Η μάχη Καραμανλή, Μπακογιάννη, Σαμαρά με φόντο την εκλογή προέδρου στη ΝΔ
<p>Οι τέσσερις διεκδικητές της προεδρίας και οι εσωκομματικές ισορροπίες</p>
Tης Μαριάνας Πυργιώτη -Εφημερίδα ΕΠΕΝΔΥΣΗ
«Μην αναρωτιέσαι γιατί η κούρσα διαδοχής είναι τόσο άγρια. Αυτή τη φορά ποδοπατιούνται οι ελέφαντες του συστήματος στο παρασκήνιο» σχολίαζε πρώην «γαλάζιος» υπουργός που έχει πάρει αποστάσεις… ασφαλείας από την εσωκομματική διαδικασία. Εχει δίκιο ως προς το γεγονός ότι η αιτία αφορά περισσότερο το παρασκήνιο, καθώς στο προσκήνιο θεωρητικά οι τέσσερις υποψηφιότητες δεν έχουν στοιχεία ικανά να προκαλέσουν τέτοια ένταση.
Ο παλιός, σταθερός και, πάντως, όχι συγκρουσιακός εσωκομματικά Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ο μετριοπαθής πολιτικά, με καθαρό φιλελεύθερο πρόσημο και αστική πολιτική κουλτούρα Κυριάκος Μητσοτάκης, ο πληθωρικός, καθαρόαιμος δεξιός -πλην εκ μετεγγραφής, άρα τρεις φορές πιο προσεκτικός σε θέματα ενότητας- Αδωνις Γεωργιάδης και, τέλος, ο Μακεδόνας νέος, δυναμικός και από επιλογή «ανυπάκουος» στο εκάστοτε σύστημα Απόστολος Τζιτζικώστας δεν κουβαλούν ούτε το ένα δέκατο του φορτίου που, π.χ., υπήρχε στη μάχη Σαμαρά - Μπακογιάννη ή, πιο πριν, Καραμανλή - Σουφλιά - Εβερτ.
Ενας από τους λόγους που οι απλοί νεοδημοκράτες ενοχλούνται και στέκουν αμήχανοι είναι ότι βλέπουν μεν την αρένα και τους μονομάχους, αλλά δεν μπορούν να καταλάβουν πώς προκύπτει από τους συγκεκριμένους τόση ένταση. Διότι, η ένταση είναι παρασκηνιακή και πρωταγωνιστεί ένα άλλου ειδικού βάρους τρίγωνο: Καραμανλής - Μπακογιάννη - Σαμαράς...
Ο πρώην πρωθυπουργός και «ιδιοκτήτης του κόμματος», όπως συνηθίζεται να αποκαλείται, αυτή τη φορά αποφάσισε να εκδηλώσει την προτίμησή του, αλλά και την αντίθεσή του. Η επιλογή του ήταν ο Β. Μεϊμαράκης και, μη γελιέστε, δεν υπήρχε περίπτωση να την εκφράσει καθαρά, θα ήταν ουδέτερος με ελαφριά… προτίμηση, δηλαδή, αν δεν έμπαινε στον αγώνα ο Απ. Τζιτζικώστας. Ούτε ο Κυρ. Μητσοτάκης ούτε φυσικά ο Αδ. Γεωργιάδης θα προκαλούσαν ποτέ αφύπνιση της σαρωτικής καραμανλικής «μηχανής» ανά την Ελλάδα. Αλλά η ανυπακοή Τζιτζικώστα στη συμβουλή «περίμενε», σε συνδυασμό με το 72% που είχε πάρει στη δεύτερη μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας και την απήχηση που είχε σε όλο τον Βορρά, το γεωγραφικό προπύργιο της ΝΔ, δεν άφησαν περιθώρια «χαλαρής» αντιμετώπισης.
Στο ίδιο ακριβώς πνεύμα είναι και η Ντόρα Μπακογιάννη, για άλλους λόγους. Ο πρώτος έχει όνομα και επώνυμο: Κώστας Μπακογιάννης. Ο περιφερειάρχης Στερεάς Ελλάδας, συνομήλικος του Απόστολου, επίσης, δημοφιλής, αλλά πολύ πιο «άγουρος» πολιτικά. Ο δεύτερος λόγος είναι το τελευταίο κεφάλαιο στη δική της εξαιρετικά δυναμική πορεία από το 1990 έως σήμερα, που, όμως, δεν κατέληξε στην αρχηγία. Το αξιοπερίεργο είναι ότι αν αυτή τη φορά κατέβαινε υποψήφια, ειδικά αν η εκλογή γινόταν νωρίτερα, θα είχε τις μεγαλύτερες και σοβαρότερες πιθανότητες να ηγηθεί της ΝΔ. Με τον Β. Μεϊμαράκη, με τον οποίο έχει μια πολύ στενή -παρά τις κατά καιρούς διαφωνίες- σχέση, θα μπορεί να παίξει έναν σημαντικό και ουσιαστικά και τυπικά ρόλο.
