Μερική επαναφορά από τον Κώστα Σημίτη
Τι κρύβει η επανεμφάνισή του, ποιους σκοπούς εξυπηρετεί και ποια γραμμή περνά προς τα έξω
Του Αλέξη Λογοθέτη - Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Με ένα άρθρο του προ ημερών, σε κυριακάτικη εφημερίδα, ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης έκανε μία «Σύντομη Αποτίμηση της Μεταπολίτευσης», τόσο σύντομη μάλιστα ώστε να χωρέσει μόνο τη δική του, απολύτως θετική παρουσία στα πολιτικά πράγματα το 1996-2004.
Κατά τα άλλα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής απουσιάζει, ο Ανδρέας Παπανδρέου περνάει στο «ντούκου» και οι δύο μετά τον κ. Σημίτη πρωθυπουργοί (σ.σ.: οι κύριοι Κώστας Καραμανλής και Γιώργος Παπανδρέου) είναι, κατά τον αρθρογράφο, περίπου για λύπηση, φορτωμένοι μόνο με μεγάλα σφάλματα.
Το κείμενο δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς είναι περισσότερο από φανερή η πρόθεση του αρθρογράφου να δοξάσει τον εαυτό του. Εχει, όμως, ένα ενδιαφέρον: ότι και πάλι ο κ. Σημίτης φωνάζει «είμαι εδώ», σε μια περίοδο πολιτικής ρευστότητας, εκλογικών προβληματισμών, αλλά και διεργασιών στο ΠΑΣΟΚ και στη λεγόμενη «Κεντροαριστερά», όπου κυκλοφορούν φίλοι του «εκσυγχρονιστές» και δυνάμεις που έχουν στις αποσκευές τους την καλή γνώμη του Βερολίνου.
Ο κ. Σημίτης παραμένει «ζωντανός» με τέτοιες «παρεμβάσεις» του στην πολιτική σκηνή, διότι ενδεχομένως ελπίζει σε κάποια θριαμβευτική «επάνοδο» στο κέντρο της εξουσίας, αλλά και διότι εξακολουθεί να δίνει «γραμμή» σε οικονομικούς και τραπεζικούς παράγοντες που έχουν σχέση με τη διακυβέρνηση της χώρας. Εξ αυτού, άλλωστε, και το ευφυολόγημα των παρασκηνίων, ότι σήμερα ο Αντώνης Σαμαράς διευθύνει εν πολλοίς μια «κυβέρνηση Σημίτη». Και είναι πράγματι αλήθεια ότι η συνεχιζόμενη παρουσία του κ. Σημίτη στη σκηνή είναι συμβατή απολύτως με τη σημερινή εποχή, την εποχή της στενής παρακολούθησης και επηρεασμού των οικονομικών και πολιτικών πραγμάτων της χώρας από το «αφεντικό» της Ε.Ε., τη Γερμανία.
Ο ΕΓΚΥΡΟΤΕΡΟΣ
Δεν αποτέλεσε ποτέ κανένα μεγάλο μυστικό στο ΠΑΣΟΚ και γύρω από αυτό ότι από το ξεκίνημα της πορείας του κόμματος ο κ. Σημίτης ανήκε στον κύκλο των «Γερμανών». Δεν ήταν ο μόνος. Στους «Γερμανούς» ανήκε και ο Ακης Τσοχατζόπουλος, αλλά η όλη προσωπικότητά του τον έφερνε στη «δεύτερη κατηγορία» των φίλων και συνομιλητών της Βόννης (τότε), παρ ότι ποτέ ως υπουργός δεν είχε στερήσει τις γερμανικές επιχειρήσεις από «δουλειές» με το ελληνικό Δημόσιο. Ο σοσιαλδημοκρατικών προδιαγραφών Σημίτης, με σοβαρό επιστημονικό πρόσωπο και έναν αδελφό εγκατεστημένο μόνιμα στη Γερμανία και με «καλές γνωριμίες» εκεί, έγινε σύντομα ο καλύτερος και εγκυρότερος πολιτικός φίλος των Γερμανών -παραμένει πάντως εντυπωσιακό έως σήμερα το γεγονός ότι ο αδελφός, Σπυρίδων Σημίτης, δεν έχει ποτέ αντιδράσει στον ισχυρισμό Ελληνα δημοσιογράφου (σ.σ.: του Γιώργου Τράγκα), που τον αποκαλεί δημοσίως «πράκτορα των Υπηρεσιών Πληροφοριών της Γερμανίας».
Ο κ. Σημίτης δεν είχε ποτέ την εμπιστοσύνη του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος θεωρούσε τη συμμετοχή του «Γερμανού» στο κόμμα ως ένα «αναγκαίο κακό» για τη συμπλήρωση του «σοσιαλιστικού» φάσματος του κόμματός του. Αυτό δεν εμπόδισε όμως τον κ. Σημίτη να φτιάξει έναν κλειστό, συμπαγή κύκλο οικονομολόγων και τραπεζικών παραγόντων, που με τον καιρό έφτασε να τροφοδοτεί με το έμψυχο υλικό του διάφορες κυβερνήσεις.
Ετσι, σήμερα το Βερολίνο μέσω του «Γερμανού» έχει ανθρώπους της εμπιστοσύνης του στην ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών και της Τραπέζης της Ελλάδος. Σπράος, Γκαργκάνας, Στουρνάρας, Παπαδήμος, Χαρδούβελης είναι μία σειρά από τα πιο γνωστά πρόσωπα του «σημιτέικου». Και στο πολιτικό πεδίο ο κ. Σημίτης έφτιαξε τον γνωστό μας κύκλο των «εκσυγχρονιστών», με τους οποίους κυβέρνησε τη χώρα επί μία οκταετία.
