Μητσοτάκης: Ας απαντήσουμε και εμείς με τη σειρά μας στην Ιστορία
Η ίδια η ιστορία της Πινακοθήκης άλλωστε, ακολουθεί τη διαδρομή της χώρας. δήλωσε κατά το χαιρετισμό του ο Κυριάκος Μητσοτάκης
Στο νέο συγκρότημα της Εθνικής Πινακοθήκης, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, και η σύζυγός του Μαρέβα Γκραμπόφσκι - Μητσοτάκη υποδέχθηκαν πριν λίγη ώρα τους υψηλούς προσκεκλημένους τους στο πλαίσιο των επετειακών εκδηλώσεων για τη συμπλήρωση 200 ετών από την Επανάσταση του 1821.
«Με μεγάλη περηφάνια και συγκίνηση σας καλωσορίζω στην Αθήνα. Στην 200η επέτειο της ανεξαρτησίας της Ελλάδας αλλά και στα εγκαίνια ενός κοσμήματος της πρωτεύουσας αλλά και ολόκληρης της χώρας, της νέας Εθνικής Πινακοθήκης», τόνισε ο πρωθυπουργός ξεκινώντας την τοποθέτησή του.
Έκανε λόγο για «ένα εμβληματικό πολιτιστικό τοπόσημο που συναντά ένα ανεπανάληπτο ιστορικό ορόσημο» και αναφέρθηκε σε ιστορικά στοιχεία για την Εθνική Πινακοθήκη. Ο πρωθυπουργός είπε επίσης ότι το σημερινό γεγονός στέλνει ένα ανανεωμένο μήνυμα δυναμισμού στην αυγή του τρίτου αιώνα της ελευθερίας της Ελλάδος. Ανέφερε ότι η εθνική πινακοθήκη ήταν ένας ζωντανός οργανισμός που συμβάδισε με την πρόοδο του έθνους και η ίδια η ιστορία της συμβάδισε με την ιστορία της χώρας, ξεκινώντας από την Αίγινα το 1829 και τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια να συγκεντρώνει τα πρώτα έργα που αποτέλεσαν τον πρώτο πυρήνα για ένα μελλοντικό μουσείο. Ως σημαντικό σταθμό της ιστορίας της ανέφερε το 1896 όταν ο λόγιος και νομικός Αλέξανδρος Σούτσος κληροδότησε στο δημόσιο την προσωπική του περιουσία αλλά και την προσωπική του συλλογή για τη δημιουργία της Εθνικής Πινακοθήκης. «Έτσι το 1900 ανατέλλει το νέο Ίδρυμα με πρώτο διευθυντή τον ζωγράφο Γιώργο Ιακωβίδη».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε στο σημείο αυτό ότι είναι πραγματικά μεγάλη του τιμή που «δώδεκα χρόνια μετά την εκκίνηση των εργασιών για τη Νέα Πινακοθήκη αυτή να ανοίγει τις πόρτες της για πρώτη φορά μία μέρα πριν την επέτειο των 200 ετών από την Εθνική Παλιγγενεσία». Επεσήμανε ότι είχε τεθεί ένα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα που επετεύχθη χάρη στην υπομονή του υπουργείου Πολιτισμού, την επιστράτευση της εργατικότητας όλων των στελεχών του Υπουργείου, των εξωτερικών συνεργατών και χάρη στο ελληνικό φιλότιμο.
