Συνέντευξη στον Κώστα Αργυρό - Εφημερίδα ΕΠΕΝΔΥΣΗ

Οι σχέσεις της χώρας με την ΕΕ και κυρίως με το Βερολίνο δείχνουν να βρίσκονται σε οριακό σημείο. Ελπίζετε ότι θα μπορέσει τελικά να αποκατασταθεί μια σχέση εμπιστοσύνης και ταυτόχρονα να μπορέσει η χώρα να μπει σε μια πορεία ανάπτυξης, που όλοι φραστικά επιθυμούν;

Φτάσαμε πράγματι σε οριακά σημεία με τους εταίρους μας. Στα άκρως αρνητικά δεν θα ξεχώριζα όμως μόνο συμπεριφορές από  τον κ. Σόιμπλε, αλλά και από τον κ. Ραχόι. Πιστεύω όμως πως καμία πλευρά δεν θα θελήσει να ξεπεράσει τα όρια που οδηγούν από την ένταση στη ρήξη. Κάτι τέτοιο θα ήταν πληγή στην Ευρώπη και καταστροφή για την Ελλάδα. Ας προσέξει λοιπόν και η κυβέρνηση ορισμένες συμπεριφορές της. Προέχει την ώρα αυτή να διασφαλιστεί η θέση μας στην Ευρωζώνη, να υπάρξει ένα νέο πρόγραμμα χωρίς άλλες θυσίες, αλλά και να βρεθεί οριστική λύση στο πρόβλημα του χρέους όπως δεσμεύτηκαν οι εταίροι μας στο Γιούρογκρουπ το Νοέμβριο του 2012. Μόνο έτσι θα ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στην Οικονομία μας, αλλά και θα αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στις σχέσεις με τους εταίρους μας. Ελπίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα συνεχίσει το δρόμο που τον απομακρύνει από το λαϊκισμό για να συναντήσει το ρεαλισμό. Ελπίζω να επενδύσει περισσότερο σε διεκδικήσεις ουσίας και όχι επικοινωνίας.  Να επιμείνει, για παράδειγμα, σε ένα μικρότερο πλεόνασμα που θα αποκλείσει νέα επώδυνα μέτρα και όχι στην ονομασία του όποιου νέου προγράμματος. Ελπίζω ακόμη ότι θα εγκαταλείψει, έστω και σταδιακά, τις αντιαναπτυξιακές ιδεοληψίες του, έτσι ώστε να αξιοποιηθούν οι θυσίες που κάναμε και να συνεχίσουμε τους ρυθμούς ανάπτυξης που είδαμε για πρώτη φορά μετά από έξι χρόνια το 2014.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών συμφωνεί με τη διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης. Ως ποιο βαθμό εκτιμάτε ότι αυτό έχει να κάνει και με την απογοήτευση από τη δική σας στάση στο παρελθόν;

Η διαπραγμάτευση αυτή – όπως και κάθε διαπραγμάτευση – θα κριθεί από το αποτέλεσμά της. Η μεγάλη διαφορά με τη δική μας τακτική είναι ότι τώρα γίνεται με τρόπο θορυβώδη, με εντυπωσιακές αλλά και επικίνδυνες παραστάσεις. Με στοιχεία δηλαδή που προκαλούν αγωνία και συστράτευση των Ελλήνων. Αυτό δείχνουν και οι     δημοσκοπήσεις. Είναι φυσιολογικό και αυτονόητο. Μην ξεχνάμε όμως ότι τα μόνα όπλα  που έχει η κυβέρνηση Τσίπρα είναι όσα πέτυχε η  προηγούμενη κυβέρνηση. Κυρίως μάλιστα η δημοσιονομική εξυγίανση και τα πρωτογενή πλεονάσματα.  

Διαφοροποιηθήκατε εμφανώς από την ανακοίνωση του ΕΛΚ που πολλοί την χαρακτήρισαν ως μια «τρικλοποδιά» προς την νέα ελληνική κυβέρνηση. Ποιο ήταν το σκεπτικό σας και πώς εννοείτε εσείς μια πραγματική στήριξη στην εθνική διαπραγμάτευση;

Υπάρχει ένα πολύ σημαντικό θετικό στοιχείο στην ανακοίνωση του ΕΛΚ. Ήταν η διαβεβαίωση όλων για τη στήριξη της θέσης μας στην Ευρωζώνη. Την ώρα που κάποιοι στην Ευρώπη είχαν αρχίσει να μιλούν για Grexit ήταν πολύ σημαντικό να έχουμε δέσμευση του ΕΛΚ ότι θα σταθεί απέναντι σε κάθε τέτοιο ενδεχόμενο. Η αξίωση, όμως, να γίνουν σεβαστές όλες οι προηγούμενες δεσμεύσεις ήταν σε βάρος της διαπραγματευτικής θέσης της Πατρίδας μας. Και αυτό ήταν απαράδεκτο για κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδα. Η Νέα Δημοκρατία είχε υποχρέωση να αναδείξει το πρώτο, αλλά να μην ταυτιστεί με  μια θέση που δυσκόλευε τη διαπραγμάτευση και πλήγωνε τους Έλληνες.

