Μυστικά στο Μαξίμου στέλεχος της Siemens
<p>Το ραντεβού των Robert Sikellis και Πάνου Ξυνή με τον Τζανακόπουλο και νομικούς της κυβέρνησης</p>
Του Δημήτρη Γιαννακόπουλου-Εφημερίδα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ
Την Τετάρτη το πρωί, δύο κομψοί άνδρες μπήκαν στο Μέγαρο Μαξίμου από τη μικρή, μαύρη σιδερένια πόρτα της πίσω πλευράς. Παλαιότερα είχαν εισέλθει στον ίδιο χώρο από την κύρια είσοδο της Ηρώδου του Αττικού, όμως τώρα, από τη στιγμή που η επίσκεψή τους ήταν άτυπη και προπάντων μυστική, δεν θα μπορούσε να ακολουθηθεί η ίδια εθιμοτυπία, ως αρμόζει σε περιπτώσεις εκπροσώπων πολυεθνικών ομίλων.
Eτσι, ο Ελληνοαμερικανός Robert (Bob) Sikellis, Νο 2 της μητρικής Siemens στη Γερμανία, ως επικεφαλής της Διεύθυνσης Διαφάνειας, και ο διευθύνων σύμβουλος της ελληνικής θυγατρικής, Πάνος Ξυνής, ανέβηκαν τη στενή, ξύλινη σκάλα, για να φτάσουν στον κεντρικό χώρο του Μαξίμου, όπου βρίσκονται τα γραφεία του πρωθυπουργού και των συνεργατών του. Πιθανόν να επιθυμούσαν και μία επαφή -έστω ολιγόλεπτη- με τον κ. Τσίπρα, όμως περιθώρια για τέτοιες προσδοκίες δεν υπήρξαν. Το ραντεβού είχε κλειστεί κατόπιν πρωτοβουλίας του «μεγάλου αφεντικού» της Siemens, Joe Kaeser. Κατευθύνθηκαν, λοιπόν, στο γραφείο του διευθυντή του πρωθυπουργού, όπου τους περίμεναν ο Δ. Τζανακόπουλος και οι νομικοί του Μαξίμου. Η συζήτηση ήταν απαιτητική εκατέρωθεν.
Τα στελέχη της Siemens ζητούσαν την υλοποίηση της «συμφωνίας συμβιβασμού» που υπογράφηκε τον Αύγουστο του 2012 (την παραμονή της πρώτης τετ-α-τετ συνάντησης του Αντώνη Σαμαρά με τη Γερμανίδα καγκελάριο, Αγκελα Μέρκελ, στο Βερολίνο) μεταξύ του ελληνικού δημοσίου το οποίο εκπροσωπείτο από τον υπ. Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, και των επιτελών της εταιρείας, Πάνου Ξυνή και Bob Sikellis, καθώς ο τελευταίος υπηρετούσε τότε ως γενικός διευθυντής του νομικού τμήματος της Siemens Ελλάς.
ΣΚΛΗΡΗ ΣΤΑΣΗ
«Δώστε μας ονόματα πολιτικών, κρατικών λειτουργών και υψηλόβαθμων παραγόντων οργανισμών που ενεπλάκησαν στις μίζες, για να ξεκινήσουμε την κουβέντα», έλεγε ο κ. Τζανακόπουλος, προβάλλοντας παράλληλα αξιώσεις για αναπροσαρμογή του εξωδικαστικού συμβιβασμού. «Δεν έχουμε άλλα. Σας έχουμε ενημερώσει σχετικά για όσους καταφέραμε να βρούμε», επέμεναν οι εκπρόσωποι της εταιρείας, δείχνοντας προς την πλευρά αξιωματούχων των κυβερνήσεων Σημίτη. Η ελληνική απαίτηση επανερχόταν συνεχώς από τον κ. Τζανακόπουλο, ο οποίος ακολούθησε έως το τέλος σκληρή στάση. «Πείτε μας ποιοι άλλοι είναι», επαναλάμβανε μονότονα.