«Σχεδόν δύο αιώνες από τα πρώτα της αποκτήματα η Εθνική Πινακοθήκη αποτελεί ένα θησαυροφυλάκιο 20.000 έργων», είπε ο πρωθυπουργός τονίζοντας ότι η μόνιμη συλλογή της εκτίθεται για πρώτη φορά με τέτοια λαμπρότητα. «Σε αυτήν αποτυπώνεται ο δρόμος μέσα από τον οποίο η ζωγραφική της νέας Ελλάδος επηρεάστηκε από όλα τα ρεύματα του μοντερνισμού χωρίς όμως να απωλέσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παράδοσής της. Έτσι ο Κόντογλου συνυπάρχει αρμονικά με τον Μόραλη και ο Λύτρας με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Αυτός ο πλούτος της Ελλάδος, αυτός ο πλούτος του κόσμου θα απλώνεται στο εξής σε 21.000 τ.μ. με χώρους έκθεσης και φύλαξης των πολύτιμων συλλογών, με αμφιθέατρο, με βιβλιοθήκη, με υπερσύγχρονα εργαστήρια συντήρησης». Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι μέρος του κόστους καλύφθηκε από σημαντικές ιδιωτικές προσφορές με μεγαλύτερη αυτή του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
«Η νέα Πινακοθήκη επιβεβαιώνει τον ρόλο της ως κιβωτού της ελληνικής τέχνης με διεθνή ακτινοβολία, αναδεικνύοντας παράλληλα και το μερίδιό της στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Όμως η επέτειος έναρξης του αγώνα για την ελευθερία και την ανεξαρτησία στρέφει το ενδιαφέρον μας ειδικά σε 35 έργα φορτισμένα με ιστορία», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός αναφερόμενος σε έργα Ελλήνων δημιουργών ανάμεσα στο 1858 και το 1898 αλλά και στο Επεισόδιο του Ελληνικού Αγώνα του Ευγένιου Ντελακρουά, την τελευταία του προσφορά στο φιλελληνικό κίνημα και μία ακόμη κατάθεση υπέρ της επανάστασης δίπλα στην Πυρπόληση της Τουρκικής Ναυαρχίδας του Ιβάν Αϊβαζόφσκι.
Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα της ελληνικής επανάστασης είχε τότε δίπλα της Βρετανούς, Γάλλους και Ρώσους φίλους, λαούς που οδήγησαν τελικά τις κυβερνήσεις τους στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου και στις συνθήκες του Λονδίνου, αυτές που τελικά κατοχύρωσαν την εθνική ανεξαρτησία. «Και εκείνοι οι δεσμοί μαζί με την αδελφική μας σχέση με την Κύπρο δεν λύθηκαν φυσικά στο πέρασμα του χρόνου», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
Κλείνοντας ο κ. Μητσοτάκης έκανε μια ιστορική αναδρομή με αναφορά στους δεσμούς με τις χώρες που εκπροσωπούνται στην εκδήλωση αυτή και τη συνεργασία τους καθώς όπως είπε: «μαζί νικήσαμε το τέρας του Ναζισμού πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ιστορία μας θέλει σταθερούς συμπολεμιστές στις μεγάλες μάχες της ανθρωπότητας και σήμερα μας βρίσκει δίπλα δίπλα μπροστά στη ‘Λαϊκή Αγορά' του Τέτση, αυτό το εμβληματικό έργο που κοσμεί την είσοδο της νέας Πινακοθήκης. Είναι ένα έργο αφιερωμένο στην καθημερινή επικοινωνία των απλών ανθρώπων γιατί απλοί άνθρωποι έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα, με κόπο, δάκρυα, ιδρώτα και συχνά αίμα αλλά πάντα με ελπίδα».
Ο πρωθυπουργός ολοκλήρωσε την τοποθέτησή του με μια έκκληση στους υψηλούς φίλους της Ελλάδας: «Ας απαντήσουμε λοιπόν με τη σειρά μας και εμείς στην ιστορία μένοντας συνεργάτες και στην ειρήνη και στις νέες προκλήσεις που φέρνει για όλους μας το μέλλον».