Η ΝΔ ηττήθηκε στις εκλογές αλλά σχεδόν ένα μήνα μετά δεν έχει πραγματοποιηθεί μια σε βάθος συζήτηση για τα αίτια της ήττας. Εσείς έχετε κάνει ένα δικό σας απολογισμό για το τι έφταιξε;

Δυο είναι οι βασικςές  αναγνώςεις του εκλογικού αποτελέσματος. Η μία είναι ότι η Νέα Δημοκρατία έχασε μόνο δύο μονάδες σε σχέση με το ποσοστό του 2012. Και αυτό μπορεί να θεωρηθεί κάτι πολύ σημαντικό μετά από δυόμιση χρόνια δύσκολων αποφάσεων και μεγάλων θυσιών από τους Έλληνες. Η άλλη ανάγνωση όμως  είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κάλυψε τη διαφορά του 2012 και βγήκε οκτώ μονάδες μπροστά. Και αυτό είναι κάτι εξαιρετικά σοβαρό, που πρέπει να είναι στο επίκεντρο του προβληματισμού μας. Πως και γιατί έγιναν αυτά; Γιατί από τη μια αναπτύχθηκαν στα δεξιά μας κόμματα και ναζιστικά μορφώματα που μάζεψαν συνολικά διψήφιο ποσοστό και από την άλλη χάσαμε ένα κρίσιμο κομμάτι του κέντρου; Ποια τα λάθη στις κυβερνητικές πολιτικές και ποια στην επικοινωνία; Ποιες επιλογές προκάλεσαν αδιέξοδα και ποιες έπληξαν την εικόνα μας; Ποιο ήταν το μήνυμα των ευρωεκλογών και πως διαβάστηκε; Πόσο επέδρασε το έργο και πόσο ο πολιτικός μας λόγος; Όλα αυτά να τα ψάξουμε να τα συζητήσουμε, να τα απαντήσουμε στα συλλογικά όργανα του κόμματος. Ακόμη και σε ένα συνέδριο. Συνέδριο όμως ουσίας και όχι μονολόγων έτσι ώστε όχι μόνο να δούμε τι έφταιξε αλλά και τι είναι ανάγκη να γίνει .  

Θεωρείτε ότι ο κ. Σαμαράς μπορεί να εγγυηθεί την ενότητα της Παράταξης και να την βοηθήσει να επουλώσει τις πληγές της;

Βεβαίως μπορεί. Και είναι στο χέρι του να το αποδείξει. Άλλωστε δεν νομίζω ότι αναπτύσσεται οποιαδήποτε απειλή διάσπασης από στελέχη της Νέας Δημοκρατίας. Αν κάποιοι έχουν προσωπικές φιλοδοξίες πρέπει να καταλάβουν πως  δεν μπορεί να υπερβαίνουν την αξίωση του κόσμου για ενότητα και συστράτευση. Επειδή όμως μιλάτε για πληγές του κόμματος να επισημάνω κάτι. Είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε ότι άλλο οι πληγές που υπέστη η Παράταξη από αγώνες που έδωσε  με πίστη για το καλό του Τόπου και άλλο οι πληγές που υπέστη από λάθος επιλογές. Οι πρώτες, οι πληγές στους αγώνες για τον Τόπο επουλώνονται και μπορεί να γίνονται σε σύντομο χρονικό διάστημα  δύναμη έλξης. Οι δεύτερες οι πληγές από λάθος επιλογές, όχι. Δεν επουλώνονται από μόνες τους. Χρειάζονται δραστικές θεραπείες.    

 Φοβάστε μια διάσπαση και συμφωνείτε με όσους ζητούν από τον Κώστα Καραμανλή να αναλάβει αυτό το ρόλο του εγγυητή της ενότητας;

Ο Κώστας Καραμανλής απέδειξε έμπρακτα πως βάζει στην άκρη το «εγώ» και προτάσσει το «εμείς». Υπηρέτησε και υπηρετεί την ενότητα της Παράταξης με γενναίες αποφάσεις, αλλά και βαθειά συναίσθηση ευθύνης. Είναι κεφάλαιο για τη Νέα Δημοκρατία και την Πατρίδα μας.