατρο ανθίσατε όταν καταλάβατε τις δυνατότητες που είχατε για το σανίδι

Σαφέστατα. Βέβαια τον εαυτό μου τον γνώριζα μέσα από οποιαδήποτε δουλειά κι αν έκανα. Αλλά μέσα από το δρόμο της υποκριτικής μου δόθηκε το δικαίωμα να ψάξω περισσότερο, να διαβάσω περισσότερο και να καταλάβω καλύτερα την σύσταση του ανθρώπου εν γένει άρα και τη δική μου. Πάντα φρόντιζα να συνεργάζομαι με καλούς σκηνοθέτες και καλούς ηθοποιούς, ώστε να καλύπτω αυτό το κενό που υπήρχε σχετικά με το ότι δεν είχα πάει σε σχολή. Για να μάθω κάποια τεχνικά κόλπα, τα οποία είναι πάντα καλά εφόδια για ένα καλό ηθοποιό. Άρα αυτό που με βοήθησε ήταν η πολύ δουλειά και η ειλικρινής πρόθεση.

Εκτός από τα τεχνικά που μάθατε, τους ανθρώπους που σας βοήθησαν, αλλά και την εντυπωσιακή εξωτερική σας εμφάνιση, σας βοήθησε και το διάβασμα;

Βέβαια. Η άσκηση του σώματος βοηθάει το σώμα, η άσκηση του πνεύματος είναι το διάβασμα. Κάθισα σπίτι και διάβασα πολλά βιβλία, κείμενα, θεατρικά έργα ακόμα και βιβλία τεχνικά. Προσπάθησα να καλύψω μόνος μου αυτό το κενό. Όμως το θέατρο είναι μια συλλογική δουλειά. Όσο κι αν διαβάζεις μόνος σου, πρέπει στην πράξη να έχεις καλό παρτενέρ, καλό μαέστρο και καλό μουσικό όργανο σε μια ορχήστρα. Στην πράξη τα υλοποιούσα όλα αυτά. Και αυτή η ζύμωση που έκανα όλα αυτά τα χρόνια, έφερε το αποτέλεσμα που είμαι σήμερα, πιστεύω ικανοποιητικό.

Ποια ήταν η καλύτερη συμβουλή που σας είχαν δώσει τότε; Είναι κάτι που το θυμάστε πάντα;

Δυστυχώς δεν χαρακτηρίζομαι για την καλή μου μνήμη. Σαφώς κάποιοι μου είχαν δώσει καλές συμβουλές, αλλά δεν τις θυμάμαι. Τις έχω όμως μέσα μου υποσυνείδητα, ως κυτταρικό βίωμα και εμφανίζονται όταν και εφόσον πρέπει.

Από τότε έχετε διαπρέψει σε ρόλους και κωμικούς και δραματικούς. Εσείς τι αγαπάτε περισσότερο;

Κοιτάω την καλή δουλειά. Αυτή είναι που με κατευθύνει πάντα. Το καλό κείμενο, το καλό έργο, το καλό σενάριο. Από εκεί ξεκινάω. Ο πυρήνας είναι η γραφή. Και στη συνέχεια οι συνεργάτες. Ανάλογα με την περίπτωση μπορεί να είναι πιο δελεαστική μια κωμωδία ή ένα δράμα. Σημασία έχει πως βλέπει κανείς το ποτήρι, μισοάδειο ή μισογεμάτο. Εγώ το βλέπω μισογεμάτο, αλλά μερικές φορές πρέπει να βουτάς βαθιά και να πηγαίνεις στον πάτο των πραγμάτων. Γιατί μέσα από την γνώση έρχεται η γαλήνη και δεν μπορείς να πας ιδιαίτερα βαθιά αν αρνείσαι το δράμα.

Φαίνεστε ένας πολύ ήσυχος άνθρωπος με την έννοια του ευτυχισμένου. Πως το έχετε καταφέρει αυτό; Ήταν στόχος σας ή έτσι είναι ο χαρακτήρας σας;

Το ένα φέρνει το άλλο. Νομίζω πως είναι χάρισμα της φύσης. Γιατί έχω βιώσει και τα δυο, κοιτώντας σαν παρατηρητής τους ανθρώπους για να καταλάβω ποιος πραγματικά είμαι. Οι Ασιάτες λένε ότι στα μάτια των άλλων βλέπεις τον εαυτό σου. Οι άλλοι είναι ο καθρέπτης της δικής σου ψυχής. Κάποιοι είναι εκ φύσεως γαλήνιοι και κάποιοι άλλοι όσο κι αν το προσπαθούν δεν το καταφέρνουν. Εγώ θυμάμαι πως από μικρός ισορροπούσα στα πράγματα. Στην πορεία βελτιώνοντας κάτι που πραγματικά θα υπήρχε υποσυνείδητα, τη διάθεσή μου δηλαδή να ασχοληθώ με τις Τέχνες και μέσα από αυτές να μάθω όλο και περισσότερο ποιος είναι ο άνθρωπος και κατ’ επέκταση ποιος είμαι εγώ, η διαδικασία αυτή μου πρόσφερε μια γνώση η οποία μάλλον είχε σαν αποτέλεσμα αυτήν την γαλήνη. Επίσης παίζει ρόλο και η ιδιοσυγκρασία μου. Άρα είχα την προδιάθεση, αλλά το δούλεψα κι εγώ. Ο άνθρωπος δεν μπορεί με τη βούληση του να ορίσει τη μοίρα του.