Δεν το έλεγε χωρίς λόγο. Από τον Μάρτιο του 2008 στελέχη της μητρικής που σήμερα υπηρετούν στην κεντρική διοίκηση της εταιρείας ομολογούσαν ότι είχε διακινηθεί «μαύρο» χρήμα προς τα κόμματα. Τον περασμένο Απρίλιο είχε δει το φως της δημοσιότητας επίσημο πρακτικό του Συλλόγου Εργαζομένων της Siemens Ελλάς εκείνης της περιόδου, με απόψεις παραγόντων σύμφωνα με τις οποίες τα κόμματα δωροδοκούνταν και από άλλες μεγάλες επιχειρήσεις. Επίσης, προ εξαετίας, καταθέτοντας στην Εξεταστική Επιτροπή για το σκάνδαλο της Siemens, ο διεθνής διαχειριστής των «μαύρων» ταμείων, Ράινχαρντ Σίκατσεκ, είχε δηλώσει πως γνώριζε για τα «λαδώματα» στην Ελλάδα, χωρίς να αποκαλύψει ονόματα, αφού κάθε φορά που τον ρωτούσαν παρέπεμπε τους βουλευτές στον Μιχάλη Χριστοφοράκο. Τόσο ο Μ. Χριστοφοράκος όσο και ο επίσης καταζητούμενος Χρήστος Καραβέλας φαίνεται πως έχουν πλήρη γνώση για τα πολιτικά πρόσωπα και τους παράγοντες του δημόσιου βίου που ενθυλάκωσαν «μαύρα» χρήματα. Εξάλλου, από αλληλογραφία μεταξύ επιτελών του ομίλου, η οποία ανεδείχθη σε μερίδα του Τύπου μόλις φέτος, προέκυψε ότι ο Χρ. Καραβέλας συμμετείχε σε κλειστές συσκέψεις της εταιρείας ακόμη και μετά το 1998, όταν είχε εκδιωχθεί από τη Siemens Ελλάδος.
ΣΤΟ ΜΟΝΑΧΟ
Είναι φανερό, λοιπόν, ότι ο J. Kaeser ζήτησε τη συνάντηση της Τετάρτης διότι βιάζεται να υπερβεί το εμπόδιο της εφαρμογής του εξωδικαστικού συμβιβασμού και η εταιρεία του να επανέλθει στους διαγωνισμούς έργων-προμηθειών, όπως έκανε επί δεκαετίες.
Ωστόσο, ανάλογα ζωηρό ενδιαφέρον επιδεικνύει και η κυβέρνηση, αλλά για την «πίσω αυλή» των δραστηριοτήτων της Siemens στην Ελλάδα.
Αλλωστε, κλιμάκιο στελεχών των εποπτικών Αρχών μετέβη προ καιρού στην έδρα του γερμανικού κολοσσού με σκοπό να αντλήσει περισσότερα στοιχεία, ενώ στη σύσκεψη συμφωνήθηκε η εκ νέου αποστολή Ελλήνων στα κεντρικά γραφεία της Siemens στο Μόναχο και… όχι μόνο. Τι σημαίνει αυτό; Οτι αφού δεν μπορούν να δοθούν τα ονόματα από την εταιρεία, θα υπάρξει καλύτερη δικαστική συνδρομή από γερμανικής πλευράς, που έως τώρα κινείται μεταξύ επιδεικτικής απροθυμίας και αποπροσανατολισμού.
ΠΙΕΣΕΙΣ
Πρόσφατα, ο πρωθυπουργός συμπεριέλαβε στο μήνυμά του προς το Βερολίνο για τις γερμανικές αποζημιώσεις ότι η Ελλάδα θα παραμείνει αμετακίνητη στο θέμα της αναδιαπράγματευσης του συμβιβασμού με τη Siemens. Τον περασμένο Ιούνιο, προ του κλεισίματος της αξιολόγησης, είχε δεχθεί ασφυκτικές πιέσεις από την Αγκελα Μέρκελ να περιορίσει τις αξιώσεις του από την εταιρεία, αλλά τελικώς δεν ενέδωσε. Είχε, δε, εξαγγείλει τη σύσταση ειδικής επιτροπής εμπειρογνωμόνων από τη Βουλή για την εξέταση του επίμαχου ζητήματος. Πολύ απλά γιατί η υπογραφείσα από τους κ. Στουρνάρα, Sikellis και Ξυνή συμφωνία αφορούσε στην παροχή από την πλευρά της Siemens 80 εκατ. ευρώ για εισπρακτέες απαιτήσεις του Δημοσίου και άλλων τόσων σε… επιμορφωτικά σεμινάρια, ενώ η ζημιά που έχουν υποστεί τα κρατικά ταμεία από τις υπερκοστολογήσεις και τις μίζες υπερβαίνει τα 2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής του 2011.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ στον «εξωδικαστικό συμβιβασμό» η εταιρεία συμφωνούσε σε άμεσες επενδύσεις 100 εκατ. ευρώ «για την εξασφάλιση των 600 υφιστάμενων θέσεων εργασίας και τη δημιουργία 700 επιπλέον με την κατασκευή νέου εργοστασίου», τελικώς επί των ημερών ακόμη της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου το σκέλος αυτό αθετήθηκε. Εν προκειμένω, τον Μάρτιο του 2014 το σωματείο των εργαζoμένων της Siemens Ελλάς κατήγγειλε τη διοίκηση ότι δεν πραγματοποιήθηκε καμία επένδυση στο εργοστάσιο στου Ρέντη, αναφέροντας ότι «το εργοστάσιο κινδυνεύει να απαξιωθεί και η παραγωγική δραστηριότητα να μεταφερθεί στην Τουρκία». Επίσης, διέψευσε ότι η εταιρεία απασχολούσε το 2014 600 εργαζομένους, καθώς «έχουν απομείνει μόλις 250».