Ο χαιρετισμός του πρωθυπουργού:
Εξοχοτάτη κ. Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας και κ. Κοτσώνη, Εξοχότατε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας και κα. Αναστασιάδη, Υψηλότατε Πρίγκιπα της Ουαλίας και υψηλοτάτη Δούκισσα της Κορνουάλης, Εξοχότατε Πρωθυπουργέ της Ρωσικής Ομοσπονδίας,
Κυρίες και κύριοι,
Με μεγάλη υπερηφάνεια με μεγάλη συγκίνηση, σας καλωσορίζω στην Αθήνα. Στη 200ή επέτειο της ανεξαρτησίας της Ελλάδος και στα εγκαίνια ενός κοσμήματος της πρωτεύουσας αλλά και ολόκληρης της χώρας: Της νέας Εθνικής Πινακοθήκης. Ένα εμβληματικό πολιτιστικό τοπόσημο, που συναντά ένα ανεπανάληπτο ιστορικό ορόσημο. Κτήμα, όχι μόνο των Ελλήνων. Αλλά και των ξένων φίλων μας που συμμετέχουν στην εθνική μας επέτειο. Έστω κι αν η πανδημία, τελευταία στιγμή, κράτησε κάποιους απ’ αυτούς μακριά μας, όπως τον αγαπητό μας Πρόεδρο της Γαλλίας.
Το σημερινό γεγονός στέλνει ένα ανανεωμένο μήνυμα δυναμισμού στην αυγή του τρίτου αιώνα ελευθερίας της Ελλάδας. Γιατί η Εθνική Πινακοθήκη δεν υπήρξε ποτέ ένα απλό αποθετήριο καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αλλά, αντίθετα, ήταν ένας ζωντανός οργανισμός, που συμβάδισε με την πρόοδο του έθνους.
Η ίδια η ιστορία της, άλλωστε, ακολουθεί τη διαδρομή της χώρας. Μία διαδρομή που ξεκινά από το 1829 στην Αίγινα, με τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια να συγκεντρώνει τότε πρώτος πίνακες ως πρώτο πυρήνα ενός μελλοντικού μουσείου. Και φτάνει στον μεγάλο σταθμό του το 1896. Όταν ο λόγιος και νομικός Αλέξανδρος Σούτσος κληροδοτεί στο Δημόσιο την προσωπική του περιουσία αλλά και την προσωπική του συλλογή για τη δημιουργία της Εθνικής Πινακοθήκης.
Έτσι, το 1900 ανατέλλει το νέο ίδρυμα, με πρώτο διευθυντή τον ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη. Καταλήγει εδώ στην οριστική του στέγη, το 1975. Σε αυτό το θαυμάσιο κτίριο σχεδιασμένο από τον Παύλου Μυλωνά και τον Δημήτρη Φατούρο, ένα κλασικό δείγμα του αθηναϊκού μοντερνισμού.
Είναι, πραγματικά, μεγάλη μου τιμή, που δώδεκα χρόνια μετά, δώδεκα χρόνια μετά την εκκίνηση των εργασιών για τη νέα Πινακοθήκη, αυτή να ανοίγει τις πόρτες της για πρώτη φορά μια μέρα πριν την επέτειο των 200 χρόνων από την εθνική παλιγγενεσία.
Όπως είπε και η κυρία Υπουργός, θέσαμε ένα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα και το πετύχαμε. Χάρη στην υπομονή του Υπουργείου Πολιτισμού, αλλά στην επιστράτευση της εργατικότητας όλων των στελεχών του Υπουργείου, των εξωτερικών συνεργατών, χάρη στο ελληνικό φιλότιμο, τηρήσαμε τη δέσμευση την οποία είχαμε αναλάβει.
Σχεδόν δύο αιώνες από τα πρώτα της αποκτήματα, η Εθνική Πινακοθήκη αποτελεί ένα θησαυροφυλάκιο 20.000 έργων. H μόνιμη συλλογή της εκτίθεται για πρώτη φορά με τέτοια λαμπρότητα. Σε αυτήν αποτυπώνεται ο δρόμος μέσα από τον οποίον η ζωγραφική της Νέας Ελλάδας επηρεάστηκε από όλα τα ρεύματα του μοντερνισμού. Χωρίς, ωστόσο, να απωλέσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παράδοσής της.