ΤΟ ΜΙΓΜΑ
Σήμερα, οι «Γερμανοί» των Αθηνών θέλουν να ελέγξουν κατά το δυνατόν τις εξελίξεις σε κόμματα και πολιτικές ομάδες που κινούνται στον χώρο της «Κεντροαριστεράς», όπου αφθονούν οι καλοί φίλοι του Βερολίνου, που όμως στερούνται σε τούτη τη φάση ενός κεντρικού πολιτικού εγκεφάλου. Οι «58», η «Ελιά» και το φθίνον ΠΑΣΟΚ του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου συνιστούν ένα μίγμα εξαιρετικά αμφίβολης «κεντροαριστερής» γεύσης. Ο κ. Σημίτης έχει, λοιπόν, μεγάλες δυσκολίες στην προσπάθεια συγκρότησης αξιόπιστης πολιτικής «Κεντροαριστεράς», που θα μπορούσε να αποτελεί στο ορατό μέλλον έναν σοβαρό συνομιλητή του Βερολίνου. Ετσι, ως «γκουρού» αυτού του χώρου, αρκείται για την ώρα να δίνει στον χώρο του «γραμμή» για το πώς, με ποια στοιχεία, θα πρέπει να υπερασπίζονται σήμερα στη δημόσια σκηνή οι «εκσυγχρονιστές» του τα πεπραγμένα της περιόδου 1996-2004 και για το ποιους παλιούς «συγγενείς» να αποφεύγουν.
Το «λόμπι» Σημίτη πρέπει να εμφανίζεται ως ο πλέον σημαντικός παράγων της Μεταπολίτευσης, που αξίζει να πρωταγωνιστήσει και στη σημερινή και στην επόμενη φάση. Το άρθρο του πρώην πρωθυπουργού στην «Καθημερινή», η οποία σταθερά υποστηρίζει τις μνημονιακές πολιτικές και τις «μεταρρυθμίσεις» και αποστρέφεται τον «λαϊκισμό» (όπως και ο κ. Σημίτης), έχει αυτό το ενδιαφέρον. Ας σημειωθεί εδώ ότι το Βερολίνο ενδιαφέρεται ζωηρά για το άνοιγμα δρόμων που θα διευκόλυναν «μεγάλες κυβερνητικές συνεργασίες» αστικών δυνάμεων μετεκλογικά. Και στο πεδίο αυτό ο ρόλος του «Γερμανού» κ. Σημίτη παραμένει κεντρικός.
Τα άρθρα του συνεπώς στέλνουν εκεί που πρέπει «σήματα» και «μηνύματα». Και δεν έχει σημασία αν τα κείμενά του στερούνται νέων σκέψεων και ενδιαφέρουσας πολιτικής ανάλυσης.
Σκιά η πρωτοφανής διόγκωση της διαπλοκής
Ενα τραύμα που έχει σημαδέψει άσχημα την περίοδο των «εκσυγχρονιστών» και προσωπικά τον Κώστα Σημίτη και τώρα δυσκολεύει την «Κεντροαριστερά» είναι ότι στην οκταετία 1996-2004 διογκώθηκαν τα «διαπλεκόμενα», σχηματίζοντας νέες μεγάλες περιουσίες και «νέα τζάκια». Και παρήχθησαν μεγάλα σκάνδαλα, που είναι ακόμη νωπά στη μνήμη της κοινωνίας και του πολιτικού κόσμου. Την περίοδο εκείνη, οι «Γερμανοί» της κυβέρνησης, μεθυσμένοι από εξουσία, αισθάνθηκαν ασφαλείς, τόσο ώστε να παίρνουν μίζες και να διακινούν «μαύρο» γερμανικό χρήμα χωρίς ιδιαίτερες προφυλάξεις. Ετσι, τα πράγματα έφτασαν στο σημείο να εμπλακούν με «μαύρο» γερμανικό χρήμα και εν ψυχρώ δωροδοκία δύο διευθυντές του πρωθυπουργικού γραφείου του κ. Σημίτη, οι Θεόδωρος Τσουκάτος και Τάσος Μαντέλης! Με τον προϊστάμενό τους πρωθυπουργό να μην έχει ποτέ έκτοτε αισθανθεί την ανάγκη να απολογηθεί τουλάχιστον για την επιλογή τέτοιων στενών συνεργατών! Ηταν τέτοια η αυτοπεποίθηση των «Γερμανών», ώστε ένας κορυφαίος υπουργός της κυβέρνησης Σημίτη, το «ιστορικό» στέλεχος Ακης Τσοχατζόπουλος, να έχει στήσει κάτω από τη μύτη του πρωθυπουργού ένα καταπληκτικό σύστημα διακίνησης μιζών από διάφορες «δουλειές» στο Πεντάγωνο, μια αληθινά καλά δομημένη εγκληματική οργάνωση! Αυτό το παρελθόν είναι μάλλον το πιο μεγάλο πρόβλημα για τον κ. Σημίτη, που πάντως λόγω των συνθηκών παραμένει ο πλέον χρήσιμος πολιτικός της εμπιστοσύνης του Βερολίνου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι Γερμανοί στερούνται κάποιων χρήσιμων «περασμάτων» και στη Νέα Δημοκρατία. Αλλά εκεί τα πράγματα είναι ακόμα πολύ μπερδεμένα και ασταθή