Του Γιώργου Τόλη - Εφημερίδα Παραπολιτικά

Τον περασμένο Νοέμβριο, ένα ρωσικό αεροσκάφος SU-24 κατέπεσε στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία. Τα απρόκλητα τουρκικά πυρά που οδήγησαν στην πτώση του και στον θάνατο του πιλότου του δεν πυροδότησαν μόνο σοβαρές εξελίξεις στη διπλωματική σκακιέρα, καθώς δύο υπερδυνάμεις βρέθηκαν ξαφνικά αντιμέτωπες μετά από πολυετή συνεργασία, αλλά προκάλεσαν και «πάγωμα» των σχέσεων της Μόσχας με την Αγκυρα σε όλους τους τομείς, οι οποίες όμως έχουν αρχίσει να αναθερμαίνονται μετά και την επικείμενη συνάντηση Ερντογάν - Πούτιν. Η εξέλιξη αυτή ωφέλησε την Ελλάδα με έναν απροσδόκητο τρόπο. Ανάμεσα στα πρώτα οικονομικά «αντίποινα» του Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν η απαγόρευση των ταξιδιών Ρώσων πολιτών στην Τουρκία.

Το γεγονός αυτό κατάφερε ισχυρό οικονομικό πλήγμα στη γείτονα, στην οποία ο τουρισμός είχε γνωρίσει σημαντική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, προσελκύοντας χιλιάδες τουρίστες από άλλες μεσογειακές χώρες και πρώτιστα από την Ελλάδα. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, το πρώτο εξάμηνο του 2016 επισκέφθηκαν την Τουρκία μόλις 184.000 Ρώσοι τουρίστες, νούμερο που συνεπάγεται πτώση της τάξης του 87% συγκριτικά με το 2015 και απώλεια 840 εκατομμυρίων δολαρίων για τη χώρα του Ερντογάν.

Ο μεγαλύτερος αριθμός των Ρώσων που σκόπευαν να ταξιδέψουν στην Τουρκία το καλοκαίρι στράφηκαν στην Ελλάδα. Η Αθήνα είχε ανέκαθεν άριστες σχέσεις με τη Μόσχα, υποδεχόμενη χιλιάδες τουρίστες όχι μόνο για παραθερισμό, αλλά και για θρησκευτικό τουρισμό. Τα νέα δεδομένα με την Αγκυρα όμως οδήγησαν σε τεράστια αύξηση του ρωσικού ενδιαφέροντος για ταξίδι στην Ελλάδα, πιάνοντας την ελληνική πλευρά στον… ύπνο.  

ΟΥΡΕΣ. Στα ελληνικά προξενεία στη Μόσχα, την Αγία Πετρούπολη και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Ρωσίας σχηματίστηκαν ξαφνικά ουρές από πολίτες που ήθελαν να εκδώσουν βίζα, για να έχουν δικαίωμα να ταξιδέψουν στην Ελλάδα. Η πρωτόγνωρη ζήτηση σε συνδυασμό με την εφαρμογή της νέας, αυστηρής βιομετρικής θεώρησης για έκδοση βίζας, που έκανε τη διαδικασία ακόμα πιο χρονοβόρα, ανέδειξε το πρόβλημα της υποστελέχωσης των ελληνικών προξενείων.

Ετσι, για την έκδοση μίας βίζας απαιτούνταν δέκα εργάσιμες ημέρες στο προξενείο της Μόσχας, ενώ στην περιφέρεια είκοσι, λόγω του ελλιπούς προσωπικού. Αντιλαμβανόμενο τη νέα πραγματικότητα και μπροστά στον κίνδυνο να «χαθούν» χιλιάδες τουρίστες για την Ελλάδα λόγω της υποστελέχωσης, το υπουργείο Εξωτερικών ξεκίνησε τον Μάρτιο προσπάθειες για ενίσχυση των προξενείων, κυρίως στη Μόσχα, για να μπορεί να διεκπεραιώνει τις αιτήσεις πιο γρήγορα. Από τις αρχές Μαΐου οι εργαζόμενοι στο προξενείο της ρωσικής πρωτεύουσας αυξήθηκαν από 40 σε 100, ενώ άνοιξαν περισσότερα κέντρα αιτήσεων στη χώρα, φτάνοντας συνολικά τα είκοσι οκτώ.

«Είχαμε κάποια μικροπροβλήματα το πρώτο διάστημα, αλλά τώρα τα πράγματα κυλούν ομαλά», δήλωσε στα «Π» ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στη Μόσχα, Γιάννης Πεδιώτης. «Αυτή τη στιγμή ικανοποιούμε σχεδόν 5.000 αιτήσεις την ημέρα και θα μπορούσαμε να εξυπηρετήσουμε και περισσότερες», είπε και εξήγησε πως πλέον το μεγαλύτερο πρόβλημα για ένα ταξίδι στην Ελλάδα είναι η οικονομία και όχι η βίζα: «Το ρούβλι έχει πέσει πολύ την τελευταία διετία και έχει στερήσει από πολλούς τη δυνατότητα να ταξιδέψουν στο εξωτερικό».

Ωστόσο, ο αριθμός των αιτήσεων για βίζα παραμένει πολύ μεγάλος, με συνέπεια να προκαλεί σοβαρό πρόβλημα χώρου στο κτίριο του προξενείου. Για τον λόγο αυτόν, το υπουργείο Εξωτερικών ενέκρινε στις 3 Αυγούστου δαπάνη ύψους 6.012,71 ευρώ για την αγορά τριών κοντέινερ, συνολικής χωρητικότητας 40 κυβικών μέτρων, στα οποία θα αποθηκευτεί ο τεράστιος όγκος χαρτιού.

Η απόφαση για την αγορά των κοντέινερ από το ΥΠΕΞ

«Αυτή τη στιγμή, το υπόγειο και το γκαράζ του προξενείου είναι γεμάτα. Εχουμε κιβώτια με χαρτιά ακόμα και στις σκάλες. Τα κοντέινερ είναι μια καλή λύση για το πρόβλημα. Θα τοποθετηθούν στο εξωτερικό πάρκινγκ του προξενείου και θα μπορέσει επιτέλους να αποσυμφορηθεί το κτίριο», εξηγεί ο κ. Πεδιώτης, προσθέτοντας πως ο μεγάλος όγκος χαρτιού οφείλεται στη νομοθεσία, που επιβάλλει την αποθήκευση όλων των αιτήσεων για τρία χρόνια. Το ενδιαφέρον των Ρώσων για την Ελλάδα παραμένει αμείωτο και οι αιτήσεις συνεχίζουν να έρχονται μαζικά ακόμα και στο μέσον του Αυγούστου. Η κίνηση αναμένεται να μειωθεί μετά τον Σεπτέμβριο.