Έτσι, ο Κόντογλου συνυπάρχει αρμονικά με τον Μόραλη. Και ο Λύτρας με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Αυτός ο πλούτος της Ελλάδος. Αυτός ο πλούτος του κόσμου, θα απλώνεται, στο εξής, σε 21.000 τετραγωνικά μέτρα. Με χώρους έκθεσης και φύλαξης των πολύτιμων συλλογών. Με αμφιθέατρο και βιβλιοθήκη. Με υπερσύγχρονα εργαστήρια συντήρησης.
Μέρος του κόστους καλύφτηκε από σημαντικές ιδιωτικές προσφορές, με σημαντικότερη αυτή του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Κι έτσι η χώρα δέχεται, σήμερα, ένα ανεκτίμητο δώρο, στα πρώτα της βήματα στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα.
Αγαπητοί φίλοι,
Η νέα Πινακοθήκη επιβεβαιώνει τον ρόλο της ως «κιβωτού» της ελληνικής τέχνης με διεθνή ακτινοβολία. Αναδεικνύοντας, παράλληλα, και το μερίδιό της στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Όμως, η επέτειος έναρξης του Αγώνα για την Ελευθερία και την Ανεξαρτησία στρέφει το ενδιαφέρον μας ειδικά σε 35 έργα, φορτισμένα με Ιστορία.
Όχι μόνο στην «Ελλάδα Ευγνωμονούσα» και στην «Υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα» του Θόδωρου Βρυζάκη. Ή στο «Μετά την Καταστροφή των Ψαρών» του Νικολάου Γύζη. Όλα έργα Ελλήνων δημιουργών, ανάμεσα στο 1858 και στο 1898. Αλλά και στο «Επεισόδιο του Ελληνικού Αγώνα» του Ευγένιου Ντελακρουά. Την τελευταία του προσφορά στο φιλελληνικό κίνημα. Και μία ακόμη κατάθεση υπέρ της Επανάστασης δίπλα στην «Πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας» του Ιβάν Αϊβαζόφσκι. Γιατί η Ελλάδα της Εθνικής Επανάστασης είχε, τότε, δίπλα της, Βρετανούς, Γάλλους και Ρώσους φίλους. Λαούς που οδήγησαν τελικά τις κυβερνήσεις τους στη ναυμαχία του Ναυαρίνου και στις συνθήκες του Λονδίνου. Αυτές που κατοχύρωσαν την εθνική ανεξαρτησία. Και εκείνοι οι δεσμοί, μαζί με της αδελφική μας σχέση με την Κύπρο, δεν λύθηκαν, φυσικά, στο πέρασμα του χρόνου…
Στους δύο αιώνες που ακολούθησαν, πολεμήσαμε μαζί στο πλευρό της «Αντάντ», στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μαζί νικήσαμε το τέρας του Ναζισμού, πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η Ιστορία, λοιπόν, μας θέλει σταθερούς συμπολεμιστές στις μεγάλες μάχες της ανθρωπότητας.
Και σήμερα, μας βρίσκει δίπλα-δίπλα, μπροστά στη «Λαϊκή Αγορά» του Τέτση, αυτό το εμβληματικό έργο που κοσμεί την είσοδο της Νέας Πινακοθήκης. Είναι ένα έργο αφιερωμένο στην καθημερινή επικοινωνία των απλών ανθρώπων. Γιατί οι απλοί άνθρωποι έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα. Με κόπο, δάκρυα, ιδρώτα και, συχνά, αίμα. Αλλά πάντα με ελπίδα.
Υψηλοί φίλοι της χώρας μου, ας απαντήσουμε, λοιπόν, με τη σειρά μας και εμείς στην Ιστορία. Μένοντας συνεργάτες και στην ειρήνη και στις νέες προκλήσεις που φέρνει για όλους μας το μέλλον.
