Του Γιώργου Λυκουρέντζου

Σε πλήρη αντίθεση με την αισιοδοξία που καλλιεργείται από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης έρχεται η τριμηνιαία έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του κράτους στη Βουλή με επικεφαλής τν καθηγητή Π.Λιαργκόβα. Κρούοντας για μια ακόμα φορά καμπανάκι κινδύνου το Γραφείο τονίζει ότι το μέγεθος των προβλημάτων της χώρας απαιτεί πιο γρήγορες και θαρραλέες πολιτικές ενώ προβλέπει νέο ευρωπαϊκό μνημόνιο και περιγράφει ως δημοσιονομικές και κοινωνικές βόμβες την ανεργία, τα κόκκινα δάνεια και τις ληξιπρόθεσμες οφειλές.

Στο κείμενο γίνεται εκτενής αναφορά στις ληξιπρόθεσμες οφειλές και κυρίως των φορολογικών με την έκθεση να επισημαίνει ότι η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών εξαντλήθηκε και να υπονοεί σαφώς ότι έφτασε η ώρα για τη μείωση φόρων, ειδάλλως οι ληξιπρόθεσμες οφειλές θα συνεχίσουν να συσσωρεύονται και το κράτος δεν θα εισπράττει. Όσον αφορά στα κόκκινα δάνεια η έκθεση επισημαίνει ότι το 40% των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί παγκόσμια πρωτιά γεγονός που συμβάλλει στην υποχρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα και συνεπόμενα στην ύφεση.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως έχει και το κεφάλαιο όπου κατά πολλούς η Έκθεση προβλέπει Νέο Μνημόνιο, με δανειστές τα ευρωπαϊκά κράτη και νέες συμβατικές υποχρεώσεις καθώς το μέλλον όσον αφορά στην έξοδο στις αγορές δεν προδιαγράφεται ιδιαιτέρως ευοίωνο:  «Οι υστερήσεις των μεταρρυθμίσεων μπορεί να προκαλέσουν εκ νέου άνοδο των επιτοκίων δανεισμού της χώρας. Πρέπει να τονισθεί ότι ακόμα και χωρίς «μνημόνιο» η χώρα θα εξακολουθεί να βρίσκεται υπό εποπτεία –τη φορά τούτη των αγορών που θα αντικαταστήσουν την τρόικα- αν δεχθούμε ότι δεν θα προσφύγει στον ΕΜΣ. Αλλά το πιθανότερο είναι ότι θα προσφεύγει για δάνεια σε αυτόν ή σε κάποιο ad hoc διακρατικό «όχημα». Στην περίπτωση αυτή θα υπάρξουν νέες συμβατικές δεσμεύσεις. Η ΕΕ υπολογίζει ότι την διετία 2014-2015, οι επιπρόσθετες χρηματοδοτικές ανάγκες (additional financing requirements) της Ελλάδας θα ανέλθουν σε € 14,9 δισ. (€ 2,6 δισ. για το 2014 και € 12,3 δισ. για το 2015). Αν επιβεβαιωθεί, η Ελλάδα θα πρέπει ή να συνεχίσει να δανείζεται από τις διεθνείς αγορές (πράγμα που ήδη συναντά δυσκολίες) ή να προσφύγει στον ΕΜΣ που συνεπάγεται νέο πρόγραμμα προσαρμογής (και σχετική σύμβαση) σύμφωνα με τους κανόνες του μηχανισμού» αναφέρει το επίμαχο κεφάλαιο.

Ως νούμερο ένα βόμβα στα θεμέλια της κοινωνίας πάντως περιγράφεται η ανεργία με την έκθεση να παραδέχεται μεν ότι η ανεργία μειώνεται ωστόσο ο ρυθμός είναι ισχνός με αποτέλεσμα να μην αφήνει περιθώρια για ιδιαίτερη αισιοδοξία: «Αν μελλοντικά επαναληφθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης της προηγούμενης εικοσαετίας, όπου η ελληνική οικονομία δημιουργούσε κατά μέσο όρο περίπου 45.000 εργασίας ετησίως, η αντιμετώπιση της ανεργίας θα πάρει πολλά χρόνια, με αποτέλεσμα η παρούσα συγκυριακή ανεργία να μετατραπεί σε μακροχρόνια ανεργία με ανυπολόγιστες συνέπειες για την κοινωνική συνοχή» αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Μεταξύ άλλων η Έκθεση αναφέρει ότι  το τραπεζικό πρόβλημα παρά τις ανακεφαλαιοποιήσεις που επιτεύχθηκαν δεν έχει λυθεί και ότι οι εξαγωγές και οι επενδύσεις υποχωρούν παρά τη μείωση του κόστους εργασίας. Σημειώνεται μάλιστα χαρακτηριστικά ότι προφανώς η άπνοια οφείλεται σε σειρά ολόκληρη δομικών-θεσμικών παραγόντων όπως το υψηλό κόστος ενέργειας που επιβαρύνει το μεγαλύτερο μέρος της βαριάς βιομηχανίας, η υψηλή φορολογία και το διοικητικό κόστος.

Αίσθηση όμως προκαλεί και η επίθεση στην Δικαιοσύνη με τους συντάκτες της Έκθεσης  να επισημαίνουν ότι , η ελληνική δικαιοσύνη πάσχει κυρίως όχι μόνο στην αργοπορία απονομής της δικαιοσύνης γεγονός που κλονίζει το περί δικαίου αίσθημα των πολιτών αλλά και γιατί αποτελεί και σημαντικό ανασχετικό παράγοντα των επενδύσεων, της επιχειρηματικότητας, των κοινωνικών σχέσεων και γενικότερα της οικονομικής ανάπτυξης.

Παρά ταύτα η Έκθεση αναγνωρίζει και θετικά σημάδια, όπως η αύξηση των καταθέσεων, η βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και η έκρηξη αφίξεων τουριστών η οποία μπορεί να συμβάλει καταλυτικά στην αύξηση του ποσοστού της ανάπτυξης.