Η κατάρρευση της απόλυτης θέσης που διατύπωνε στο παρελθόν ο Αλ. Τσίπρας, ότι «εμείς θα βαράμε τα νταούλια και οι αγορές θα χορεύουν στον δικό μας ρυθμό», φαίνεται πως δεν σήμανε μόνο το τέλος των ψευδαισθήσεων κατά την περίοδο που ο ελληνικός λαός τού ανέθεσε τη διακυβέρνηση της χώρας. Πλέον λειτουργεί ως προηγούμενο ιστορικού παθήματος, με αποτέλεσμα η πολιτική και η επικοινωνιακή γραμμή του κόμματος να υπόκεινται σε αλλεπάλληλες διορθώσεις ακόμα και σήμερα, που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Η αντιπολιτευτική αστοχία του ΣΥΡΙΖΑ φάνηκε και αποτυπώνεται στην ποιοτική ανάλυση των δημοσκοπικών ευρημάτων, σύμφωνα με τα οποία ένας σημαντικός αριθμός ψηφοφόρων του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης στις προηγούμενες εθνικές εκλογές δηλώνει εμπιστοσύνη προς τη Ν.Δ., επικροτώντας τους χειρισμούς της κυβέρνησης για τον αποτελεσματικό τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε σοβαρές υποθέσεις εθνικού ενδιαφέροντος, όπως την κρίση στον Έβρο, αλλά και τη διαχείριση της πανδημίας του κοροναϊού.

Και στις δύο περιπτώσεις ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε «μπερδεμένος» επικοινωνιακά και με πολλές αμφισημίες ως προς τη στάση των στελεχών του, ενώ ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας αφενός μεν επιχειρούσε να «ισορροπήσει» σε «δύο βάρκες», αφετέρου δε γνώριζε πως πρέπει να κινηθεί προσεκτικά για να μην εκτεθεί στα μάτια της κοινής γνώμης, οι αντιδράσεις της οποίας βρίσκονταν στον αντίποδα της επικρατούσας αντιπολιτευτικής αντίληψης που υπήρχε στον ΣΥΡΙΖΑ. Ειδικότερα, αυτής που προωθούσαν όσοι «ονειρεύονταν» να πάρουν άρον-άρον τη ρεβάνς από τη Ν.Δ., ποντάροντας στην αποτυχία της μέσα από τις δοκιμασίες της χώρας. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη, με αποτέλεσμα η ηγεσία της Κουμουνδούρου να αναζητά εν μέσω πανδημίας ένα νέο αντιπολιτευτικό αφήγημα.

Στο πλαίσιο αυτό, σχεδιάστηκε το περίφημο πρόγραμμα «Μένουμε όρθιοι», που παρουσιάστηκε με επικοινωνιακές τυμπανοκρουσίες δύο φορές, και μάλιστα την τελευταία στο Ζάππειο, θυμίζοντας προεκλογική φιέστα.

Ωστόσο, και αυτή η αντιπολιτευτική επινόηση της Κουμουνδούρου, που της επέτρεπε να «πλειοδοτεί» εκ του ασφαλούς στη διατύπωση «φιλολαϊκών» θέσεων που δεν τη δέσμευαν, δεν ευδοκίμησε και δεν μακροημέρευσε ως αξιόπιστο πολιτικό σχέδιο απέναντι στην «ανεπάρκεια» της Ν.Δ., αφού η κυβέρνηση λίγες ημέρες αργότερα εξασφάλισε τη μέγιστη δυνατή βοήθεια από την Κομισιόν και το Ταμείο Ανάκαμψης για την αντιμετώπιση των επιπλοκών της πανδημίας στην οικονομία. Έτσι, τη σταδιακή εγκατάλειψη του «Μένουμε όρθιοι» έχει πλέον διαδεχτεί το «Η Αμερική είναι κοντά», καθώς είναι εμφανέστατη η προσπάθεια της Κουμουνδούρου να «ελληνοποιήσει» τις δραματικές εξελίξεις στις ΗΠΑ μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ με το να παραθέτει συνειρμικά οτιδήποτε συμβαίνει στο εσωτερικό της χώρας και να επιχειρεί μια «στρεβλή ενσωμάτωση» των πάντων στο σύνθημα «Δεν μπορώ να ανασάνω» που κυριαρχεί στις ΗΠΑ και προήλθε από τις τελευταίες λέξεις του δολοφονημένου Αφροαμερικανού. Ο ίδιος ο Αλ. Τσίπρας χαρακτήρισε «ξυπνητήρι της Ιστορίας» τις εξελίξεις στις ΗΠΑ και υπενθύμιση σε όσους πιστεύουν πως το συλλογικό μέλλον βρίσκεται στη διαιώνιση των κοινωνικών ανισοτήτων, ενώ αντιστοίχως και ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλ. Χαρίτσης, σημείωσε πως αυτό που συμβαίνει στις ΗΠΑ δεν είναι μια καθαρά αμερικανική υπόθεση. «Η απεγνωσμένη κραυγή του Τζ. Φλόιντ λίγο πριν πεθάνει ‘‘Δεν μπορώ να αναπνεύσω’’ μετασχηματίζεται σε παγκόσμιο σύνθημα ενάντια στις ανισότητες, την κοινωνική αδικία και τις διακρίσεις. Σε αίτημα που αμφισβητεί την κυριαρχία των λίγων, τα προνόμια των ισχυρών, τη βεβαιότητά τους ότι τίποτα δεν μπορεί να κλονίσει την εμπεδωμένη εξουσία τους». Είναι, προφανές, με βάση τα παραπάνω πως ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη φορά επιδιώκει να «ανασάνει» πολιτικά μέσα από τις εξελίξεις στις ΗΠΑ.