Καλώς ήλθατε στα εγκαίνια της νέας Εθνικής Πινακοθήκης, καλώς ήλθατε στην πατρίδα μας.
Σας ευχαριστώ.
«Με μεγάλη περηφάνια και συγκίνηση σας καλωσορίζω στην Αθήνα. Στην 200η επέτειο της ανεξαρτησίας της Ελλάδας αλλά και στα εγκαίνια ενός κοσμήματος της πρωτεύουσας αλλά και ολόκληρης της χώρας, της νέας Εθνικής Πινακοθήκης», τόνισε ο πρωθυπουργός ξεκινώντας την τοποθέτησή του.
Έκανε λόγο για «ένα εμβληματικό πολιτιστικό τοπόσημο που συναντά ένα ανεπανάληπτο ιστορικό ορόσημο» και αναφέρθηκε σε ιστορικά στοιχεία για την Εθνική Πινακοθήκη. Ο πρωθυπουργός είπε επίσης ότι το σημερινό γεγονός στέλνει ένα ανανεωμένο μήνυμα δυναμισμού στην αυγή του τρίτου αιώνα της ελευθερίας της Ελλάδος. Ανέφερε ότι η εθνική πινακοθήκη ήταν ένας ζωντανός οργανισμός που συμβάδισε με την πρόοδο του έθνους και η ίδια η ιστορία της συμβάδισε με την ιστορία της χώρας, ξεκινώντας από την Αίγινα το 1829 και τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια να συγκεντρώνει τα πρώτα έργα που αποτέλεσαν τον πρώτο πυρήνα για ένα μελλοντικό μουσείο. Ως σημαντικό σταθμό της ιστορίας της ανέφερε το 1896 όταν ο λόγιος και νομικός Αλέξανδρος Σούτσος κληροδότησε στο δημόσιο την προσωπική του περιουσία αλλά και την προσωπική του συλλογή για τη δημιουργία της Εθνικής Πινακοθήκης. «Έτσι το 1900 ανατέλλει το νέο Ίδρυμα με πρώτο διευθυντή τον ζωγράφο Γιώργο Ιακωβίδη».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόνισε στο σημείο αυτό ότι είναι πραγματικά μεγάλη του τιμή που «δώδεκα χρόνια μετά την εκκίνηση των εργασιών για τη Νέα Πινακοθήκη αυτή να ανοίγει τις πόρτες της για πρώτη φορά μία μέρα πριν την επέτειο των 200 ετών από την Εθνική Παλιγγενεσία». Επεσήμανε ότι είχε τεθεί ένα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα που επετεύχθη χάρη στην υπομονή του υπουργείου Πολιτισμού, την επιστράτευση της εργατικότητας όλων των στελεχών του Υπουργείου, των εξωτερικών συνεργατών και χάρη στο ελληνικό φιλότιμο.