Τέλος, το τρίτο πρόσωπο είναι ο Αντώνης Σαμαράς. Που μετά τις εκλογές θέλησε να παρατείνει μια -εκ των πραγμάτων- θνησιγενή προεδρική θητεία, καταλήγοντας σε μια καθυστερημένη αποχώρηση, ένα προσωρινό δαχτυλίδι και μια βαθύτατη προσωπική πικρία προς όλους όσοι κατά τη γνώμη του δεν αναγνώρισαν τον κυβερνητικό αγώνα του. Απέναντι, λοιπόν, με πάθος και στον Καραμανλή και στην Μπακογιάννη και στον Μεϊμαράκη, με μια πρόσφατη χαρακτηριστική δήλωση ότι είναι «ακόμη εδώ» είδε στον Αδ. Γεωργιάδη από τη μία και τον Απ. Τζιτζικώστα από την άλλη, τα πιθανά «οχήματα» μιας μάχης που ο ίδιος συνεχίζει να δίνει.
Ο γρίφος με τον πρόεδρο και τα σενάρια της επόμενης ημέρας
Αν αυτό είναι το τρίγωνο, τότε ποιο είναι το τετράγωνο; Το τετράγωνο είναι πολύ σημαντικότερο και ευρύτερο. Είναι λιγότερο καθαρό, αλλά εξίσου υπαρκτό πολιτικά, με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Προκόπη Παυλόπουλο και τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να ορίζουν το κυρίαρχο δίπολο, αλλά τον Κ. Καραμανλή και τον επόμενο πρόεδρο της ΝΔ να ορίζουν το άλλο δίπολο, με τις αόρατες ή ορατές ευθείες να συνθέτουν το τετράγωνο σχήμα. Ο πολιτικός χρόνος, που παραμένει πυκνός, είναι το κλειδί. Αν η κρίση έχει καταπιεί έξι κυβερνήσεις σε έξι χρόνια, η μακροημέρευση της… έβδομης είναι σαν να παίζει κανείς πολιτικό λόττο. Ο μέσος όρος ζωής των κυβερνήσεων κρίσης είναι λιγότερος από δύο χρόνια και τα ποσοστά των δύο πρώτων κομμάτων πέφτουν συνεχώς.
Παράλληλα, ο χρόνος της χώρας μετράει επικίνδυνα αντίστροφα, ειδικά όταν οι δυνάμεις που θέλουν την Ελλάδα εκτός ευρώ θα δώσουν την κατάλληλη στιγμή μία ακόμη μάχη. Η δεύτερη κυβέρνηση Τσίπρα μπορεί σύντομα να δώσει τη θέση της σε τρίτη, χωρίς εκλογές, αλλά από την παρούσα Βουλή, με τη συμμετοχή άλλων κομμάτων, όπως το ΠΑΣΟΚ ή το Ποτάμι. Η ΝΔ ως αξιωματική αντιπολίτευση μπορεί να κληθεί αργότερα και κάτω από δραματικές -ξανά- συνθήκες να συνεργαστεί με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο για τη δημιουργία μιας μεγάλης πλειοψηφικά κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Από τη δική της στάση και θέση μπορεί να κριθεί αν, π.χ., θα γίνουν ή δεν θα γίνουν εκλογές, αν κλυδωνιστεί ξανά ο ΣΥΡΙΖΑ, αν θα δημιουργηθεί μεγάλη συμμαχία από την παρούσα σύνθεση του Κοινοβουλίου.
Ολα αυτά που αφορούν ευρύτερα του πολιτικού συστήματα, εντός και εκτός Ελλάδας, σχετίζονται άμεσα με το πρόσωπο του νέου αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το πού θα θελήσει να οδηγήσει τη ΝΔ και τι είδους σχεδιασμό θα έχει ο ίδιος για τον εαυτό του. Εν προκειμένω, όσο πιο «ασφαλής» είναι η επιλογή στις κάλπες της 22ας Νοεμβρίου τόσο πιο «σταθεροποιημένο» θα είναι το ευρύτερο πολιτικό σκηνικό, αν και εφόσον χρειαστεί να πάρει δύσκολες αποφάσεις από κοινού. Κάτι που το γνωρίζουν όλοι στο πολιτικό, επιχειρηματικό εγχώριο και διεθνές περιβάλλον. Γι’ αυτό και λειτουργούν αντιστοίχως παρεμβατικά σ’ αυτή τη φαινομενικά μικρής σημασίας μάχη διαδοχής…