Συζήτηση έγινε και για τον ΟΤΕ
Αντικείμενο της συζήτησης στο Μαξίμου φαίνεται ότι αποτέλεσαν και οι διαπραγματεύσεις μεταξύ της μητρικής Siemens και του ΟΤΕ (γερμανικών πλέον συμφερόντων), καθώς τυχόν παραίτηση του οργανισμού από κάθε άλλη αξίωση σημαίνει αυτομάτως παραίτηση από αξίωση 28 εκατ. ευρώ, μέρος των οποίων αναλογούν στο ελληνικό Δημόσιο. Οι δύο εταιρείες κάθισαν ξανά στο τραπέζι μετά την έκδοση απόφασης του Πρωτοδικείου Αθηνών τον περασμένο Μάιο, η οποία επιδίκασε υπέρ της Siemens αγωγή κατά του ΟΤΕ για ανεξόφλητα τιμολόγια ύψους 22 εκατ. ευρώ και 15 εκατ. ευρώ σε τόκους. Οπως έχει διαρρεύσει, ήδη Siemens και ΟΤΕ θα συμφωνήσουν να πληρωθούν μόνο τα 22 εκατ. ευρώ και όχι οι τόκοι, τους οποίους θα εμφανιστεί ότι χαρίζει η Siemens. Το ζήτημα από πλευράς ΟΤΕ χειρίζεται το νομικό του τμήμα, που θα κληθεί να δηλώσει αν είναι προς το συμφέρον της εταιρείας να καταθέσει έφεση για την απόφαση του Πρωτοδικείου. Ακόμα ένα ερώτημα είναι αν οι δύο όμιλοι θα έρθουν σε συμβιβασμό πριν ξεκινήσει η δίκη, η οποία εμπλέκει στελέχη του ΟΤΕ που εμφανίζονται να «λαδώνονται». Υπενθυμίζεται ότι ο ΟΤΕ από το 2008 έπαυσε να πληρώνει τη Siemens, που συνέχισε να είναι προμηθεύτριά του, με την αιτιολογία πως τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που έπαιρνε προέρχονταν από αμαρτωλές συμβάσεις.
Τον Σεπτέμβριο η μεγάλη δίκη
Οσον αφορά την πολύκροτη δίκη για τη σύμβαση 8002/1997 μεταξύ ΟΤΕ και Siemens, τόσο η ηγεσία του Αρείου Πάγου όσο και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας τη θεωρούν ζήτημα μείζονος προτεραιότητας προκειμένου να σταματήσει ο διεθνής διασυρμός της χώρας και να αποκατασταθεί το κύρος της Δικαιοσύνης. Παρά το γεγονός ότι ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Εφετών, Ισίδωρος Ντογιάκος, απέστειλε εν μέσω θέρους το ογκώδες βούλευμα προς μετάφραση στο υπουργείο Εξωτερικών, εντούτοις καταβάλλονται υπερπροσπάθειες να καθίσουν τον Σεπτέμβριο στο σκαμνί οι κατηγορούμενοι και να αποφευχθεί η παραγραφή των αδικημάτων. Στο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών και στην εισαγγελική πρόταση του κ. Γαληνού Μπρη αποδίδονται ευθύνες σε 64 πρόσωπα, σε υψηλόβαθμα στελέχη της θυγατρικής του γερμανικού κολοσσού, αλλά και σε 13 Γερμανούς, κορυφαία στελέχη της Siemens, όπως και σε στελέχη του ΟΤΕ. Τα ποσά που διακινήθηκαν από τα «μαύρα» ταμεία της Siemens αποτελούσαν «ωφέλιμες πληρωμές», ενώ παραμένουν ανεξιχνίαστες εκατοντάδες κινήσεις λογαριασμών των εμπλεκομένων. Στο πόρισμα επεξηγείται πώς το κόστος της σύμβασης του 1997 για την ψηφιοποίηση του ΟΤΕ εκτοξεύθηκε από τα 464.000.000 ευρώ (158 δισ. δραχμές) στα 700.000.000. ευρώ (236 δισ. δραχμές), ώστε να καλυφθούν οι μίζες.