«Σχεδόν δύο αιώνες από τα πρώτα της αποκτήματα η Εθνική Πινακοθήκη αποτελεί ένα θησαυροφυλάκιο 20.000 έργων», είπε ο πρωθυπουργός τονίζοντας ότι η μόνιμη συλλογή της εκτίθεται για πρώτη φορά με τέτοια λαμπρότητα. «Σε αυτήν αποτυπώνεται ο δρόμος μέσα από τον οποίο η ζωγραφική της νέας Ελλάδος επηρεάστηκε από όλα τα ρεύματα του μοντερνισμού χωρίς όμως να απωλέσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παράδοσής της. Έτσι ο Κόντογλου συνυπάρχει αρμονικά με τον Μόραλη και ο Λύτρας με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Αυτός ο πλούτος της Ελλάδος, αυτός ο πλούτος του κόσμου θα απλώνεται στο εξής σε 21.000 τ.μ. με χώρους έκθεσης και φύλαξης των πολύτιμων συλλογών, με αμφιθέατρο, με βιβλιοθήκη, με υπερσύγχρονα εργαστήρια συντήρησης». Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε ότι μέρος του κόστους καλύφθηκε από σημαντικές ιδιωτικές προσφορές με μεγαλύτερη αυτή του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
«Η νέα Πινακοθήκη επιβεβαιώνει τον ρόλο της ως κιβωτού της ελληνικής τέχνης με διεθνή ακτινοβολία, αναδεικνύοντας παράλληλα και το μερίδιό της στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Όμως η επέτειος έναρξης του αγώνα για την ελευθερία και την ανεξαρτησία στρέφει το ενδιαφέρον μας ειδικά σε 35 έργα φορτισμένα με ιστορία», υπογράμμισε ο πρωθυπουργός αναφερόμενος σε έργα Ελλήνων δημιουργών ανάμεσα στο 1858 και το 1898 αλλά και στο Επεισόδιο του Ελληνικού Αγώνα του Ευγένιου Ντελακρουά, την τελευταία του προσφορά στο φιλελληνικό κίνημα και μία ακόμη κατάθεση υπέρ της επανάστασης δίπλα στην Πυρπόληση της Τουρκικής Ναυαρχίδας του Ιβάν Αϊβαζόφσκι.
Υπογράμμισε ότι η Ελλάδα της ελληνικής επανάστασης είχε τότε δίπλα της Βρετανούς, Γάλλους και Ρώσους φίλους, λαούς που οδήγησαν τελικά τις κυβερνήσεις τους στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου και στις συνθήκες του Λονδίνου, αυτές που τελικά κατοχύρωσαν την εθνική ανεξαρτησία. «Και εκείνοι οι δεσμοί μαζί με την αδελφική μας σχέση με την Κύπρο δεν λύθηκαν φυσικά στο πέρασμα του χρόνου», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός.
Κλείνοντας ο κ. Μητσοτάκης έκανε μια ιστορική αναδρομή με αναφορά στους δεσμούς με τις χώρες που εκπροσωπούνται στην εκδήλωση αυτή και τη συνεργασία τους καθώς όπως είπε: «μαζί νικήσαμε το τέρας του Ναζισμού πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ιστορία μας θέλει σταθερούς συμπολεμιστές στις μεγάλες μάχες της ανθρωπότητας και σήμερα μας βρίσκει δίπλα δίπλα μπροστά στη ‘Λαϊκή Αγορά' του Τέτση, αυτό το εμβληματικό έργο που κοσμεί την είσοδο της νέας Πινακοθήκης. Είναι ένα έργο αφιερωμένο στην καθημερινή επικοινωνία των απλών ανθρώπων γιατί απλοί άνθρωποι έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα, με κόπο, δάκρυα, ιδρώτα και συχνά αίμα αλλά πάντα με ελπίδα».
Ο πρωθυπουργός ολοκλήρωσε την τοποθέτησή του με μια έκκληση στους υψηλούς φίλους της Ελλάδας: «Ας απαντήσουμε λοιπόν με τη σειρά μας και εμείς στην ιστορία μένοντας συνεργάτες και στην ειρήνη και στις νέες προκλήσεις που φέρνει για όλους μας το μέλλον».
Ο χαιρετισμός του πρωθυπουργού:
Εξοχοτάτη κ. Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας και κ. Κοτσώνη, Εξοχότατε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας και κα. Αναστασιάδη, Υψηλότατε Πρίγκιπα της Ουαλίας και υψηλοτάτη Δούκισσα της Κορνουάλης, Εξοχότατε Πρωθυπουργέ της Ρωσικής Ομοσπονδίας,
Κυρίες και κύριοι,
Με μεγάλη υπερηφάνεια με μεγάλη συγκίνηση, σας καλωσορίζω στην Αθήνα. Στη 200ή επέτειο της ανεξαρτησίας της Ελλάδος και στα εγκαίνια ενός κοσμήματος της πρωτεύουσας αλλά και ολόκληρης της χώρας: Της νέας Εθνικής Πινακοθήκης. Ένα εμβληματικό πολιτιστικό τοπόσημο, που συναντά ένα ανεπανάληπτο ιστορικό ορόσημο. Κτήμα, όχι μόνο των Ελλήνων. Αλλά και των ξένων φίλων μας που συμμετέχουν στην εθνική μας επέτειο. Έστω κι αν η πανδημία, τελευταία στιγμή, κράτησε κάποιους απ’ αυτούς μακριά μας, όπως τον αγαπητό μας Πρόεδρο της Γαλλίας.