Τον Οκτώβριο του 2011 αποφασίσατε μαζί με κάποιους φίλους σας να ανοίξετε έναν νυχτερινό μαγαζί -Πολυχώρο Τέχνης, το Faust στο Μοναστηράκι. Πως το σκεφτήκατε; Ήταν κάτι εύκολο, δύσκολο;

Ήξερα την δουλειά, γιατί την είχα κάνει επί 15 χρόνια. Οπότε είχα την εμπειρία και τη γνώση. Και συνεργάστηκα με ανθρώπους που ο καθένας ήταν πολύ έμπειρος στον τομέα του. Βλέποντας την επερχόμενη κρίση και την παθητικότητα της τηλεόρασης, η οποία με στήριζε οικονομικά, αλλά και ξέροντας ότι στο θέατρο εγώ προσωπικά δεν ενδίδω εύκολα σε δουλειές που έχουν ως στόχο μόνο το χρήμα, κατάλαβα ότι οικονομικά θα ζοριστώ. Και εξ ανάγκης σκέφτηκα ότι έπρεπε να γίνει κάτι. Ψάξαμε πολύ. Στην αρχή σκεφτήκαμε να κάνουμε ένα Bar Theater, μετά βρήκαμε το κτήριο αυτό που μπορούσε στο 2ο όροφο να γίνει μια αμιγώς θεατρική στέγη, τα συνδυάσαμε τα τρία σε ένα, μουσική σκηνή, θέατρο και μπαρ σε ένα κτήριο και μας βγήκε σε καλό. Διανύουμε τον ένατο χρόνο.

Αμέσως μετά ξεκίνησε η κρίση. Πως το διαχειριστήκατε;

Υπογράψαμε συμβόλαιο μίσθωσης την εβδομάδα που όλοι βγάλανε τα λεφτά τους στο εξωτερικό. Τον Απρίλιο του 2011 είχε ξεκινήσει η κρίση. Η απόφαση δεν ήταν εύκολη, είχαμε λίγα στην τσέπη και χρεωθήκαμε αρκετά γιατί κόστισε πολλά χρήματα. Πήραμε το ρίσκο μας γιατί πραγματικά πιστέψαμε στις δυνάμεις μας. Και από το να κάτσουμε να γκρινιάζουμε, προτιμήσαμε να αντιδράσουμε γιατί έτσι είναι ο χαρακτήρας μας. Μερικές φορές στα δύσκολα οι άνθρωποι πράττουν καλύτερα. Μετά εν μέσω κρίσης φροντίσαμε να κάνουμε καλές επιλογές και στα μουσικά και στα θεατρικά.

Δέχεστε φλερτ στη δουλειά σας;

Ναι βέβαια. Αλλά είμαι πολύ έμπειρος σε αυτό το θέμα, καθώς έχω μεγαλώσει στα μπαρ από 15 ετών. Και το διαχειρίζομαι ανάλογα με την περίπτωση και ανάλογα και την περίοδο που διανύω και εγώ. Είμαι πολύ κοινωνικός άνθρωπος, πάντα ήμουν, αλλά είμαι και πολύ διακριτικός. Αν με φλερτάρουν άγαρμπα, θα βρω τον τρόπο να το διαχειριστώ. Στο καμαρίνι μου δεν έχει υπάρξει κάποιο ακραίο φλερτ από θαυμάστρια. Το αποφεύγω.

Τα τηλεοπτικά τα διαλέγετε;

Ναι βέβαια, τα προσέχω πάρα πολύ. Κάποτε έμενα στο παγκράτι και ένας περιπτεράς μου έλεγε «Ρε συ Αλεκάρα μην λες τόσα πολλά όχι γιατί θα έρθουν δύσκολοι καιροί και κρίση». Από τα 77 σήριαλ που μου έχουν προτείνει, έχω παίξει στ 7. Μάλλον ο αριθμός 7 με έχει καθορίσει. Αλλά τώρα εξαρτάται από το μέλλον της τηλεόρασης. Φαίνεται να αλλάζει κάτι προς το καλύτερο. Αν ανοίξει πάλι και το Mega, εύχομαι να κάνουν ωραία πράγματα.

INFO
Φρανκ Βέντεκιντ - LULU
Διασκευή-Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Γιώργος Μπινιάρης, Άλκηστις Πουλοπούλου, Άκης Σακελλαρίου, Αλέκος Συσσοβίτης, Χάρης Φραγκούλης, Νίκος Χατζόπουλος
ΙΔΡΥΜΑ ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΚΟΓΙΑΝΝΗΣ
Κατάλληλο άνω των 16 ετών. Η παράσταση περιέχει ακατάλληλη φρασεολογία και σκηνές βίας.