Το σημερινό γεγονός στέλνει ένα ανανεωμένο μήνυμα δυναμισμού στην αυγή του τρίτου αιώνα ελευθερίας της Ελλάδας. Γιατί η Εθνική Πινακοθήκη δεν υπήρξε ποτέ ένα απλό αποθετήριο καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αλλά, αντίθετα, ήταν ένας ζωντανός οργανισμός, που συμβάδισε με την πρόοδο του έθνους.
Η ίδια η ιστορία της, άλλωστε, ακολουθεί τη διαδρομή της χώρας. Μία διαδρομή που ξεκινά από το 1829 στην Αίγινα, με τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια να συγκεντρώνει τότε πρώτος πίνακες ως πρώτο πυρήνα ενός μελλοντικού μουσείου. Και φτάνει στον μεγάλο σταθμό του το 1896. Όταν ο λόγιος και νομικός Αλέξανδρος Σούτσος κληροδοτεί στο Δημόσιο την προσωπική του περιουσία αλλά και την προσωπική του συλλογή για τη δημιουργία της Εθνικής Πινακοθήκης.
Έτσι, το 1900 ανατέλλει το νέο ίδρυμα, με πρώτο διευθυντή τον ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη. Καταλήγει εδώ στην οριστική του στέγη, το 1975. Σε αυτό το θαυμάσιο κτίριο σχεδιασμένο από τον Παύλου Μυλωνά και τον Δημήτρη Φατούρο, ένα κλασικό δείγμα του αθηναϊκού μοντερνισμού.
Είναι, πραγματικά, μεγάλη μου τιμή, που δώδεκα χρόνια μετά, δώδεκα χρόνια μετά την εκκίνηση των εργασιών για τη νέα Πινακοθήκη, αυτή να ανοίγει τις πόρτες της για πρώτη φορά μια μέρα πριν την επέτειο των 200 χρόνων από την εθνική παλιγγενεσία.
Όπως είπε και η κυρία Υπουργός, θέσαμε ένα ασφυκτικό χρονοδιάγραμμα και το πετύχαμε. Χάρη στην υπομονή του Υπουργείου Πολιτισμού, αλλά στην επιστράτευση της εργατικότητας όλων των στελεχών του Υπουργείου, των εξωτερικών συνεργατών, χάρη στο ελληνικό φιλότιμο, τηρήσαμε τη δέσμευση την οποία είχαμε αναλάβει.
Σχεδόν δύο αιώνες από τα πρώτα της αποκτήματα, η Εθνική Πινακοθήκη αποτελεί ένα θησαυροφυλάκιο 20.000 έργων. H μόνιμη συλλογή της εκτίθεται για πρώτη φορά με τέτοια λαμπρότητα. Σε αυτήν αποτυπώνεται ο δρόμος μέσα από τον οποίον η ζωγραφική της Νέας Ελλάδας επηρεάστηκε από όλα τα ρεύματα του μοντερνισμού. Χωρίς, ωστόσο, να απωλέσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της παράδοσής της.
Έτσι, ο Κόντογλου συνυπάρχει αρμονικά με τον Μόραλη. Και ο Λύτρας με τον Χατζηκυριάκο-Γκίκα. Αυτός ο πλούτος της Ελλάδος. Αυτός ο πλούτος του κόσμου, θα απλώνεται, στο εξής, σε 21.000 τετραγωνικά μέτρα. Με χώρους έκθεσης και φύλαξης των πολύτιμων συλλογών. Με αμφιθέατρο και βιβλιοθήκη. Με υπερσύγχρονα εργαστήρια συντήρησης.
Μέρος του κόστους καλύφτηκε από σημαντικές ιδιωτικές προσφορές, με σημαντικότερη αυτή του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Κι έτσι η χώρα δέχεται, σήμερα, ένα ανεκτίμητο δώρο, στα πρώτα της βήματα στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα.
Αγαπητοί φίλοι,
Η νέα Πινακοθήκη επιβεβαιώνει τον ρόλο της ως «κιβωτού» της ελληνικής τέχνης με διεθνή ακτινοβολία. Αναδεικνύοντας, παράλληλα, και το μερίδιό της στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Όμως, η επέτειος έναρξης του Αγώνα για την Ελευθερία και την Ανεξαρτησία στρέφει το ενδιαφέρον μας ειδικά σε 35 έργα, φορτισμένα με Ιστορία.
Όχι μόνο στην «Ελλάδα Ευγνωμονούσα» και στην «Υποδοχή του Λόρδου Βύρωνα» του Θόδωρου Βρυζάκη. Ή στο «Μετά την Καταστροφή των Ψαρών» του Νικολάου Γύζη. Όλα έργα Ελλήνων δημιουργών, ανάμεσα στο 1858 και στο 1898. Αλλά και στο «Επεισόδιο του Ελληνικού Αγώνα» του Ευγένιου Ντελακρουά. Την τελευταία του προσφορά στο φιλελληνικό κίνημα. Και μία ακόμη κατάθεση υπέρ της Επανάστασης δίπλα στην «Πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας» του Ιβάν Αϊβαζόφσκι. Γιατί η Ελλάδα της Εθνικής Επανάστασης είχε, τότε, δίπλα της, Βρετανούς, Γάλλους και Ρώσους φίλους. Λαούς που οδήγησαν τελικά τις κυβερνήσεις τους στη ναυμαχία του Ναυαρίνου και στις συνθήκες του Λονδίνου. Αυτές που κατοχύρωσαν την εθνική ανεξαρτησία. Και εκείνοι οι δεσμοί, μαζί με της αδελφική μας σχέση με την Κύπρο, δεν λύθηκαν, φυσικά, στο πέρασμα του χρόνου…
Στους δύο αιώνες που ακολούθησαν, πολεμήσαμε μαζί στο πλευρό της «Αντάντ», στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Μαζί νικήσαμε το τέρας του Ναζισμού, πληρώνοντας βαρύ φόρο αίματος, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Η Ιστορία, λοιπόν, μας θέλει σταθερούς συμπολεμιστές στις μεγάλες μάχες της ανθρωπότητας.
Και σήμερα, μας βρίσκει δίπλα-δίπλα, μπροστά στη «Λαϊκή Αγορά» του Τέτση, αυτό το εμβληματικό έργο που κοσμεί την είσοδο της Νέας Πινακοθήκης. Είναι ένα έργο αφιερωμένο στην καθημερινή επικοινωνία των απλών ανθρώπων. Γιατί οι απλοί άνθρωποι έχτισαν τη σύγχρονη Ελλάδα. Με κόπο, δάκρυα, ιδρώτα και, συχνά, αίμα. Αλλά πάντα με ελπίδα.
Υψηλοί φίλοι της χώρας μου, ας απαντήσουμε, λοιπόν, με τη σειρά μας και εμείς στην Ιστορία. Μένοντας συνεργάτες και στην ειρήνη και στις νέες προκλήσεις που φέρνει για όλους μας το μέλλον.
Καλώς ήλθατε στα εγκαίνια της νέας Εθνικής Πινακοθήκης, καλώς ήλθατε στην πατρίδα μας.
Σας ευχαριστώ.